Quantcast

Ταινίες Πρώτης Προβολής: 9 πρεμιέρες πριν το άνοιγμα των θερινών

Ο μήνας Μάιος σηματοδοτεί την έναρξη της καλοκαιρινής περιόδου

Ακόμη εννέα ταινίες κάνουν απόψε πρεμιέρα, λίγες ημέρες πριν το άνοιγμα των πρώτων θερινών κινηματογράφων και τον ερχομό του Μαΐου που θα σημάνει και την καλοκαιρινή περίοδο. Η γαλλική υπερπαραγωγή «Οι Τρεις Σωματοφύλακες: Ντ’ Αρτανιάν» αναμένεται να προσελκύσει το ευρύ κοινό, ενώ το δικαστικό δράμα «Σεντ Ομέρ», το θρίλερ «Πέρα από τον Τοίχο» και η κομεντί «Καραόκε» έχουν το ενδιαφέρον τους.

 

Οι Τρεις Σωματοφύλακες: Ντ’ Αρτανιάν (Les Τrois Μousquetaires: D’Artagnan). Περιπέτεια εποχής, γαλλικής και διεθνούς συμπαραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Μαρτάν Μπουρμπουλόν, με τους Φρανσουά Σιβίλ, Βενσάν Κασέλ, Ρομέν Ντουρίς, Πίο Μαρμάι, Εύα Γκριν, Λουί Γκαρέλ, Βίκι Κριπς κ.ά.

Εκατό χρόνια τώρα, το κλασικό μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά μοιάζει ανεξάντλητο για τους κινηματογραφικούς παραγωγούς, δίνοντάς τους την ευκαιρία να το μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη ξανά και ξανά, έχοντας την εγγύηση ενός θαυμάσιου κειμένου, ιδανικού για το σινεμά, καθώς διαθέτει επικές περιπέτειες, ηρωισμό, ξιφομαχίες, ίντριγκες και φυσικά τον αθάνατο ρομαντισμό του.

Εδώ, έχουμε μια από τις πλέον φιλόδοξες υπερπαραγωγές του ευρωπαϊκού σινεμά, με 150 ημέρες γυρισμάτων, πλούσια σκηνικά και κοστούμια, ανασύσταση της εποχής, θεαματικότατες ξιφομαχίες και ένα λαμπρό καστ, από Φρανσουά Σιβίλ, Βενσάν Κασέλ και Ρομέν Ντουρίς μέχρι Εύα Γκριν και Λουί Γκαρέλ.

Το μόνο παράδοξο είναι η εμπιστοσύνη που έδειξαν οι άνθρωποι της Pathé για την υπερπαραγωγή τους αυτή στον σκηνοθέτη Μαρτάν Μπουρμπουλόν του μέτριου «Άιφελ» που είδαμε το 2021.

Όχι, ότι τα πάει άσχημα, αφού η ταινία του διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά μιας επικής περιπέτειας εποχής, με τη δράση να κυριαρχεί, οι ξιφομαχίες να είναι θεαματικές, οι ρυθμοί να είναι σφιχτοί και γεμάτοι ένταση, ενώ η γνώριμη ιστορία των τριών σωματοφυλάκων και του Ντ’ Αρτανιάν, ορισμένες φορές είναι πιο σκοτεινή και «βρόμικη» απ’ τα συνηθισμένα, δίνοντας μια δόση ανανέωσης του μύθου, ταυτόχρονα με τις φεμινιστικές αναφορές.

Ωστόσο, ο Μπουρμπουλόν, που εκμεταλλεύεται τα μέγιστα τα δεδομένα μιας υπερπαραγωγής, είναι φανερό ότι προτιμά τη δράση, το θέαμα και τη διασκέδαση του ευρύτερου κοινού, από το να μπει στο πνεύμα του έργου. Έτσι, αφήνει μετέωρους τους χαρακτήρες του, οι διάλογοι εκμοντερνίζονται, γίνονται μοδάτοι, αφαιρώντας τον πλούτο και τη μαγεία του αρχικού κειμένου και εν τέλει δείχνει να προσεγγίζει το στόρι του με μία αμερικάνικη επιφανειακή πολλές φορές οπτική.

