Αυξάνεται ο κίνδυνος καρκίνου για όσους αυξάνουν το αλκοόλ

Καρκίνοι του ανώτερου πεπτικού συστήματος εμφανίζονται σε όσους πίνουν πολύ. Ο κίνδυνος αυξάνεται όσο αυξάνεται και η κατανάλωση, αλλά και η ηλικία

To αλκοόλ είναι ο τρίτος παράγοντας κινδύνου για καρκίνο που μπορεί να τροποποιηθεί μετά το κάπνισμα και την παχυσαρκία και συνδέεται με την ανάπτυξη τουλάχιστον 7 τύπων καρκίνου.

Μελέτες έχουν δείξει μείωση της επίπτωσης των καρκίνων του λάρυγγα, φάρυγγα, οισοφάγου και ήπατος όταν μειώνεται η κατανάλωση αλκοόλ.

Τώρα, ευρεία μελέτη σε 4,5 εκατομμύρια Κορεάτες, διαπίστωσε μέτρια μείωση στον κίνδυνο καρκίνου του ανώτερου πεπτικού συστήματος (στοματική κοιλότητα, φάρυγγα, λάρυγγα και οισοφάγο) σε άτομα που μείωσαν την κατανάλωση αλκοόλ και αυξημένο κίνδυνο σε άτομα που αύξησαν την κατανάλωση αλκοόλ.

Η σχετική μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA, από ερευνητές των πανεπιστημίων της Σεούλ που χρησιμοποίησαν τα δεδομένα του συστήματος υγείας της Κορέας από τα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου για τα έτη 2009 και 2011.

 

Οι συμμετέχοντες ομαδοποιήθηκαν ανάλογα με τα ημερήσια επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ που αναφέρουν οι ίδιοι ως εξής: καθόλου (0 γρ./ημέρα), ήπια (κάτω από 15 γρ./ημέρα), μέτρια (15-29,9 γρ./ημέρα) ή βαριά (πάνω από 30 γρ./ημέρα). Με βάση αυτά τα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ, οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε 5 ομάδες και συγκεκριμένα σε αυτούς που κάνουν:

Μηδενική κατανάλωση – Δεν πίνουν και η αποχή από το αλκοόλ είναι παρατεταμένη.

Σταθερή κατανάλωση – Διατηρούν ένα ελάχιστο επίπεδο κατανάλωσης αλκοόλ.

Αυξανόμενη κατανάλωση – Τα επίπεδα κατανάλωσης αυξάνονται

Μειωμένη κατανάλωση – Τα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ μειώνονται αλλά δεν μηδενίζονται

Διακοπή στην κατανάλωση – Σταμάτησαν την κατανάλωση αλκοόλ, ανεξάρτητα από το επίπεδο κατανάλωσης που έκαναν παλαιότερα (ελάχιστο, ήπιο, μέτριο ή βαρύ επίπεδο).

Οι ερευνητές διερεύνησαν περιστατικά καρκίνου της κεφαλής και του τραχήλου, περιλαμβάνοντας καρκίνους της στοματικής κοιλότητας, του φάρυγγα, οισοφάγου και παχέος εντέρου.

Στους παράγοντες που επηρεάζουν την εικόνα των συμμετεχόντων στη μελέτη, οι επιστήμονες έλαβαν υπόψιν τους την κοινωνικοοικονομική θέση, το επίπεδο του εισοδήματος και του τόπου διαμονής (αστικός ή αγροτικός). Το εισόδημα των νοικοκυριών κατηγοριοποιήθηκε σε τεταρτημόρια σύμφωνα με τα επίπεδα ασφαλίστρων και αυτοί που καλύπτονταν από το Πρόγραμμα Ιατρικής Βοήθειας (το φτωχότερο 3% του πληθυσμού της Κορέας) συγχωνεύτηκαν στο τεταρτημόριο με το χαμηλότερο εισόδημα.

Επίσης εξετάστηκε αν οι συμμετέχοντες κάπνιζαν και ταξινομήθηκαν σε αυτούς που δεν κάπνισαν ποτέ, σε πρώην καπνιστές με λιγότερα ή περισσότερα από 20 πακέτα – έτη και σε νυν καπνιστές με λιγότερα ή περισσότερα από 20 πακέτα – έτη καπνίσματος.

