Η ακράτεια ούρων δεν είναι απλώς εμπόδιο στην ομαλή καθημερινότητα των ανδρών αλλά και μια σοβαρή ένδειξη για την πιθανή ύπαρξη νοσημάτων, υποστηρίζουν ερευνητές από το τμήμα Ουρολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Tampere της Φινλανδίας. Η έρευνά τους που δημοσιεύεται στο The Journal of Urology, συσχετίζει τα Συμπτώματα από το Κατώτερο Ουροποιητικό Σύστημα (ΣΚΟΣ) στους άνδρες με τη συνολική υγεία, τους παράγοντες κινδύνου και τις κύριες συννοσηρότητες.
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε τα στοιχεία περισσότερων από 3.000 Φινλανδών από το 1994 οπότε είχαν συμμετάσχει σε μια μελέτη σε ηλικια 50, 60 ή 70 ετών, και από το 2018 κατόπιν 24ετούς παρακολύθησης, οπότε είχαν επιζήσει οι 1.167 άνδρες από το αρχικό δείγμα. Μετά τη συνεκτίμηση άλλων παραγόντων υγείας και την ηλικία τους, η ανάλυση των στοιχείων έδειξε ότι ο κίνδυνος θανάτου αυξανόταν κατά:
- 20% για άνδρες με μέτρια έως σοβαρά αποφρακτικά συμπτώματα της ουροδόχου κύστης όπως καθυστέρηση στην έναρξη της ούρησης, παράταση του χρόνου ούρησης και αδύναμη ροή ούρων
- 40% για άνδρες με συμπτώματα όπως η συχνουρία, η νυκτουρία και η ακράτεια
- 30% για άνδρες με ήπια συμπτώματα ακράτειας
- 50% για τη μεμονωμένη νυκτουρία.
Συνολικά τα μέτριας και μεγάλης έντασης συμπτώματα του κατώτερου ουροποιητικού συνδέθηκαν με κακή υγεία.
Οι ερευνητές εξηγούν πως πίσω από τις δυσλειτουργίες της ούρησης μπορεί να κρύβονται σοβαρές παθολογικές καταστάσεις, μεταξύ των οποίων καρδιακές ή νευρολογικές παθήσεις, διαβήτης, διαταραχές του ύπνου, περιορισμένη κινητικότητα, νόσος του Πάρκινσον, άνοια, εγκεφαλικό επεισόδιο και πολλαπλή σκλήρυνση. Σύμφωνα με τους ίδιους, η (επίμονη) ανάγκη ούρησης τη νύχτα ή συχνότερα από κάθε τρεις ώρες μέσα στην ημέρα χρήζει ιατρικής αξιολόγησης.
Ιδίως για την περιορισμένη κινητικότητα, ο καθηγητής ουρολογίας από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, Δρ Craig Comiter, ανέφερε πως πρέπει να εξεταστεί εμβριθώς ως σημαντικός επιβαρυντικός παράγοντας που αναγάγει τη συχνή και επιτακτική ούρηση σε ακράτεια. Επιπλέον, χαρακτήρισε αναγκαίες τις μελέτες σε νεότερους πληθυσμούς για να διαπιστωθεί εάν υπάρχει αληθινή αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των συμπτωμάτων του ουροποιητικού και της θνησιμότητας, είτε πρόκειται απλώς για έναν δείκτη κακής υγείας στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Μια ένσταση για τα ευρήματα της μελέτης διατυπώθηκε από τον Δρ Anthony Schaeffer, καθηγητή Ουρολογίας στην Ιατρική Σχολή Feinberg του Πανεπιστημίου Northwestern, για τα οποία σημείωσε πως έχουν σημαντική στατιστική αλλά όχι κλινική αξία. «Υπάρχει μια μικρή αύξηση στη θνησιμότητα αλλά υπάρχουν και συννοσηρότητες. Αυτές θεραπεύουμε» τόνισε ο καθηγητής, εξηγώντας πως η θεραπεία των συμπτωμάτων του κατώτερου ουροποιητικού, χειρουργικά ή φαρμακευτικά, δεν έχει συνδεθεί με βελτίωση του προσδόκιμου ζωής και επισημαίνοντας πως είναι αναγκαίες οι τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές.