Δύο νέες προγραμματικές συμβάσεις, συνολικού προϋπολογισμού 1.120.000 ευρώ υπέγραψαν προημερών η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και ο Περιφερειάρχης Πελοποννήσου Παναγιώτης Νίκας.
Οι συμβάσεις αφορούν στην εκπόνηση μελετών για τη δημιουργία του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσσήνης και στη διαμόρφωση του χώρου τοποθέτησης του Ταφικού Μνημείου Ερμιόνης.
Η σύμβαση για το μουσείο
Η προγραμματική σύμβαση προβλέπει την εκπόνηση των αναγκαίων μελετών (Προμελέτη, Οριστική – Μελέτη Εφαρμογής – Τεύχη δημοπράτησης), καθώς και τη Μουσειολογική και Μουσειογραφική μελέτη.
Η αναγκαιότητα της ίδρυσης του μουσείου επιβάλλεται από τον πλούτο του υλικού των ανασκαφών που διενεργούνται εδώ και χρόνια από τον καθηγητή Πέτρο Θέμελη στην Αρχαία Μεσσήνη. Η συντήρηση τεκμηρίωση των ευρημάτων των ανασκαφών που διενεργούνται στην αρχαία Μεσσήνη επί πολλές δεκαετίες και η έκθεση επιλεγμένων συνόλων θα δώσει την δυνατότητα παρουσίασης στο κοινό της διαχρονικής ιστορίας της περιοχής, την εξέλιξη της οικιστικής μορφής της και το βίο των κατοίκων της.
Ο χώρος
Το μουσείο θα ανεγερθεί σε οικόπεδο ιδιοκτησίας του Δήμου Μεσσήνης, εμβαδού 9.258,60 τ.μ., στην περιοχή μεταξύ του υφιστάμενου αρχαιολογικού μουσείου και του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Μεσσήνης. Η διαδικασία δωρεάς του οικοπέδου από τον Δήμο Μεσσήνης στο ΥΠΠΟΑ βρίσκεται σε εξέλιξη.
Το Ταφικό Μνημείο Ερμιόνης
Η σύμβαση για την αναστήλωση, στερέωση και διαμόρφωση χώρου τοποθέτησης του Ταφικού Μνημείου Ερμιόνης, προϋπολογισμού 120.000 ευρώ και φορέα υλοποίησης την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας, προβλέπει την εκπόνηση αρχιτεκτονικής, στατικής, Η/Μ μελέτης, καθώς και μελέτης φωτισμού και διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου, με σκοπό την ανάδειξη του Ταφικού Μνημείου Ερμιόνης, μεγάλων διαστάσεων (3,23X1,98X1,45) καλύμματος ταφικής κλίνης, που παριστάνει ανακεκλιμένο ζεύγος με ημίεργες κεφαλές. Το ρωμαϊκό ταφικό μνημείο θα τοποθετηθεί σε τμήμα δημοτικού οικοπέδου, που βρίσκεται ανατολικά του κτηρίου του ΟΤΕ στην Ερμιόνη, το οποίο παραχωρήθηκε για τον συγκεκριμένο σκοπό στο ΥΠΠΟΑ. Ο χώρος αυτός επιλέχθηκε επειδή είναι κοντά στο σημείο εύρεσης του Μνημείου, ενώ γειτνιάζει και με κατάλοιπα αναστηλωμένου τμήματος του αρχαίου τείχους της Ερμιόνης.