Διερευνήθηκε ακόμη αν οι συμμετέχοντες έκαναν τακτική άσκηση για πάνω από 30 λεπτά μέτριας σωματικής δραστηριότητας τουλάχιστον 5 φορές την εβδομάδα ή περισσότερο από 20 λεπτά έντονης σωματικής δραστηριότητας τουλάχιστον 3 φορές την εβδομάδα.

Οι συννοσηρότητες (υπέρταση, διαβήτης, χρόνια νεφρική νόσος και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια) βασίστηκαν στις δηλώσεις των συμμετεχόντων πριν τον προληπτικό έλεγχο, αλλά και στα αποτελέσματα των εξετάσεων προσυμπτωματικού ελέγχου υγείας.

 

Από τους 4.513.746 συμμετέχοντες, από το 2009 έως το 2011, σταμάτησαν το ποτό, ένα ποσοστό 26,6% που έκανε ήπια κατανάλωση οινοπνεύματος, το 9,6% που έκανε μέτρια κατανάλωση αλκοόλ και το 8,6% που έκανε βαριά κατανάλωση αλκοόλ.

Σε σύγκριση με την ομάδα που σταμάτησε, η ομάδα που αύξησε την κατανάλωση ήταν συνήθως νεότεροι άνδρες με υψηλότερο εισόδημα, κάπνιζε και δεν έκανε γυμναστική τακτικά.

Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για περίπου 6,5 χρόνια στη διάρκεια των οποίων καταγράφηκαν 215.676 περιστατικά καρκίνου (7,7 περιστατικά ανά 1000 άτομα-έτη), εκ των οποίων το 37,2% (80.263 περιπτώσεις) ήταν καρκίνοι που σχετίζονται με το αλκοόλ.

Σε σύγκριση με την ομάδα που κράτησε σταθερά τα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ, η ομάδα που αύξησε τη χρήση του, είχε υψηλότερο κίνδυνο για καρκίνους που σχετίζονται με το ποτό, δείχνοντας τη σχέση της ποσότητας του αλκοόλ με την επίδρασή του στον οργανισμό.

Όσοι δεν έπιναν καθόλου και ξεκίνησαν το αλκοόλ με ήπια κατανάλωση, αύξησαν τον κίνδυνο καρκίνου κατά 3%, κατά 10% όταν αύξησαν την κατανάλωση σε μέτρια και κατά 34% σε μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ

Αντίστοιχα, υψηλότερα ποσοστά καρκίνων κατά 10% βρέθηκαν σε εκείνους που αύξησαν την κατανάλωση αλκοόλ από ήπια σε μέτρια και κατά 17% από ήπια σε βαριά κατανάλωση.

Οι συσχετίσεις μεταξύ της αλλαγής στο επίπεδο κατανάλωσης αλκοόλ και των σχετιζόμενων με το αλκοόλ και όλων των καρκίνων ήταν πιο εμφανείς σε συμμετέχοντες που ήταν μεγαλύτερης ηλικίας (π.χ. από τη μη κατανάλωση αλκοόλ έως την βαριά κατανάλωση αλκοόλ σε άνδρες ηλικίας άνω των 65 έναντι ανδρών κάτω των 65 ετών για καρκίνους που σχετίζονται με το αλκοόλ ο κίνδυνος αυξανόταν κατά 70% έναντι 34% .

Επίσης ο κίνδυνος ήταν μεγαλύτερος στους άνδρες που αύξαναν την κατανάλωση αλκοόλ από καθόλου σε βαριά κατανάλωση σε ποσοστό 47% έναντι 17%, όπως επίσης και στους καπνιστές για μια 20ετία και πλέον, ο κίνδυνος καρκίνου από μηδενική σε υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ αυξανόταν κατά 49%, όταν στους μη καπνιστές ανέβαινε στο 77%.

Για όσους όμως μείωσαν την κατανάλωση αλκοόλ, τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι αυτοί που σταμάτησαν το ποτό το 2011 και συνέχισαν να απέχουν από το αλκοόλ ως το 2013, δεν εμφάνιζαν κίνδυνο ανάπτυξης όλων των ειδών καρκίνου όπως συνέβαινε με εκείνους που διατήρησαν τα ίδια επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ. Αντίστοιχα, αυτοί που «έπεσαν» από τη βαριά κατανάλωση σε ήπια επίπεδα μείωσαν τον κίνδυνο καρκίνου κατά 15%, και αυτοί που διατήρησαν τα χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης έριξαν τον κίνδυνο κατά 11-12%.

 

Πηγή: In.gr