Ο εθισμός στα ορυκτά καύσιμα και η κλιματική αλλαγή υποσκάπτουν την παγκόσμια υγεία, προειδοποιούν οι επιστήμονες

Οι θάνατοι οι σχετιζόμενοι με τις ακραίες καιρικές συνθήκες έχουν αυξηθεί κατά 68% την περίοδο 2017-2021 έναντι της περιόδου 2000-2004, επιδεινώνοντας διάφορες καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις

Η κλιματική αλλαγή λόγω της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και της συνακόλουθης ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη έχει ολοένα μεγαλύτερες επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων στη Γη, επισημαίνει μια έκθεση επιστημόνων που δημοσιεύθηκε στο διεθνούς κύρους ιατρικό περιοδικό «The Lancet».

 

Η έβδομη κατά σειρά ετήσια έκθεση με την ονομασία «Η υγεία στο έλεος των ορυκτών καυσίμων» της ομάδας «Αντίστροφη Μέτρηση για την Υγεία και την Κλιματική Αλλαγή» (Lancet Countdown) από 99 ειδικούς 51 φορέων – μεταξύ άλλων από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και κορυφαία πανεπιστήμια με επικεφαλής τη δρ Μαρίνα Ρομανέλο από το Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Λονδίνου (UCL)- προειδοποιεί ότι ο συνεχιζόμενος εθισμός της ανθρωπότητας από το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα (που οφείλεται και στις συνεχιζόμενες κρατικές επιδοτήσεις σε εταιρείες σε αυτούς τους τομείς) αυξάνει, μεταξύ άλλων, τον κίνδυνο για λοιμώδεις νόσους, ασθένειες σχετικές με τη θερμοκρασία, διατροφική ανασφάλεια-πείνα, αυξημένη ρύπανση του αέρα, ενεργειακή φτώχεια κ.α.

Οι θάνατοι οι σχετιζόμενοι με τις ακραίες καιρικές συνθήκες έχουν αυξηθεί κατά 68% την περίοδο 2017-2021 έναντι της περιόδου 2000-2004, επιδεινώνοντας διάφορες καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις. Η μελέτη εκτιμά ειδικότερα ότι η έκθεση στη ρύπανση του αέρα συνέβαλε σε 4,7 εκατομμύρια θανάτους το 2020, από τους οποίους 1,3 εκατομμύρια (το 35%) σχετίζονταν άμεσα με την καύση ορυκτών καυσίμων.

Η έκθεση τονίζει πάντως ότι «παρά τις προκλήσεις, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η άμεση ανάληψη δράσης μπορεί ακόμη να σώσει εκατομμύρια ζωές, με μια ταχεία μετατόπιση προς την καθαρή ενέργεια και την αποτελεσματικότερη εξοικονόμησή της». Όπως επισημαίνεται όμως, «τα ορυκτά συνεχίζουν να έχουν προτεραιότητα έναντι των λύσεων καθαρής ενέργειας, τόσο από τις κυβερνήσεις όσο και από τις εταιρείες, σε βάρος της υγείας». Τα περισσότερα κράτη συνεχίζουν να επιδοτούν συνολικά με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια τα ορυκτά καύσιμα, σε μερικές μάλιστα περιπτώσεις χωρών με ποσά που ξεπερνούν τον συνολικό ετήσιο εθνικό προϋπολογισμό τους για την υγεία.

Επίσης σχεδόν 470 δισεκατομμύρια ώρες εργασίας υπολογίζεται ότι χάθηκαν το 2021 (κατά 40% αυξημένες σε σχέση με τη δεκαετία του 1990) εξαιτίας των ακραίων θερμοκρασιών, μια απώλεια εισοδήματος που πλήττει κυρίως τους φτωχότερους. Ακόμη περίπου 30% περισσότερη έκταση του πλανήτη πλήττεται πλέον από ακραίες ξηρασίες σε σύγκριση με τη δεκαετία του 1950.

Άλλες συνέπειες αφορούν την ολοένα μεγαλύτερη επίπτωση της κλιματικής αλλαγής στις μεταδοτικές ασθένειες. Για παράδειγμα, η περίοδος μεταδοτικότητας της ελονοσίας έχει γίνει 32% μεγαλύτερη κατά την τελευταία δεκαετία στην Αμερική και κατά 15% στην Αφρική, σε σχέση με τη δεκαετία του 1950, ενώ η πιθανότητα μετάδοσης του δάγκειου πυρετού έχει πια αυξηθεί κατά 12% την ίδια περίοδο.

«Ο κόσμος βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Πρέπει να αλλάξουμε, αλλιώς τα παιδιά μας αντιμετωπίζουν ένα μέλλον επιταχυνόμενης κλιματικής αλλαγής, που απειλεί την ίδια την επιβίωσή τους. Μια επικεντρωμένη στην υγεία απάντηση στις τωρινές κρίσεις θα δώσει την ευκαιρία για ένα μέλλον με χαμηλό άνθρακα, ανθεκτικό και υγιές», τόνισε ο καθηγητής του UCL Άντονι Κοστέλο, συμπρόεδρος της ομάδας «Lancet Countdown».

Δυστυχώς, με τον παρόντα ρυθμό, η έκθεση εκτιμά ότι θα χρειαστούν περίπου 150 χρόνια ακόμη για την πλήρη απαλλαγή του παγκόσμιου ενεργειακού συστήματος από τον άνθρακα και τα ορυκτά καύσιμα.