Απειλές, προειδοποιήσεις και «πολεμικές ιαχές». Η ρητορική της Τουρκίας ακολουθεί ένα δρόμο κλιμάκωσης, με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να δίνει τον τόνο και τους υπουργούς του να ακολουθούν. Το «μπορεί να έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ», με το οποίο απείλησε την Αθήνα ο τούρκος πρόεδρος, δεν υιοθετείται μόνο από την κυβέρνηση του αλλά και από την αντιπολίτευση.
Τα κόμματα της τουρκικής αντιπολίτευσης επιχειρούν μάλιστα να εμφανιστούν με ακόμα πιο εθνικιστικές θέσεις, καλώντας τον Ερντογάν και την κυβέρνηση του να μην περιορίζονται στα λόγια, αλλά αν έχουν το «θάρρος» και το «κουράγιο» να κινηθούν με πράξεις απέναντι στην Ελλάδα.
Η τουρκική πολιτική σκηνή υιοθετεί σύσσωμη την ανθελληνική ρητορική, παρά το ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τον λαό της χώρας να μην θεωρεί εχθρούς τους Έλληνες και να μην υιοθετεί τις ακρότητες που επιχειρούν οι πολιτικοί να επιβάλουν στην ατζέντα.
Η ανησυχία
Και παρά το ότι η συγκυρία που δημιουργεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία – θεωρητικά – δεν επιτρέπει παραφωνίες στο ΝΑΤΟ, και δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης της εδαφικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, η Άγκυρα δεν διστάζει να δοκιμάζει τα όρια τόσο της Βορειοατλανικής Συμμαχίας και της Δύσης. Και σίγουρα δημιουργεί ανησυχία στην Αθήνα.
Ακόμα και αν μία ευθεία απειλή εναντίον της Ελλάδας, πέραν της ρητορικής, επί του πεδίου, θα μπορούσε να φέρει την Τουρκία σε δύσκολη θέση, κανείς δεν μπορεί πλέον να αποκλείσει ένα ατύχημα.
Τα ερωτήματα
Και το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι πόσο θωρακισμένη είναι η Ελλάδα;
Τι εξασφαλίζουν οι συμμαχίες της;
Πόσο άμεσα αποτελεσματικό μπορεί να αποδειχθεί το εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας και τελικά πόσο ισχυρές και σε ποια κατεύθυνση είναι οι συμμαχίες που «σφυρηλατήθηκαν» με συμβόλαια εκατομμυρίων;
Η Τουρκία πόσο ενισχύεται μέσα από το ρόλο που επιχειρεί να παίξει στον πόλεμο στην Ουκρανία και πόσο απαραίτητη είναι για τη Δύση;
Ανησυχεί η Αθήνα
Όπως φάνηκε και από τις τοποθετήσεις των εκπροσώπων των κομμάτων στο φόρουμ του Οικονομικού Ταχυδρόμου στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα αναγνωρίζουν τον κίνδυνο ενός «ατυχήματος» καθώς η Τουρκία εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να κλιμακώνει την ένταση με ορίζονται τις εκλογές του 2023.
Με την τουρκική αντιπολίτευση να εγκλωβίζει ακόμα περισσότερο την κυβέρνηση Ερντογάν στο δρόμο της επιθετικότητας και σημειώνοντας ότι ο κίνδυνος αυξάνεται ιδιαίτερα λόγω της απουσίας διαλόγου.
Ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, μιλώντας την Παρασκευή στον ΟΤ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο αιφνιδιαστικής επίθεσης εκ μέρους της Τουρκίας, σημειώνοντας ότι «και ο Ερντογάν κινείται σ’ αυτή την κατεύθυνση προετοιμάζοντας το έδαφος, με τη ‘Γαλάζια Πατρίδα’, με τις διεκδικήσεις για αλλαγή συνόρων». Εκτίμησε δε ότι «η υποχώρηση σε κυριαρχικά δικαιώματα έχει ήδη αποφασιστεί και δρομολογηθεί» καθώς και ότι το ΝΑΤΟ «θα στηρίξει την Τουρκία». Σημείωσε ακόμα ότι σε περίπτωση σύγκρουσης η Ελλάδα «θα είναι μόνη» καθώς «ΝΑΤΟ, ΗΠΑ το έχουν πει μ’ όλους τους τρόπους, αλλά και η ΕΕ δεν πρόκειται να κουνήσει το χεράκι της για να κάνει οτιδήποτε».
