Το μικροβίωμα ως «ξεχωριστό» όργανο: Πώς θα το διατηρούμε υγιές;

Οι ερευνητές εξετάζουν το μικροβίωμα του εντέρου για τη δυνατότητά του να ωφελήσει αμέτρητες πτυχές τόσο της σωματικής όσο και της ψυχικής υγείας

Ολοένα και περισσότεροι από εμάς καταφεύγουμε στη βοήθεια των προβιοτικών για την καλύτερη λειτουργία του εντέρου και του πεπτικού συστήματος.

 

Τα προβιοτικά βρίσκονται σε τροφές που έχουν υποστεί ζύμωση, όπως είναι το γιαούρτι, το κεφίρ και τα τουρσιά και φυσικά χορηγούνται ως συμπληρώματα διατροφής. Γιατί όμως τα αναζητάμε όλο και περισσότερο; Η αυξανόμενη αυτή αναφορά στην αξία τους πηγάζει από την αυξανόμενη επιστημονική προσοχή και την αναγνώριση της σημασίας του μικροβιώματος, του οικοσυστήματος του εντέρου, στην λειτουργία του ανοσοποιητικού και πολλών ακόμη συστημάτων του οργανισμού μας.

Οι ερευνητές εξετάζουν το μικροβίωμα του εντέρου για τη δυνατότητά του να ωφελήσει αμέτρητες πτυχές τόσο της σωματικής όσο και της ψυχικής υγείας. Αυτή η δυνατότητα δημιουργεί ενθουσιασμό για την προοπτική βελτίωσης της υγείας των ανθρώπων και, ενδεχομένως, για την αναχαίτιση της επιδημίας της παχυσαρκίας μέσω της βελτίωσης των βακτηρίων του εντέρου.

Γι’ αυτό και οι ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Warwick έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ιατρική κοινότητα θα πρέπει να εξετάσει το μικροβίωμα του εντέρου σχεδόν σαν ένα όργανο από μόνο του.

Όπως συμβαίνει και με άλλα όργανα, αν το μικροβίωμα του εντέρου δεν λειτουργεί καλά μπορεί να προκαλέσει προβλήματα. Αντιστρόφως, αν λειτουργεί σωστά, προάγει την υγεία και την ευημερία.

“Γνωρίζουμε ότι το ανθρώπινο μικροβίωμα είναι ζωτικής σημασίας σε υγιείς φυσιολογικές διαδικασίες. Η έρευνά μας δείχνει ότι διαδραματίζει πολλούς και ποικίλους ρόλους — για παράδειγμα, στη φυσιολογική ανάπτυξη του ανοσοποιητικού συστήματος, στη διαμεσολάβηση φλεγμονωδών οδών και μεταβολικών διεργασιών και στη ρύθμιση της όρεξης” λέει η Δρ Hanson από το Warwick Medical School και το University Hospitals Coventry & Warwickshire NationalHealth Service (NHS).

Τα μικρόβια επηρεάζουν την υγεία του εντέρου, άλλα θετικά και άλλα αρνητικά. Ορισμένα βακτηριακά είδη φαίνεται να συνδέονται με χαμηλότερη όρεξη, χαμηλότερο σωματικό βάρος και μειωμένη συνολική φλεγμονώδη κατάσταση. Άλλα βακτηριακά είδη συνδέονται με δυσμενή μεταβολική κατάσταση.

Μέχρι την ηλικία των 3 ετών, το μικροβίωμα του εντέρου έχει διαμορφωθεί, αλλά υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που μπορούν να αλλάξουν την ποικιλομορφία και την ανάπτυξή του. Αυτοί οι παράγοντες περιλαμβάνουν τα γονίδια των ξενιστών, τη διατροφή, την ηλικία, τον τρόπο γέννησης, τα αντιβιοτικά, τα προβιοτικά και τα πρεβιοτικά.

“Μέχρι στιγμής, τα δεδομένα από μελέτες με βάση τον άνθρωπο είναι κυρίως παρατηρητικού χαρακτήρα. Εξακολουθούμε να μην έχουμε αρκετά στοιχεία για να πούμε ότι βοηθούν στην καλύτερη μεταβολική υγεία. Μπορούμε μόνο να πούμε ότι αυτά τα μικροβιώματα συνδέονται με καλύτερα αποτελέσματα” λέει ο Δρ Barber από το Warwick Medical School και το University Hospitals Coventry & Warwickshire NationalHealth Service (NHS).