Οι ηθοποιοί του, με την επάρκειά τους στέκονται ικανοποιητικά, με τον Λουί Γκαρέλ, στον ρόλο του Λουδοβίκου, να ξεχωρίζει με την σαρκαστική, γοητευτική του ερμηνεία. Εννοείται, ότι περιμένουμε και το σίκουελ της κλασικής περιπέτειας, που είναι ήδη έτοιμο και θα δούμε προς το τέλος του έτους. Όπως έχει ανακοινωθεί, τιτλοφορείται «Milady» και τη σκηνοθεσία υπογράφει και πάλι ο Μπουρμπουλόν.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Από το Λούβρο μέχρι τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, από τις τρώγλες του Παρισιού μέχρι την πολιορκία της Λα Ροσέλ… σε ένα βασίλειο διχασμένο από τους θρησκευτικούς πολέμους και υπό την απειλή της εισβολής από την Αγγλία, μία χούφτα αντρών και γυναικών θα διασταυρώσουν τα ξίφη τους και θα ενώσουν το πεπρωμένο τους με τη μοίρα της Γαλλίας.

 

Σεντ Ομέρ (Saint Omer). Δραματική ταινία, γαλλικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Άλις Ντιόπ, με τις Γκοσλαζί Μαλαντά, Ορέλια Πετί, Ζαβιέ Μαλί κ.ά.

Αν και πρόκειται για ταινία που το κείμενο την καθορίζει, πρωταγωνιστεί δίπλα στις ηρωίδες της ιστορίας, πρόκειται για ένα άκρως ενδιαφέρον ιδιόρρυθμο δικαστικό δράμα, που κέρδισε το Ειδικό Βραβείο του Φεστιβάλ Βενετίας για το ντεμπούτο της Άλις Ντιόπ, μιας Σενεγαλέζας δεύτερης γενιάς, που ζει στο Παρίσι και έχει εμπειρία στο ντοκιμαντέρ.

Μια πραγματική ιστορία παιδοκτονίας του 2013, που διέπραξε μια νέα, σενεγαλέζικης καταγωγής και απασχόλησε το δικαστικό σύστημα της Γαλλίας και παρακολούθησε η σκηνοθέτις όταν εκδικάστηκε το 2016, μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη, χωρίς φιοριτούρες, δραματικές εξάρσεις, συγκινητικές κορυφώσεις ή ηθικολογίες, αλλά με σκηνοθετική λιτότητα, στεγνό ρεαλισμό και κάποιες διακριτικές ποιητικές πινελιές στο φινάλε.

Η Ράμα, μια νεαρή μυθιστοριογράφος, παρακολουθεί στη γαλλική πόλη Σεντ Ομέρ τη δίκη της Λορένς Κολί, η οποία κατηγορείται ότι σκότωσε τη 16 μηνών κόρη της, εγκαταλείποντάς την σε μια παραλία της Βόρειας Γαλλίας, την ώρα της παλίρροιας, για να πνιγεί. Όμως, κατά τη διάρκεια της δίκης, τα λόγια τής κατηγορούμενης, η οποία αναφέρει ότι έπεσε θύμα μαύρης μαγείας, οι καταθέσεις και η συνήγορός της θα κλονίσουν τις βεβαιότητες και θα δημιουργηθούν αμφιβολίες για την ενοχή της.

Παιδοκτόνος μάνα, το ειδεχθέστερο έγκλημα όλων, στη συλλογική συνείδηση προκαλεί αποτροπιασμό. Ωστόσο, κάθε άνθρωπος δικαιούται μια σωστή δίκη, πέρα από το ανάθεμα της κοινωνίας ή τον κανιβαλισμό των ΜΜΕ. Πίσω από τα προφανή υπάρχουν και όλα αυτά που συνθέτουν την πραγματική ιστορία. Η διαμάχη ιδεών για τις προκαταλήψεις, τη γυναίκα, τη μόρφωση, τη μητρότητα και συγκεκριμένα στην περίπτωσή μας, τη διαφορά και την αδυναμία του δυτικού πολιτισμού να κατανοήσει κάθε τι διαφορετικό, άλλες κουλτούρες, ακόμη και αν πρόκειται για την ιερότητα της μητρότητας.

