Έργα ζωγραφικής της Αμμοχώστου στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά από τις 3 Απριλίου

Για 45 χρόνια οι Κύπριοι τα θεωρούσαν χαμένα, αφού εγκαταλείφθηκαν στην Αμμόχωστο το 1974 με την εισβολή

Ο Δήμος Πειραιά και ο Δήμος Αμμοχώστου στο πλαίσιο αδερφοποίησής τους, παρουσιάζουν για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό 25 έργα της Δημοτικής Πινακοθήκης Αμμοχώστου, τα οποία για 45 χρόνια οι Κύπριοι τα θεωρούσαν χαμένα, αφού εγκαταλείφθηκαν στην Αμμόχωστο το 1974 με την εισβολή.

 

Μεταξύ αυτών και έργα εμβληματικών Ελλήνων καλλιτεχνών, του Χατζηκυριάκου – Γκίκα, του Τσαρούχη, του Μόραλη, του Κόντογλου και άλλων. Τα συνολικά 219 έργα παραδόθηκαν τον Σεπτέμβρη του 2019 στα Ηνωμένα Έθνη, τα οποία διαμεσολάβησαν για την ολοκλήρωση της επιστροφής τους και από τον Ιανουάριο του 2023 φιλοξενούνται προσωρινά στο Δημοτικό Μουσείο «Θάλασσα», στην Αγία Νάπα.

Η έκθεση στον Πειραιά με τίτλο «Αμμόχωστος-Πειραιάς, Διαδρομές Επί Σκοπού», εγκαινιάζεται την Δευτέρα 3 Απριλίου. Πραγματοποιείται υπό την αιγίδα της Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, καθώς και του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη. Μια έκθεση σημαντική για τον σύγχρονο πολιτισμό όχι μόνο για τη μεγάλη καλλιτεχνική αξία των έργων αλλά και γιατί είναι από τις ελάχιστες φορές που παραδίδονται πολιτιστικά αγαθά, τα οποία θεωρούνταν χαμένα λόγω εχθροπραξιών, στην κοινότητα που ανήκουν.

Όπως επισήμανε ο δήμαρχος Πειραιά Γιάννης Μώραλης, χαιρετίζοντας σήμερα την έκθεση σε συνέντευξη Τύπου, «οι επισκέπτες θα βλέπουν αυτά τα έργα και θα θυμούνται ή και κάποιοι ίσως μάθουν για πρώτη φορά, ότι υπάρχει μια πόλη στην Κύπρο, ερημωμένη, μισοκατεστραμμένη και νεκρή σχεδόν 50 χρόνια». Περιέγραψε μία «πόλη φάντασμα που δεν έχει αντίστοιχο παράδειγμα παγκοσμίως », μια πόλη « η οποία πριν από την εισβολή έμοιαζε αρκετά με τον Πειραιά. Το λιμάνι της ήταν το μεγαλύτερο του νησιού και στον τομέα της διακίνησης εμπορευμάτων και από άποψη επιβατών» συνέχισε ο κ. Μώραλης. «Η Αμμόχωστος ήταν κέντρο πολιτισμού και αθλητισμού και επιπλέον είναι μια πόλη με πανάρχαια ιστορία, όπως ο Πειραιάς. Από την άλλη, ανεξάρτητα από την παράνομη κατοχή της Αμμοχώστου και παρά το θλιβερό καθεστώς που παραμένει εκεί, ο Δήμος Αμμοχώστου είναι ζωντανός και ενεργός».

Η έκθεση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για τον σύγχρονο πολιτισμό όχι μόνο για τη μεγάλη καλλιτεχνική αξία των έργων, αλλά και γιατί είναι από τις ελάχιστες φορές που παραδίδονται πολιτιστικά αγαθά, τα οποία θεωρούνταν χαμένα λόγω εχθροπραξιών, στην κοινότητα που ανήκουν.

Από την πλευρά του, ο δήμαρχος Αμμοχώστου Σίμος Ιωάννου, σε δήλωσή του, υπογράμμισε ότι αυτή η έκθεση ορόσημο στέλνει «το ανανεωμένο μήνυμα δυναμισμού και υπόσχεσης» μήνυμα «πως ουδέποτε ξεχνούμε και αέναα αγωνιζόμαστε για να διατηρήσουμε ζωντανή τη μνήμη της Αμμοχώστου μας, ελπίζοντας και διεκδικώντας την απελευθέρωση του τόπου μας». Όπως εξήγησε « στα πλαίσια της διαφώτισης για το θέμα της Αμμοχώστου και ολόκληρης της Κύπρου μέρος των πινάκων θα περιοδεύει. Πρώτος σταθμός μας, ο Πειραιάς. Χαρακτήρισε τα έργα σημαντικά για την ιστορία της τέχνης τόσο της Κύπρου και της Ελλάδας, όσο και ολόκληρου του κόσμου

Η Εντεταλμένη δημοτική σύμβουλος Πολιτισμού, Ειρήνη Νταϊφά, χαιρέτησε την έκθεση τονίζοντας ότι με την έκθεση αυτή ο Δήμος Πειραιά «αποδεικνύει έμπρακτα την πεποίθησή του, ότι η Τέχνη και ο Πολιτισμός μπορούν να συμβάλλουν στις προσπάθειες ειρήνης, συνεργασίας, εμπιστοσύνης και αλληλοκατανόησης για το κοινό καλό».

Η διευθύντρια Πολιτισμού του Δήμου Πειραιά Ευαγγελία Μπαφούνη, μίλησε για την ιδιαιτερότητα της παρουσίασης των έργων.

«Ο σχεδιασμός της φιλοξενίας αυτών των έργων, προσωρινά, στο Μουσείο της Θάλασσας, στην Αγία Νάπα, έως ότου επιστρέψουν στην πραγματική τους στέγη στην Αμμόχωστο, αποτέλεσε για τον Δήμο Πειραιά μια πρόκληση για πολλούς λόγους. Εν πρώτοις η καλλιτεχνική αξία των έργων υπαγόρευε την έκθεσή τους σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό, εκτός Κύπρου. Παράλληλα όμως, παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο τρόπος ανάκτησής τους, ύστερα από μια υποδειγματική συνεργασία μεταξύ των μελών της Τεχνικής Επιτροπής για τον Πολιτισμό που είχε συγκροτηθεί από εκπροσώπους τόσο της Ελληνοκυπριακής όσο και της Τουρκοκυπριακής κοινότητας του νησιού. Συνεργασία, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει μάθημα προσέγγισης μεταξύ κοινοτήτων που τις χώρισαν εχθροπραξίες, σε σχολές διπλωματίας. Και τέλος το μεγάλο δίδαγμα ότι η πολιτιστική κληρονομιά κάθε λαού είναι αναπαλλοτρίωτη και ανήκει σε αυτόν που τη δημιούργησε».

 

Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 21 Μαΐου.

 

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