Προβιοτικά και υγιές μικροβίωμα

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι τα προβιοτικά δρουν διατηρώντας την ισορροπία των φυσιολογικών εντερικών μικροβίων και βελτιώνοντας το ανοσοποιητικό σύστημα. Ορισμένα είδη προβιοτικών μπορεί να βοηθήσουν με συγκεκριμένες καταστάσεις ασθενειών. Παρά τη δημοτικότητα των προβιοτικών τα τελευταία χρόνια, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία σχετικά με τα οφέλη των προβιοτικών και την ασφάλειά τους, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών παρενεργειών.

 

Μεταμοσχεύσεις βακτηρίων κοπράνων

Πρόσφατες μελέτες εξέτασαν τα οφέλη της μεταμόσχευσης βακτηρίων κοπράνων από υγιείς δότες σε άτομα με εντερικές ασθένειες σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της λειτουργίας των μικροβίων του εντέρου.

Τέτοιες μεταμοσχεύσεις μπορούν να θεραπεύσουν διάφορες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένης της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου, της δυσκοιλιότητας, των μεταβολικών ασθενειών, των αυτοάνοσων ασθενειών, των αλλεργικών διαταραχών και του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης.

Οι διαδικασίες αυτές είναι πολύ πιο αποτελεσματικές από τα προβιοτικά — με τα αποτελέσματα των μεταμοσχεύσεων να διαρκούν περίπου 24 εβδομάδες, σε σύγκριση με τις 14 ημέρες των προβιοτικών.

Πρεβιοτικά

Τα φυτικά τρόφιμα είναι μια πηγή πρεβιοτικών, τα οποία διεγείρουν την ανάπτυξη των βακτηρίων του εντέρου. Τα πρεβιοτικά έχουν τρία χαρακτηριστικά:

Αντιστέκονται στην απορρόφηση στο πεπτικό σύστημα.

Μπορούν να ζυμωθούν από το μικροβίωμα.

Μπορούν να έχουν θετική επίδραση στην υγεία είτε μέσω της άμεσης είτε μέσω της έμμεσης δράσης του μικροβιώματος.

Οι διαιτητικές ίνες, κυρίως από φυτικά τρόφιμα, είναι η κύρια πηγή πρεβιοτικών. Οι διαιτητικές ίνες διακρίνονται σε δύο τύπους: διαλυτές και αδιάλυτες. Οι πρώτες βοηθούν στη μείωση των επιπέδων χοληστερόλης και γλυκόζης και οι δεύτερες προωθούν την κίνηση των τροφών μέσω του πεπτικού συστήματος.

Οι κύριες πηγές διαλυτών ινών είναι τα φρούτα και τα λαχανικά. Αν και τα δημητριακά και τα προϊόντα ολικής αλέσεως παρέχουν αδιάλυτες ίνες, τα περισσότερα τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες περιέχουν και τα δύο είδη ινών.

Οι τρέχουσες συστάσεις για την πρόσληψη διαιτητικών ινών για ενήλικες στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι 30-35 γραμμάρια την ημέρα για τους άντρες και 25-32 γραμμάρια την ημέρα για τις γυναίκες, αλλά η διατροφή των περισσότερων ανθρώπων υπολείπεται αυτών.

Τα οφέλη από την πρόσληψη των διαιτητικών ινών είναι ευρέως αναγνωρισμένα: Βοηθούν στην αντιμετώπιση πολλών προβλημάτων υγείας, συμπεριλαμβανομένου του υπερβολικού σωματικού βάρους, της χρόνιας φλεγμονής, της κατάθλιψης, του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων και καρκίνου του παχέος εντέρου. Επίσης, έχουν ευεργετική επίδραση στο ανθρώπινο μικροβίωμα.

Αυτό που είναι σαφές και συνίσταται να κάνουν όλοι επομένως, είναι να καταναλώνουν πολλές φυτικές ίνες, ποικιλία ανεπεξέργαστων τροφίμων, πολλά φρούτα και λαχανικά. Έτσι, θα έχουν καλύτερη μεταβολική υγεία, καθώς και ένα πιο ποικίλο μικροβίωμα του εντέρου.

 

Πηγή: shape.gr