Ορισμένοι άνθρωποι αρρωσταίνουν βαριά από Covid-19, ενώ άλλοι εμφανίζουν ήπια ή και καθόλου συμπτώματα. Εκτός από τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου όπως η ηλικία και τα χρόνια νοσήματα, ο κίνδυνος σοβαρής νόσου επηρεάζεται και από τα γονίδιά μας.
Δύο έγκριτοι επιστήμονες, ο Χούγκο Τσέμπεργκ και ο Σβάντε Πάαμπο του Ινστιτούτου Εξελικτικής Ανθρωπολογίας «Μαξ Πλανκ» στη Γερμανία, ανακάλυψαν ότι ο κύριος γενετικός παράγοντας κινδύνου για σοβαρή Covid-19 προέρχεται από τους Νεάντερταλ, οι οποίοι διασταυρώθηκαν με τους σύγχρονους ανθρώπους την περίοδο κατά την οποία τα δύο είδη συνυπήρχαν στην Ευρώπη.
Μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε δείγματα αρχαίου DNA έδειξαν αργότερα ότι η συχνότητα της συγκεκριμένης γενετικής ποικιλομορφία αυξήθηκε στους ανθρώπινους πληθυσμούς από το τέλος της εποχής των παγετώνων μέχρι σήμερα,
«Αυτός ο μείζων γενετικός παράγοντας για την Covid-19 είναι τόσο συνηθισμένος ώστε άρχισα να αναρωτιέμαι αν προσφέρει κάποιο όφελος, όπως το να μας προστατεύει από κάποια άλλη λοιμώδη νόσο» λέει ο δρ Τσέμπεργκ.
Ο ερευνητής είναι μοναδικός συγγραφέας νέας μελέτης που δημοσιεύεται στο PNAS και αποκαλύπτει ότι η συγκεκριμένη γενετική ποικιλομορφία μειώνει τον κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό HIV.
Η ποικιλομορφία αυτή αφορά ένα μικρό τμήμα του χρωμοσώματος 3 που περιλαμβάνει πολλά διαφορετικά γονίδια, ορισμένα από τα οποία κωδικοποιούν τη σύνθεση υποδοχέων του ανοσοποιητικού συστήματος.
Ένας από τους υποδοχείς αυτούς, με την ονομασία CCR5, χρησιμοποιείται ως κερκόπορτα από τον HIV προκειμένου να εισβάλλει στα λευκά αιμοσφαίρια.
Ο Τσέμπεργκ διαπίστωσε ότι οι φορείς του γενετικού παράγοντα κινδύνου φέρουν λιγότερους υποδοχείς CCR5 στα κύτταρά τους. Αναλύοντας δεδομένα ασθενών από μεγάλες βιοτράπεζες, ο ερευνητής υπολόγισε ότι οι φορείς έχουν 27% μικρότερη πιθανότητα να μολυνθούν από τον ιό του AIDS.
«Αυτό δείχνει πώς μια γενετική ποικιλομορφία μπορεί να είναι ταυτόχρονα κακή και καλή. Κακή στην περίπτωση που κάποιος προσβάλλεται από Covid-19, καλή επειδή προσφέρει προστασία έναντι της λοίμωξης από HIV» λέει ο Τσέμπεργκ.
Δεδομένου όμως ότι ο HIV εμφανίστηκε μόλις τον 20ό αιώνα, η προστασία έναντι της συγκεκριμένης λοίμωξης δεν εξηγεί γιατί ο γενετικός παράγοντας κινδύνου έγινε τόσο συνήθης τα τελευταία 10.000 χρόνια.
«Γνωρίζουμε πλέον ότι αυτή η ποικιλομορφία προσφέρει προστασία έναντι του HIV. Πιθανότατα όμως προσφέρει προστασία και έναντι κάποιας άλλης ασθένειας, λόγω της οποίας η συχνότητά της αυξήθηκε μετά την τελευταία εποχή των παγετώνων» καταλήγει ο Ζέμπεργκ.
Μελλοντικές μελέτες θα μπορούσαν να αποκαλύψουν για ποια άλλη ασθένεια μπορεί να πρόκειται.