Σχεδόν εξ ολοκλήρου γυρισμένη μέσα στη δικαστική αίθουσα και βασισμένη στα πρακτικά της πραγματικής δίκης, η Ντιόπ τα αναπλάθει δραματουργικά και επικεντρώνεται χωρίς δραματοποιήσεις, στα βασικά πρόσωπα της δίκης, στα όρια του ντοκιμαντέρ και μίας αναγκαστικής θεατρικότητας, η οποία, ωστόσο, δεν είναι υπέρ του έργου. Οι σιωπές, οι δυο λέξεις, ένας μορφασμός δίνουν ανατριχιαστικά την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της ψυχολογίας του ακροατηρίου και ως εκ τούτου του θεατή. Ένα δικαστικό δράμα, που σπάει πολλά απ’ τα κλισέ του είδους, αλλά ταυτόχρονα μιλά για καυτά ζητήματα, όπως αυτά προκύπτουν από τη δίκη. Αλλά και τις εμβόλιμες παρεμβάσεις με τον λυρικό λόγο της Μαργκερίτ Ντιράς για τη δημόσια διαπόμπευση της γυναίκας, στην έναρξη και στο φινάλε, με την αναπόφευκτη μορφή της Μήδειας, με την εμβληματική Μαρία Κάλας, από την ομώνυμη ταινία του Παζολίνι.

Η Ντιόπ δεν καταφεύγει σε εύκολες λύσεις και πολύ περισσότερο δεν δίνει απαντήσεις, δεν μοιράζει αφορισμούς. Στα ερωτήματα για τις «αόρατες» μαύρες γυναίκες στον κόσμο μας, τη σύγκρουση της αφρικανικής κουλτούρας με τον ευρωπαϊκό τρόπο σκέψης, τη μητρότητα και την άρνησή της ως πράξη εξέγερσης, αφήνει τον θεατή να ψάξει και να βρει τις απαντήσεις. Και αν αδυνατεί -το πιθανότερο- να απαντήσει, δεν είναι λίγο να σκεφτεί τουλάχιστον τα αμείλικτα ερωτήματα, έστω και αν αυτά έρχονται κατά βάση από τον δυτικό τρόπο σκέψης.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στο δικαστήριο της μικρής πόλης Σεντ Ομέρ, στη Γαλλία, μια νεαρή γυναίκα από τη Σενεγάλη δικάζεται για τον εσκεμμένο θάνατο του παιδιού της. Καθώς ξετυλίγεται η διαδικασία τίποτε δεν μοιάζει με αυτό που φαίνεται.

 

Πέρα από τον Τοίχο (Beyond the Wall). Δραματικό θρίλερ, ιρανικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Τζαΐντ Τζαλιλβάντ, με τους Ναβίντ Μοχαματζαντέχ, Ντιάνα Χαμπιμπί, Αλιρεζά Καμαλί, Αμίρ Αγκάι κ.ά.

Αδυσώπητο, σπλαχνικό δραματικό θρίλερ, που τσιτώνει τα νεύρα η αγχωτική του εξέλιξη, σε ένα δυστοπικό μπρουτάλ σκηνικό, συμπαρασύροντας με βιαιότητα τους φιλοσοφικούς προβληματισμούς της ταινίας. Ο Τζαΐντ Τζαλιλβάντ, Ιρανός ικανότατος σκηνοθέτης που γνωρίσαμε πριν λίγα χρόνια με το εξαιρετικό φιλμ «Περίπτωση Συνείδησης», εδώ στήνει μία αλληγορία για τον ασφυκτικό κρατικό έλεγχο και την καταπίεση, έχοντας για ήρωες δυο απελπισμένους. Έναν τυφλό που θέλει να αυτοκτονήσει και μια γυναίκα που καταδιώκεται από την αστυνομία, ως υπεύθυνη για τον θάνατο ενός αστυνομικού σε μία διαδήλωση κι ενώ της έχουν «εξαφανίσει» το τετράχρονο παιδί της οι Αρχές.

Από τα πρώτα του πλάνα κιόλας, ο Τζαλιλβάντ μας εισαγάγει σε έναν εφιάλτη, μια ασφυκτικά ζοφερή ιστορία, με τον τυφλό ήρωα της ταινίας του να προσπαθεί να αυτοκτονήσει με έναν παράδοξα βάναυσο τρόπο, που έχουμε δει μόνο σε βασανιστήρια στο Γκουαντάναμο ή σε άλλα κολαστήρια.

