Quantcast

Ζωτική προστασία του αντιγριπικού εμβολίου απέναντι στον κορωνοϊού

Τι απέδειξε η μελέτη – Ποια τα ποσοστά νόσησης από κορωνοϊό όσων δεν είχαν κάνει το εμβόλιο της γρίπης

Νέα έρευνα που παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων αποδεικνύει πως το εμβόλιο της γρίπης δύναται να καταπολεμήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τον κορωνοϊό.

Σύμφωνα με τη μελέτη όσοι δεν είχαν κάνει αντιγριπικό εμβόλιο ήταν έως και 20% πιο πιθανό να έχουν εισαχθεί στη ΜΕΘ, έως και 58% πιο πιθανό να επισκεφθούν τα επείγοντα ή να πάθουν εγκεφαλικό, ως και 45% πιο πιθανό να αναπτύξουν σηψαιμία και ως 40% να υποστούν εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση. Ο κίνδυνος θανάτου δεν έδειξε να μειώνεται με το αντιγριπικό εμβόλιο.

Όλα τα παραπάνω ευρήματα προκύπτουν από αναδρομική ανάλυση δεδομένων ασθενών από όλο τον κόσμο, σε συνέχεια αρκετών μετριοπαθών μελετών που έδειξαν ότι το εμβόλιο της γρίπης μπορεί να παρέχει προστασία έναντι του COVID-19.

Το τελευταίο αποτελεί σίγουρα ένα ακόμα όπλο κατά την πανδημία, την ίδια στιγμή που τα εμβόλια γι’ αυτήν, αν και παράγονται συνεχώς και διανέμονται σε πολλές χώρες όσο το δυνατόν γρηγορότερα, δεν αναμένεται να «φτάσουν» σε μεγάλο αριθμό του πληθυσμού τους μέχρι τις αρχές του 2023.

Η αναδρομική ανάλυση δεδομένων δεκάδων χιλιάδων ασθενών απ’ όλο τον κόσμο έγινε από την Σούζαν Ταγκίοφ από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Μαϊάμι Μίλερ και τους συνεργάτες της. Στη μεγαλύτερη μελέτη αυτού του είδους, η ομάδα εξέτασε τα ηλεκτρονικά αρχεία υγείας πάνω από 70 εκατ. ασθενών που ήταν καταχωρημένα στην ερευνητική βάση δεδομένων TriNetX και εντόπισε δύο ομάδες 37.377 ασθενών.

Κίνδυνοι

Οι δύο ομάδες ελέγχθηκαν για παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον κίνδυνο σοβαρού COVID-19, όπως ηλικία, φύλο, εθνικότητα, κάπνισμα και προβλήματα υγείας όπως ο διαβήτης, η παχυσαρκία και η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια.

Τα μέλη της πρώτης ομάδας είχαν εμβολιαστεί κατά της γρίπης μεταξύ δύο εβδομάδων και έξι μηνών πριν «κολλήσουν» τον ιό και διαγνωστούν με COVID-19. Τα μέλη της δεύτερης ομάδας, είχαν επίσης διαγνωστεί με COVID-19 αλλά δεν είχαν εμβολιαστεί κατά της γρίπης. Η μελέτη συμπεριέλαβε ασθενείς από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, την Ιταλία, το Ισραήλ και τη Σιγκαπούρη.

Συγκρίθηκε στις δύο ομάδες η συχνότητα εμφάνισης 15 επιπλοκών που προκαλεί η COVID-19 στις δύο ομάδες εντός 120 ημερών από τη διάγνωση (σήψη, εγκεφαλικό, εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση, πνευμονική εμβολή, οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια, σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας, αρθραλγία, νεφρική ανεπάρκεια, ανορεξία, καρδιακή προσβολή, πνευμονία, επισκέψεις στα τμήματα επειγόντων περιστατικών, εισαγωγή στο νοσοκομείο ή στην εντατική και θάνατος).

Δεν είναι γνωστό ακριβώς πώς το εμβόλιο της γρίπης παρέχει προστασία έναντι του COVID-19, αλλά οι περισσότερες θεωρίες εκτιμούν ότι ενισχύεται το ανοσοποιητικό σύστημα και αναπτύσσονται «γενικές» άμυνες που δεν είναι προσαρμοσμένες σε καμία συγκεκριμένη ασθένεια.

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν έντονα ότι το εμβόλιο της γρίπης προστατεύει από πολλές σοβαρές επιπλοκές της COVID-19. Όμως απαιτείται περισσότερη έρευνα για την απόδειξη και κατανόηση της πιθανής σύνδεσης αντιγριπικού εμβολίου και επιπλοκών. Έτσι θα μπορούσε το εμβόλιο της γρίπης θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για προστασία σε χώρες όπου το εμβόλιο COVID-19 είναι περιορισμένο.

Να βρεθούν λύσεις

Ο καθηγητής Πλαστικής Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι Miller School of Medicine και επικεφαλής της μελέτης Δρ Ντεβίντερ Σινγκ, σημείωσε πως: «Μόνο ένα μικρό τμήμα του κόσμου έχει εμβολιαστεί πλήρως κατά του COVID-19 μέχρι σήμερα και με όλη την καταστροφή που έχει συμβεί από την πανδημία, η παγκόσμια κοινότητα πρέπει να βρει λύσεις για τη μείωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας. Η πρόσβαση σε δεδομένα εκατομμυρίων ασθενών σε πραγματικό χρόνο είναι ένα ισχυρό ερευνητικό εργαλείο, καθώς επέτρεψε την παρατήρηση μεταξύ του εμβολίου της γρίπης και της χαμηλότερης νοσηρότητας σε ασθενείς με COVID-19.
Αυτό το εύρημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό επειδή η πανδημία εξαντλεί τους πόρους σε πολλά μέρη του κόσμου. Έτσι, η έρευνά μας εάν επικυρωθεί από προοπτικές τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες, έχει τη δυνατότητα να μειώσει την παγκόσμια επιβάρυνση από την ασθένεια».

Η κ. Ταγκίοφ πρόσθεσε: «Ο εμβολιασμός κατά της γρίπης μπορεί να ωφελήσει τα άτομα που διστάζουν να εμβολιαστούν κατά της COVID-19 εξαιτίας της νέας τεχνολογίας που χρησιμοποιήθηκε για την ανάπτυξή τους, αν και το αντιγριπικό εμβόλιο δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση αντικατάσταση του εμβολίου COVID-19». Συνιστώντας σε όλους να εμβολιαστούν κατά το κοροναϊού, η Ταγκίοφ, υπογράμμισε ότι ο αντιγριπικός εμβολιασμός μπορεί να συμβάλλει στην αποφυγή μιας διπλής πανδημίας, με ταυτόχρονες τις επιδημίες γρίπης και κοροναϊού και κατέληξε λέγοντας πως «Ανεξάρτητα από το βαθμό προστασίας που παρέχει το εμβόλιο της γρίπης έναντι των επιπλοκών της COVID-19, το να μπορείς να διατηρήσεις τους παγκόσμιους πόρους περίθαλψης κρατώντας υπό έλεγχο τα κρούσματα γρίπης, είναι ικανός λόγος για να συνεχίζονται οι προσπάθειες ενίσχυσης του αντιγριπικού εμβολιασμού».