Ο βουλευτής της ΝΔ, Κώστας Γκιουλέκας, από την πλευρά του το Σάββατο, μιλώντας στο OT Forum στη ΔΕΘ τόνισε ότι η απειλεί είναι «ασφαλώς πολύ πιο αναβαθμισμένη σε επίπεδο έντασης και σε επίπεδο αποφασιστικότητας από την πλευρά της τουρκικής ηγεσίας». Εξέφρασε και αυτός με τη σειρά του την εκτίμηση ότι πλησιάζοντας προς το 2023 η Τουρκία θα κορυφώνει ακόμη περισσότερο όλη αυτή την επιθετική ρητορική της. «Το πού μπορεί να φτάσει κανείς δεν το ξέρει. Φοβάμαι το ενδεχόμενο ατυχήματος» ανέφερε χαρακτηριστικά. Σημείωσε ωστόσο ότι η Ελλάδα είναι προσεκτική, αγωνίζεται ουσιαστικά αναβαθμίζοντας την διπλωματική πολιτική της θέση, αλλά και την άμυνα.
Για ενδεχόμενο ατυχήματος μίλησε και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Μπουρνούς. Εκτίμησε ότι ο Ερντογάν θα κλιμακώσει την ένταση «τόσο όσο», ενώ χαρακτήρισε τη Άγκυρα ως μία αναθεωρητική δύναμη που αμφισβητεί τα πάντα, σημειώνοντας ότι τα τουρκικά επιχειρήματα είναι παράλογα.
Στην ανάγκη προστασίας της εθνικής κυριαρχίας αναφέρθηκε και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, στην ομιλία του στο Βελλίδειο, κάτι που είχε κάνει και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης το περασμένο Σάββατο.
Οι συμμαχίες και το διεθνές δίκαιο
Η Αθήνα ωστόσο σε αντίθεση με την Άγκυρα, τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση, σημειώνουν την ανάγκη αποκλιμάκωσης, των ψύχραιμων αντιδράσεων αλλά και των βημάτων με πλήρη σεβασμό στο διεθνές δίκαιο.
Οι συμμαχίες που έχει συνάψει η Ελλάδα και μέσω των συμβολαίων για τα εξοπλιστικά, εκτιμάται ότι ενισχύουν διπλωματικά τη χώρα, με τη στήριξη να αναγνωρίζεται ότι φτάνει μέχρι συγκεκριμένα όρια.
Η Κύπρος
Για την ελληνική διπλωματία άλλωστε οι εξελίξεις φέρνουν στο προσκήνιο και το Κυπριακό. Με τον πολιτικό κόσμο της Ελλάδας να υπογραμμίζει την τραγωδία της Κύπρου και την 48χρονη κατοχή από τις τουρκικές δυνάμεις, αναγνωρίζοντας ότι η διεθνής κοινότητα απέφυγε επιμελώς να δώσει τη δέουσα σημασία και να αντιδράσει ως όφειλε.
Η Κύπρος εκτιμάται άλλωστε τόσο από τα πολιτικά κόμματα όσο και από τους διπλωμάτες ότι μπορεί να αποτελέσει το στόχο στον οποίο ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να μεταφέρει την ένταση. Η επόμενη πρόκληση υπολογίζεται ότι θα λάβει χώρα στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα πρέπει να υπάρξει η ανάλογη αντίδραση από τη διεθνή κοινότητα. Με την άρση του εμπάργκο όπλων προς την Κύπρο από τις ΗΠΑ να σημειώνεται ως ένα θετικό στοιχείο και την αντίδραση της Άγκυρας να υπογραμμίζεται ως επαναβεβαίωση του τουρκικού αναθεωρητισμού και αδιαλλαξίας.
Με την επόμενη βδομάδα να είναι εβδομάδα Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, Αθήνα και Λευκωσία προετοιμάζονται και περιμένουν την ομιλία Ερντογάν. Θεωρούν δε βέβαιο ότι στην ομιλία του ο τούρκος πρόεδρος θα επιχειρήσει να καταγγείλει την Ελλάδα ως χώρα παραβάτη, να υπερασπιστεί το αφήγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας», αλλά και τις διεκδικήσεις της Τουρκίας περί αποστρατικοποίησης των νησιών, προσπαθώντας να δώσει στον αναθεωρητισμό του επίφαση «νομιμότητας». Και κυρίως να δημιουργήσει έναν αντιπερισπασμό στο εσωτερικό του ακροατήριο, περί ισχυρής Τουρκίας, ενώ η χώρα συνεχίζει να βυθίζεται στην οικονομική κρίση.