Ο ήρωάς του θα σωθεί, παρά τις προσπάθειές του, αποκαλύπτοντας τις συνθήκες της ζωής του, αφού εκτός από τυφλός, ζει μόνος του σε ένα διαμέρισμα, που φέρνει στο μυαλό αυτό που νομίζουμε ως κόλαση κι ενώ βρίσκεται πάντα κάτω από το άγρυπνο μάτι του διαχειριστή και φύλακα της πολυκατοικίας. Το μόνο πρόσωπο που δίνει μία αίσθηση ανθρωπιάς, είναι ο γιατρός που τον επισκέπτεται καθημερινά για να τον πείσει να κάνει τα γιατροσόφια του, ώστε να μην χειροτερέψει η κατάστασή του.

Αυτή η δυσοίωνη κατάσταση του τυφλού μοναχικού ανθρώπου θα χειροτερέψει, καθώς στη ζωή του θα μπει μια γυναίκα, που καταζητείται για τον θάνατο ενός αστυνομικού και θα βρει καταφύγιο στο αχανές κτίριο που κατοικεί. Μια γυναίκα που ανοίγει και την ιστορία έξω από το ρημαγμένο κτίριο και μέσα από τη δική της οπτική θα μάθουμε γιατί από μία διαμαρτυρία έξω από ένα εργοστάσιο θα βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα και μαζί να ψάχνει για τον τετράχρονο γιο της. Οι δυο τους θα βρεθούν αποκλεισμένοι, ασφυκτικά περικυκλωμένοι από τους αστυνομικούς κι έναν ντετέκτιβ, φτάνοντάς τους στα ψυχολογικά τους όρια, ενώ η μόνη λύση είναι να ενώσουν τις δυνάμεις τους κόντρα στις αρχές καταστολής.

Ο Τζαλιλβάντ, πατώντας συνεχώς το γκάζι της έντασης και της αγωνίας, της απαισιοδοξίας κι ενός ζοφερού μέλλοντος κι επιλέγοντας μια αφήγηση που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα -θα πρέπει να πάρει τα εύσημα και για τις θαυμάσιες σκηνές συγκρούσεων έξω από το εργοστάσιο- στο τέλος θα υπονομεύσει με το αδύναμο φινάλε του σε σχέση με το βασικό κορμό της ταινίας του.

Μια οξεία καταγγελία για τον ασφυκτικό έλεγχο και την καταπίεση του ανθρώπου. Ένα θέμα που δεν αφορά μόνο το ιρανικό καθεστώς, δεν είναι μία μεμονωμένη περίπτωση, μία υπερβολή, αλλά μία πραγματικότητα σε όλο τον κόσμο, που όλο και γιγαντώνεται.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Αλί, ένας απελπισμένος τυφλός, επιχειρεί να αυτοκτονήσει όταν τον διακόπτει ο θυρωρός του κτιρίου του. Τον ενημερώνει πως μια δραπέτης έχει κρυφτεί κάπου στο κτίριο. Ο Αλί ανακαλύπτει τη δραπέτη Λέιλα μέσα στο διαμέρισμα του. Μέσα σε μια διαδήλωση που διακόπηκε βίαια προκαλώντας χάος, έχασε τον τετράχρονο γιο της καθώς τη μετέφεραν σε βαν της αστυνομίας. Σταδιακά ο Αλί θα δεθεί συναισθηματικά μαζί της…

 

Kαραόκε (Karaoke). Κομεντί, ισραηλινής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Μος Ρόζενταλ, με τους Σασόν Γκαμπάι, Ρίτα Σουκρούν, Κόμπι Φάραγκ, Ταλίν Αμπού Χάνα, Λιόρ Ασκενάζι κ.ά.

Γλυκόπικρη όσο και διασκεδαστική κομεντί από το Ισραήλ, με χαρισματικούς πρωταγωνιστές, από τον Μος Ρόζενταλ, στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, που γνώρισε πολλές διακρίσεις.

Ο Ρόζενταλ, χωρίς να έχει το άγχος να αποδείξει το ταλέντο του ή να τραβήξει πάνω του το ενδιαφέρον, θα καταφέρει να ξεδιπλώσει το καλογραμμένο σενάριό του, να αναδείξει τις καταπιεσμένες επιθυμίες και τις ξεχασμένες φιλοδοξίες και τη συμβατικότητα του γάμου, μέσα από μία ιστορία που έχει την πίκρα της. Μία ώριμη ρομαντική κομεντί, για το πέρασμα του χρόνου, το χάσιμο της ζωής από την καθημερινότητα και την ανθρώπινη διάθεση για επιβεβαίωση ακόμη και όταν ο χρόνος εξαντλείται.

Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, με 46 χρόνια γάμου, που ζει τη μικροαστική του ζωή στα προάστια κι έχει πλέον παραιτηθεί από τη χαρά του έρωτα, θα αναστατωθεί όταν μετακομίζει στο πολυτελές ρετιρέ της πολυκατοικίας τους ένας κοσμοπολίτης εργένης, που είναι χαρισματικός και κάνει βραδιές καραόκε στο σπίτι του.

Η βούληση του ανθρώπου να αισθάνεται ζωντανός, σε κάθε ηλικία, να επιζητά την επιβεβαίωση, στιγμές λάμψης από τον νεανικό του ενθουσιασμό, να γνωρίζει νέα πράγματα, ακόμη και αν δεν τα πολυκαταλαβαίνει, είναι το βασικό θέμα της ταινίας του Ρόζενταλ, που δεν αφήνει ασχολίαστο τον γάμο και τη χαμένη σεξουαλικότητα, την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Και όλα αυτά με έναν ιδιαιτέρως χαριτωμένο τρόπο, μια σκηνοθεσία που έχει και έμπνευση και φρέσκια ματιά, αλλά και εξαιρετικούς φωτισμούς και μουσικές, χαλαρούς εύθυμους ρυθμούς, πνευματώδεις διαλόγους, ξεκαρδιστικές ατάκες και ζωντανούς χαρακτήρες που υποδύονται εξαιρετικά η Ρίτα Σουκρούν και οι Λιόρ Ασκενάζι, Σασόν Γκαμπάι. Θα μπορούσε να είναι μια μικρή ευχάριστη έκπληξη αν δεν υπήρχε μια δόση υπερβολής, που μάλιστα τραβάει ιδιαίτερα προς το τέλος.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ.. Η Τόβα και ο Μέιρ είναι ένα ζευγάρι στα 60 που αγαπιούνται ακόμα αλλά τους έχει καταπιεί η ρουτίνα της μικροαστικής ζωής τους στα προάστια. Όταν ένας κοσμοπολίτης εργένης μετακομίζει στο ρετιρέ της πολυκατοικίας τους, η μαγνητική του παρουσία και οι βραδιές καραόκε στο διαμέρισμά του μετατρέπονται σε εμμονή για το φιλήσυχο ζευγάρι.

 

Άρρηκτος Δεσμός (Guy Ritchie’s the Covenant). Περιπέτεια, αμερικανικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Γκάι Ρίτσι, με τους Τζέικ Τζίλενχαλ, Νταρ Σαλίμ, Αλεξάντερ Λούντβιγκ, Άντονι Σταρ, Έμιλι Μπίκαμ, Τζέισον Γουόνγκ κ.ά.

Θεαματική χορταστική πολεμική περιπέτεια, από τον γνώριμο Βρετανό σεναριογράφο και σκηνοθέτη Γκάι Ρίτσι, με τους φανατικούς θαυμαστές και στη χώρα μας για τις στιλιζαρισμένες βίαιες περιπέτειές του. Αυτή τη φορά θα μπει στο είδος τής πολεμικής περιπέτειας που τόσο αγαπά, όπως έχει πει ο ίδιος, ξεπατικώνοντας κανονικά την εξαίρετη δραματική περιπέτεια του Ρόλαντ Τζόφι «Κραυγές στη Σιωπή» του μακρινού 1984. Με τη διαφορά ότι ο ήρωας δεν είναι δημοσιογράφος αλλά στρατιωτικός και ο τόπος τής δράσης δεν είναι η Καμπότζη, αλλά το Αφγανιστάν. Και το βασικότερο, εν αντιθέσει με το πρωτότυπο, δεν υπάρχει η βαθιά κριτική για τις αμερικάνικες ενοχές στις στρατιωτικές επεμβάσεις τους και την ανήθικη στάση τους έναντι βασανισμένων λαών.

