Δίκη για τη διπλή δολοφονία με αρσενικό: Τι είπε ο λέκτορας του ΑΠΘ μπροστά στη μητέρα της γυναίκας του

Η διπλή δολοφονία με αρσενικό αναβιώνει στη Θεσσαλονίκη. Ο κατηγορούμενος λέκτορας του ΑΠΘ δηλώνει αθώος και ευελπιστεί να ανατρέψει την πρωτόδικη απόφαση για το έγκλημα…

Η υπόθεση της διπλής δολοφονίας – γιαγιάς και εγγονής – με αρσενικό, που είχε συνταράξει την ελληνική κοινωνία το καλοκαίρι του 2013, με κατηγορούμενο τον λέκτορα Γεωλογίας του ΑΠΘ, αναβίωσε σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης. Ο γεωλόγος από το εδώλιο του κατηγορούμενου, προτού ξεκινήσει η εκδίκαση της υπόθεσης, πήρε τον λόγο και δήλωσε για ακόμη μια φορά αθώος.

«Όπως διαπιστώνετε από την εξέλιξη της διαδικασίας, δεν υπάρχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο που να με συνδέει με τους δύο θανάτους. Η πλευρά της πολιτικής αγωγής, θα προσπαθήσει να στρέψει τα βλέμματα στην ηθική μου συμπεριφορά, όσον αφορά την συζυγική απιστία».

Υπενθυμίζεται πως ο 49χρονος κατηγορούμενος και σύζυγος του ενός θύματος, αρνείται τις κατηγορίες που του αποδίδονται, δηλώνοντας αθώος. Σημειώνεται πως κατηγορείται για ανθρωποκτονία με πρόθεση κατά συρροή. Ο κατηγορούμενος είχε κηρυχθεί ομόφωνα ένοχος πρωτόδικα, για τη δολοφονία της 34χρονης συζύγου του και της 85χρονης γιαγιάς της, που έχασαν τη ζωή τους από δηλητηρίαση με αρσενικό.

Η μητέρα του 34χρονου θύματος, η οποία κατέθεσε πρώτη στο δικαστήριο, ανέφερε πως επρόκειτο για έναν περίεργο δεσμό μεταξύ του ζευγαριού, ενώ ανέφερε και κάποια επιθετικά λεκτικά περιστατικά από την πλευρά του κατηγορούμενου προς την κόρη της.

«Θυμάμαι ότι είχαν προστριβές ακόμη και πριν γεννηθεί το παιδί τους. Η κόρη μου ήταν ήπιων τόνων, αρκετά αγχώδης. Από τον Δεκέμβριο του 2012 ξεκίνησαν τα προβλήματα υγείας της, δηλαδή οκτώ μήνες πριν τον θάνατό της. Τα προβλήματα υγείας ξεκίνησαν με ναυτία και λιποθυμικές τάσεις, ενώ τους προηγούμενους μήνες ήταν υγιέστατη. Αυτό έγινε ξανά τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2013, οπότε και πήγαμε σε παθολόγο για εξετάσεις, οι οποίες βγήκαν καθαρές.

Έως τότε θεωρούσαμε πως είναι από το άγχος και την στεναχώρια της λόγω του διδακτορικού που απέτυχε. Ακολουθώντας τις οδηγίες του παθολόγου, καταλήξαμε σε νοσοκομείο, όπου εκεί έκανε διάρροια και πυρετό. Τον Μάιο εισήχθη στο Ιπποκράτειο με αυτά τα συμπτώματα, κι άρχισε να έχει πιο συχνά προβλήματα με το στομάχι της, δεν μπορούσε να φάει και ήταν με όρο».

Τον Ιούλιο του 2013, σύμφωνα με την κατάθεση της μητέρας ενώπιον του δικαστηρίου, η κόρη της εισήχθη στο νοσοκομείο Παπανικολάου, με αδυναμία στα χέρια και στα πόδια. «Είχε μυϊκή αδυναμία, έπεφτε, δεν είχε καν κουράγιο να περπατήσει, κινούταν με πολύ δυσκολία. Ωστόσο δεν βρίσκαμε τίποτα για πάθηση μέχρι τότε. Όταν εισήχθη στην παθολογική κλινική μας είπαν ότι υποψιάζονται πως έχει καρκίνο, κάτι το οποίο δεν επιβεβαιώθηκε.

Ζήτησα να επαναληφθεί η εξέταση κι έτσι έγινε, ήταν πολύ πεσμένος ο αιματοκρίτης. Την είχαν με όρο και δεν έτρωγε κανονικά, ενώ νερό έπινε από ένα μπουκαλάκι και χρησιμοποιούσε καλαμάκι. Στις 28/7 μπαίνει στην ΜΕΘ, μέχρι 4/8 όπου μεταφέρθηκε πάλι στο δωμάτιο. Από τον λαιμό και κάτω ήταν παράλυτη, δεν κινούσε ούτε χέρια πόδια, το κεφάλι της ήταν μόνο ευθεία. Εκείνο το διάστημα βρέθηκε ένα αυξημένο ποσοστό αρσενικού. Οι γιατροί, δεν μπορούσαν να αντιληφθούν τι συμβαίνει και δεν επέτρεπαν άλλους ασθενείς στον ίδιο θάλαμο. Όταν ερχόταν ο άντρας της τους άφηνα και έβγαινα στον διάδρομο, για κανένα μισάωρο.

Είμαι σίγουρη πως αυτός είναι ο δολοφόνος. Αυτό αποδεικνύεται από την συμπεριφορά του αλλά και από τα στοιχεία. Ποιος σύζυγος ή πατέρας δεν θα πήγαινε να αφήσει ένα λουλούδι στην γυναίκα του. Όταν ήρθε στα σαράντα της, έκατσε σε άλλο τραπέζι, όχι μας μαζί μας, ενώ στα τριήμερα δεν ήρθε καθόλου. Επίσης εμείς δεν ξέραμε ότι έχει άλλο δεσμό, εγώ το έμαθα στο δικαστήριο. Θεωρώ πως δεν ήθελε να της ζητήσει διαζύγιο για να μην χάσει τον έλεγχο του παιδιού, κι για αυτό την σκότωσε».

Όσον αφορά τον θάνατο της 85χρονης, η ίδια επεσήμανε πως «η μητέρα μου μπήκε στο νοσοκομείο στις 18/8 και σε λιγότερο από 24 ώρες πέθανε. Ήταν ένας άνθρωπος που ζούσε χωρίς φάρμακα και ήταν υγιής. Την άφησα καλά στο σπίτι, και αργότερα την έφεραν στο νοσοκομείο. Είχε αλλάξει το χρώμα του σώματος, είχε γίνει πιο σκούρο. Αυτό το είχα διαπιστώσει πριν μπει στο νοσοκομείο». Η δική συνεχίζεται.

Πηγή: thesstoday.gr