Αν και η δυσκαμψία των αρτηριών μπορεί να λειτουργήσει ως προάγγελος καρδιαγγειακών επεισοδίων και θνησιμότητας από κάθε αιτία σε μεγαλύτερες ηλικίες, η νεότερη ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε στο Journal of Hypertension επισημαίνει ότι ο κίνδυνος είναι ύπουλος και υπαρκτός ήδη από την εφηβική ηλικία.
Σε εγρήγορση άλλωστε βρίσκεται η επιστημονική και ιατρική κοινότητα, επιτηρώντας στενά τον επιπολασμό της παχυσαρκίας και της υπέρτασης και αυτή η νεότερη ανάλυση από την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία φωτίζει ακόμα μια επικίνδυνη πτυχή που σχετίζεται με την καρδιαγγειακή και μεταβολική υγεία.
Για τους μεσήλικες και τα άτομα που ανήκουν στην τρίτη ηλικία βρίσκονται σε εξέλιξη μερικές κλινικές δοκιμές που εξετάζουν την πιθανότητα αναστροφής της αρτηριακής δυσκαμψίας. Μεταξύ όμως των παιδιών, των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων, η αρτηριακή δυσκαμψία έχει θεωρηθεί ως έναν ενδιάμεσο δείκτη εμφάνισης της καρδιαγγειακής νόσου και θανάτου που εμφανίζεται στη μέση ηλικία.
Επιπλέον, η αρτηριακή δυσκαμψία ως παράγοντας κινδύνου για την υγεία της καρδιάς αλλά και για την εμφάνιση μεταβολικών νοσημάτων είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη στην παιδιατρική. Στην παρούσα ανασκόπηση, οι ερευνητές συνόψισαν πρόσφατα στοιχεία εφήβων και σε πληθυσμό μέσης ηλικίας, δίνοντας έμφαση στη δυσκαμψία των αρτηριών ως έναν νέο παράγοντα κινδύνου που σχετίζεται με την υπέρταση, την παχυσαρκία, την αντίσταση στην ινσουλίνη, τη δυσλιπιδαιμία και τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Υπάρχουν βέβαια και παράγοντες ποτ συμβάλλουν στην υψηλότερη αρτηριακή δυσκαμψία στους εφήβους, όπως το κάπνισμα της μητέρας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και κατά της ζωής του εφήβου, η υψηλή πρόσληψη αλατιού, η κληρονομικότητα και η παχυσαρκία.
Όπως σημειώνει ο ο Andrew Agbaje, ιατρός και κλινικός επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Φινλανδίας και συγγραφέας της έρευνας, «η αρτηριακή δυσκαμψία στην εφηβεία φαίνεται πως είναι ένας ανεπαίσθητος, κρυφός, αλλά ισχυρός παράγοντας κινδύνου για υπέρταση και μεταβολικές διαταραχές, που μπορούν να πυροδοτήσουν μια καταιγίδα βιολογικών διεργασιών και τελικά να οδηγήσουν στην εμφάνιση διάφορων ασθενειών, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 και πρόωρες βλάβες σε διάφορα όργανα. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο για τους κλινικούς γιατρούς και τους παιδίατρους να επικεντρωθούν σε τρόπους αντιμετώπισης και ενδεχομένως αναστροφής της αρτηριακής δυσκαμψίας, ιδίως από την εφηβεία. Μια παρέμβαση για την αρτηριακή δυσκαμψία στην εφηβεία μπορεί να μειώσει τη συχνότητα εμφάνισης υπέρτασης και μεταβολικών ασθενειών στη μετέπειτα ζωή, αλλά χρειάζονται και περαιτέρω μελέτες».