Βεβαίως, αν εξαιρέσεις όλα τα παραπάνω, η ταινία του Γκάι Ρίτσι («Sherlock Holmes», «Δυο Καπνισμένες Κάννες») βλέπεται με κάποιο ενδιαφέρον, έχει εντυπωσιακές εικόνες από μάχες και κυνηγητά, σφαγές και αγωνιώδεις σκηνές, αλλά και έναν μοναχικό -Αμερικανό- ήρωα, στα γνωστά πρότυπα ενός κινηματογράφου ενταγμένου στο ψυχροπολεμικό κλίμα.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Αφγανιστάν, ο λοχίας Τζον Κίνλεϊ στρατολογεί τον ντόπιο Αχμέντ για διερμηνέα, του οποίου τον γιο σκότωσαν οι Ταλιμπάν. Μετά από μια επίθεση με μοναδικούς επιζώντες τους δύο άντρες, ο Αχμέντ θα μεταφέρει τον τραυματισμένο Τζον σε ασφαλές μέρος, έπειτα από μια διαδρομή χιλιομέτρων σε αφιλόξενα βουνά. Όταν ο Τζον γυρίσει στις ΗΠΑ και μάθει πως ο Αχμέντ έχει παραμείνει στο Αφγανιστάν και κινδυνεύει η ζωή του, θα αποφασίσει να επιστρέψει για να σώσει τον φίλο του, έστω και χωρίς καμία βοήθεια.

Δηλαδή, μια ακόμη περιπέτεια για την ανδρική φιλία, αλλά και τον αμερικάνικο ηρωισμό, που διαδραματίζεται σε μια χώρα, απ’ την οποία οι αμερικάνικες δυνάμεις έφυγαν κακήν κακώς πριν λίγα χρόνια (η ταινία βεβαίως είναι γυρισμένη μακριά από το Αφγανιστάν και συγκεκριμένα στην Ισπανία). Ένα φιλμ που σηκώνει τη σημαία των πολεμοκάπηλων της Αμερικής, που τουλάχιστον κινηματογραφικά, δείχνει ότι παραμένει η «μοναδική υπερδύναμη» και μπορεί να σώσει -μέσω της σωτηρίας ενός ταπεινού Αφγανού- τον κόσμο, να διατηρήσει και να εξαπλώσει τον περιβόητο αμερικάνικο τρόπο ζωής.

Ένα φιλμ, που εμφανώς απευθύνεται στο αμερικανικό κοινό, αλλά όπως συμβαίνει συνήθως «τρέχει» και σε σχεδόν όλο τον κόσμο, με τα γνωστά αποτελέσματα χειραγώγησης και κυρίως των νέων, που απλώς θέλουν να ξεσαλώσουν.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στην τελευταία του αποστολή στο Αφγανιστάν, ο λοχίας Τζον Κίνλι συνεργάζεται με έναν τοπικό διερμηνέα, τον Αχμέντ. Μετά από μια επίθεση με μοναδικούς επιζώντες τους δύο άντρες, ο Αχμέντ θα μεταφέρει τον τραυματισμένο Τζον σε ένα ασφαλές μέρος, χιλιόμετρα μακριά. Όταν ο Τζον γυρίσει στην Αμερική και μάθει πως ο Αχμέντ βρίσκεται σε κίνδυνο, αποφασίζει να επιστρέψει πίσω για να βοηθήσει τον φίλο του, ξεπληρώνοντας το χρέος του προτού να είναι αργά.

 

Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

 

Evil Dead Rise. Αμερικανική ταινία τρόμου (2022) σε σκηνοθεσία του Λι Κρόνιν («Η Τρύπα»), που προσπαθεί να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο του πετυχημένου τρομο-φραντσάιζ που δημιούργησε το 1981 ο Σαμ Ράιμι. Χωρίς, όμως, το ταλέντο και το μακάβριο χιούμορ του Ράιμι, που κέρδισε το κοινό. Από την ύπαιθρο, θα μεταφέρει το στόρι του στο Λος Άντζελες, όπου μια γυναίκα θα επισκεφτεί τη μεγαλύτερη αδελφή της, η οποία παλεύει να αναθρέψει τα τρία παιδιά της. Η επανένωση θα διακοπεί βίαια, όταν ανακαλύπτουν στα έγκατα του σπιτιού, ένα παράξενο βιβλίο, που απελευθερώνει σαρκοφάγα σατανικά πνεύματα. Η ταινία που προκαλεί αναρίθμητες ανατριχίλες, πολλές φορές μοιάζει με μίξη πολλών ταινιών του είδους, γρήγορα εξαντλείται και προσπαθεί να ανανεώσει την αγωνία με χοντροκομμένα, πολλές φορές, ευρήματα. Παίζουν οι Λίλι Σάλιβαν, Αλίσα Σάδερλαντ κ.ά.

