Η βιολογική ηλικία του ανθρώπου δεν είναι ενιαία αλλά ξεχωριστή για τα επί μέρους ζωτικά όργανα, ισχυρίζεται ομάδα ερευνητών από το Ινστιτούτο Γονιδιωματικής του Πεκίνου (BGI).
Τα ευρήματα που δημοσιεύονται στο Cell Reports ανατρέπουν όσα ήταν ευρέως γνωστά για τη βιολογική ή φαινοτυπική ηλικία, τον δείκτη ενδεχόμενων προβλημάτων υγείας και πιθανοτήτων πρόωρου θανάτου που διαμορφώνεται από τα γονίδια, το στρες, τον τρόπο ζωής, το περιβάλλον και πλήθος ακόμα παραγόντων.
Μέσα από τα δείγματα αίματος και κοπράνων, τη φυσική εξέταση και τη δερμοανάλυση (απεικονιστικός έλεγχος της επιδερμίδας) του προσώπου 4.066 ενηλίκων 20-45 ετών που συμμετείχαν στην έρευνα, οι ερευνητές προσδιόρισαν κατά προσέγγιση την ηλικία των νεφρών, της καρδιάς, του ήπατος, των ορμονών του φύλου, της επιδερμίδας και του εντέρου τους, καθώς και της σωματικής υγείας, της υγείας του ανοσοποιητικού και του γονιδιώματός τους.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνδύασαν και διέκριναν τα στοιχεία σε εννέα κατηγορίες (έντερο, καρδιά, φυσική κατάσταση, ήπαρ, διατροφή, επιδερμίδα, ανοσοποιητικό, νεφρούς και υγεία αναπαραγωγικών ορμονών) τις οποίες συνέκριναν για να διαπιστώσουν τις πιθανές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της υγείας διαφορετικών οργάνων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι:
- Η ισχυρότερη σύνδεση εντοπίστηκε μεταξύ των ορμονών του φύλου και της υγείας των νεφρών, ενώ οι πρώτες σχετίστηκαν δυναμικά και με το ανοσοποιητικό σύστημα.
- Ισχυρούς δεσμούς παρουσίασαν και η υγεία των νεφρών με το ανοσοποιητικό σύστημα.
- Το συνολικό επίπεδο φυσικής κατάστασης σχετίστηκε στενά με την υγεία της καρδιάς και του ήπατος και τα συνολικά επίπεδα διατροφής.
- Αρνητική σχέση παρατηρήθηκε μόνο μεταξύ της υγείας των νεφρών και του εντέρου, όταν ένα άτομο δηλαδή είχε πιο υγιές έντερο ήταν χειρότερη η υγεία των νεφρών και αντίστροφα.
Μια πιθανή εξήγηση, σύμφωνα με τους ερευνητές, αποτελεί το εντερικό μικροβίωμα και ο τρόπος που αλληλεπιδρά με άλλα όργανα του σώματος. «Η μικροχλωρίδα του εντέρου επηρεάζει τη δράση μιας σειράς ξενοβιοτικών με τρόπο ευεργετικό αλλά και δυνητικά επιβλαβή και υπάρχουν αναφορές για τη σύνδεση της συσσώρευσης μεταβολιτών από το μικροβίωμα με χρόνιες νεφρικές παθήσεις», ανέφεραν.
Οι ερευνητές, με αφορμή τους βιοδείκτες που αξιοποίησαν για τη μελέτη και καλύτερη κατανόηση της γήρανσης, μεταξύ των οποίων αιματολογικά δείγματα, δείγματα κοπράνων και έλεγχος ρουτίνας, επεσήμαναν πως η μέθοδός τους θα μπορούσε μελλοντικά να βρει εφαρμογή στο πλαίσιο της παροχής υγειονομικής περίθαλψης αλλά, κυρίως, στη χάραξη ενός εξατομικευμένου θεραπευτικού πλάνου.
Σύμφωνα με δηλώσεις τους, στα σχέδιά τους είναι η επανάληψη της διαδικασίας με τους ίδιους συμμετέχοντες μία εβδομάδα μετά για να ελέγξουν πώς θα έχουν διαμορφωθεί οι σχέσεις στο μεσοδιάστημα αλλά και τι αλλαγές συντελούνται στην υγεία των οργάνων.