Quantcast

Koρωνοϊός: Ένα αντιφυματικό εμβόλιο δοκιμάζεται στη μάχη κατά της πανδημίας

ΔΟΚΙΜΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ένα παλιό εμβόλιο κατά της φυματίωσης, που χορηγείτο υποχρεωτικά μέχρι το 2016 σε μαθητές της Α΄Δημοτικού στη χώρα μας, ίσως μειώνει τον κίνδυνο μόλυνσης από το νέο κορωνοϊό.

Tην ώρα που διεξάγεται ένας αγώνας δρόμου ανά την υφήλιο για την ανάπτυξη εμβολίου κατά του SARS-CoV-2 και στο χορό μπαίνουν η μία μετά την άλλη μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες , ειδικοί σε τέσσερις χώρες – ανάμεσά τους και στην Ελλάδα – ερευνούν αν το εμβόλιο BCG (κατά του βάκιλλου Calmette-Guérin) μπορεί να προστατέψει εκατομμύρια άτομα από τον λίαν μεταδοτικό κορωνοϊό, που προκαλεί την Covid-19.

Αν οι κλινικές δοκιμές στεφθούν με επιτυχία τότε το BCG θα παρέχει μια φτηνή μέθοδο αναζωογόνησης του ανοσοποιητικού συστήματος, ώστε να είναι σε κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας και ικανό να ανιχνεύει και να καταστρέφει τον κορωνοϊό, προτού προκαλέσει τεράστια ζημιά στον οργανισμό.

Στις έρευνες για την ανάπτυξη εμβολίου κατά του SARS-CoV-2 οι επιστήμονες εστιάζουν κυρίως σε πολύ στοχευμένα φάρμακα – επί παραδείγματι ορισμένα πειραματικά εμβόλια κατασκευάζονται με μικρά τεμάχια του γενετικού υλικού του κορωνοϊού. Η ιδέα είναι ότι το ανοσοποιητικό σύστημα ανιχνεύει το υλικό αυτό και στέλνει αντισώματα να του επιτεθούν, πράγμα που σημαίνει ότι όταν ο οργανισμός εκτεθεί στον πραγματικό ιό, το ανοσοποιητικό σύστημα θα είναι έτοιμο. Έτσι λειτουργούν τα περισσότερα εμβόλια.

Όμως το BCG πιστεύεται ότι λειτουργεί διαφορετικά. Αντί να στοχεύει ειδικά τον ιό, θα αναζωογονήσει ολόκληρο το ανοσοποιητικό σύστημα, ώστε να ενισχύσει την ικανότητά του να ανιχνεύει και να καταπολεμά τον κορωνοϊό. Σύμφωνα με το βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας το εμβόλιο BCG παρέχει προστασία για έως και έξι δεκαετίες, αλλά οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν με ακρίβεια αν οι ενήλικες, που είχαν εμβολιαστεί στην παιδική τους ηλικία, προστατεύονται από τον κορωνοϊό ελλείψει αποδείξεων. Αρκετές μελέτες τα τελευταία χρόνια ανακάλυψαν ότι το BCB μπορεί να είναι αποτελεσματικά και κατά άλλων μολυσματικών νόσων πέραν της φυματίωσης.

Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στη βρετανική ιατρική επιθεώρηση The BMJ, ανέφερε ότι τα μωρά που εμβολιάστηκαν με BMG είχαν 30% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από οποιαδήποτε μολυσματική ασθένεια το πρώτο έτος ζωής τους σε σύγκριση με εκείνα που δεν είχαν εμβολιαστεί. Επιστήμονες θεωρούν ότι ο λόγος που το BMG λειτουργεί ως ενισχυτής του ανοσοποιητικού συστήματος είναι επειδή είναι ένα «ζωντανό» εμβόλιο, δηλαδή κατασκευάζεται από μια αποδυναμωμένη εκδοχή του οργανισμού που προκαλεί τη φυματίωση. Τα περισσότερα σύγχρονα εμβόλια περιέχουν αδρανοποιημένα τμήματα του ιού ή του βακτηρίου, που στοχοποιούν και έτσι δεν ενισχύουν με τον ίδιο τρόπο ολόκληρο το ανοσοποιητικού σύστημα.

Οι ερευνητές άρχισαν να στρατολογούν εθελοντές για την κλινική δοκιμή του BCG κατά του νέου κορωνοϊού την περασμένη εβδομάδα στο νοσοκομείο Radboud της Ολλανδίας και σκοπεύουν να εμβολιάσουν 1.000 εργαζόμενους Υγείας, που βρίσκονται στην εμπροσθοφυλακή της μάχης, με το αντιφυματικό εμβόλιο ή ένα εικονικό φάρμακο (placebo) για να διαπιστώσουν αν τα ποσοστά μολύνσεων είναι χαμηλότερα σε εκείνους που έλαβαν το BCG.

Ανάλογες δοκιμές σχεδιάζει και η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με τον καθηγητή Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας κ.Ευάγγελο Γιαμαρέλλο, το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης στην Αυστραλία και το Πανεπιστήμιο Έξετερ στη Βρετανία. Θεωρητικά το εμβόλιο μπορεί να είναι διαθέσιμο εντός μηνών για το κοινό, εφόσον οι δοκιμές δείξουν ότι έχει ισχυρά αποτελέσματα.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Πειραματικής Ιατρικής του Imperial College του Λονδίνου, Πίτερ Όπενσο, το εμβόλιο BCG μπορεί να είναι αποτελεσματικό επειδή φαίνεται ότι πυροδοτεί αυτό που οι ειδικοί αποκαλούν «εκπαιδευμένη ανοσία», όπου ολόκληρο το ανοσοποιητικό σύστημα είναι σε κατάσταση επαγρύπνησης. «Το επίπεδο επιφυλακής παραμένει υψηλό επί εβδομάδες ή μήνες μετά τον εμβολιασμό», λέει. «Κι αυτό σημαίνει ότι είναι λιγότερες οι πιθανότητες να μολυνθεί κανείς από μολυσματικές ασθένειες κατά την περίοδο αυτή, επειδή το ανοσοποιητικό του σύστημα είναι πιθανότερο να αντιδράσει πολύ γρήγορα μόλις εντοπίσει έναν ξένο εισβολέα».