Τη συσχέτιση των υψηλών επιπέδων νιτρικών αλάτων στο πόσιμο νερό με την εμφάνιση καρκίνου παχέος εντέρου, επιχείρησαν να κάνουν οι ερευνητές από τη Νέα Ζηλανδία.
Ειδικότερα, γράφοντας στο Journal of Public Health, οι ερευνητές από τα πανεπιστήμια του Otago, του Auckland και του Massey της Νέας Ζηλανδίας εξήγησαν πως παρότι ο υποκείμενος μηχανισμός είναι αρκετά πολύπλοκος, η κατανόηση του συσχετισμού κρίνεται σημαντική αναφορικά με τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία που ενέχουν τα υψηλά επίπεδα νιτρικών στο πόσιμο νερό.
Ο Δρ. Tim Chambers, από το τμήμα Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Otago τόνισε ότι όταν προσλαμβάνονται από τον άνθρωπο τα νιτρικά, ο βαθμός με τον οποίο τροποποιούνται στο σώμα εξαρτάται από τα επίπεδα των βακτηρίων που μειώνουν τα νιτρικά άλατα, την ποσότητα οξέος στο στομάχι, τα αντιοξειδωτικά όπως η βιταμίνη C και από τις ενώσεις που ονομάζονται αμίνες. Οι τελευταίες προέρχονται από τις πρωτεΐνες όπως αυτές του κόκκινου κρέατος. Η πληθώρα όμως των νιτρικών αλάτων, ιδίως υπό την έλλειψη των αντιοξειδωτικών, ενδέχεται να προκαλέσει τον σχηματισμό των Ν νιτροζοενώσεων, πολλές από τις οποίες θεωρούνται καρκινογόνες.
Σε προηγούμενη έρευνα τους, ο Δρ. Chambers και οι συνεργάτες του εκτίμησαν πως η μόλυνση του πόσιμου νερού από νιτρικά άλατα θα μπορούσε να προκαλέσει έως και 100 περιπτώσεις καρκίνου του εντέρου στη Νέα Ζηλανδία, οδηγώντας έτσι σε 40 θανάτους ετησίως. Διαπιστώθηκε επιπλέον πως περίπου 800.000 Νεοζηλανδοί μπορεί να πίνουν νερό με υψηλά επίπεδα νιτρικών αλάτων, θέτοντας τους έτσι σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του εντέρου.
Ασκώντας ωστόσο κριτική στις πρόσφατες αυτές έρευνες, σημειώνεται πως δεν υπάρχει σημαντική συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων νιτρικών αλάτων και του καρκίνου του παχέος εντέρου και πως θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τον κίνδυνο εμφάνισης του συγκεκριμένου καρκίνου, μεταξύ των οποίων είναι η παχυσαρκία, η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας και η κατανάλωση του κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος.
Καταλήγοντας ωστόσο οι ερευνητές τονίζουν πως οι ιθύνοντες της δημόσιας υγείας θα πρέπει να λάβουν υπόψιν τους έστω και τις ενδείξεις των ερευνών για τον κίνδυνο στην υγεία λόγω των νιτρικών, όταν καθορίζουν τις μέγιστες επιτρεπόμενες τιμές νιτρικών στο πόσιμο νερό, αποφεύγοντας τη νιτρορύπανση.