 

Σπασμένος Ήχος. Αρκούντως ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ (2022) του Φοίβου Κοντογιάννη, για το μπουζούκι. Ένα ταξίδι μνήμης στον ήχο του πιο αγαπητού λαϊκού οργάνου της χώρας ειπωμένο μέσα από τα μάτια μεγάλων προσωπικοτήτων τής σύγχρονης ιστορίας του μπουζουκιού και σπάνιο αρχειακό υλικό. Από τους σκοτεινούς τεκέδες και στα χρόνια παρανομίας και διώξεων στα μεγάλα σαλόνια της ελληνικής μουσικής βιομηχανίας και από το ρεμπέτικο στο λαϊκό τραγούδι, από το τρίχορδο στο τετράχορδο όργανο, από το περιθώριο στο προσκήνιο, το μπουζούκι κατέχει επάξια τη θέση του στην αιωνιότητα. Πάνω στην ιδέα του Ανέστη Μπαρμπάτση (έρευνα-σενάριο), τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Φοίβος Κοντογιάννης. Ο πλέον κατάλληλος, καθώς ο πατέρας του Γιώργος και ο θείος του Δημήτρης Κοντογιάννης ίδρυσαν τη Ρεμπέτικη Κομπανία τη δεκαετία του ’70, μια περίοδο που αναγεννήθηκε το ρεμπέτικο τραγούδι. Μισό αιώνα μετά κι ενώ κάποιοι άρχισαν να μιλούν για το τέλος, τον θάνατο του μπουζουκιού, ένα κύμα αναζωογόνησης του λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού, κυρίως από νέους ερμηνευτές και δεξιοτέχνες, διαψεύδει όλους τους εχθρούς της λαϊκής μουσικής και παράδοσης. Κυρίως νέοι αγκαλιάζουν αυτή την αναγέννηση, ανακαλύπτοντας τις ρίζες τους, καταλαβαίνοντας το δέσιμο με το μπουζούκι, ότι αποτελεί την απόληξη της ρωμαίικης ψυχής.

 

Ο Γάμος στο Αφρίν. Ελληνικό ντοκιμαντέρ και τελευταίο μέρος της τριλογίας του Θωμά Σίδερη για τον πόλεμο και την προσφυγιά. Δέκα χρόνια μετά τα πρώτα γυρίσματα, ο Σίδερης επιστρέφει το 2022 στο Αφρίν, όπου έχουν συμβεί πολλά. Ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία και η χαοτική κατάσταση που επικράτησε στη χώρα, η γιγάντωση της ISIS, η παρουσία ξένων στρατιωτικών δυνάμεων, η εισβολή τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων το 2018. Νέα ερείπια πάνω στα ερείπια, προσφυγικοί καταυλισμοί. Αυτό που δεν άλλαξε όλα αυτά τα χρόνια ήταν ο φόβος των ανθρώπων για την επόμενη μέρα και κυρίως για τους Κούρδους που έγιναν πρόσφυγες μέσα στην ίδια την πόλη τους.

 

Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι (Last Tango in Paris). Η διάσημη ταινία του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι που προκάλεσε πάταγο στην εποχή της (1973) σε επανέκδοση. Σεξ και υπαρξιακή αγωνία, ένα σκληρό σχόλιο για την εποχή, που κρατά ακόμη, για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να αισθανθούν τον έρωτα, την αγάπη, πλέουν στη μοναξιά. Ο Πολ, ένας μεσήλικας Αμερικανός που ζει στο Παρίσι, προσπαθεί να υπερβεί την αυτοκτονία τής γυναίκας του. Η Ζαν, μια όμορφη νεαρή κοπέλα, ετοιμάζεται να παντρευτεί. Ο Πολ και η Ζαν θα χτίσουν μια γεμάτη πάθος σχέση που βασίζεται αποκλειστικά στο σεξ, προσπαθώντας μάταια να γεμίσουν τα κενά της ζωής τους. Η «ταινία σκάνδαλο» σήμερα βλέπεται κυρίως για ιστορικούς λόγους, αλλά και για το ξακουστό ζευγάρι Μάρλον Μπράντο – Μαρία Σνάιντερ. Για τους συλλέκτες εμπειριών, η διεύθυνση φωτογραφίας είναι του Βιτόριο Στοράρο και η αξέχαστη μουσική του Γκάτο Μπαρμπιέρι.

 

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