Η απόφαση να οδηγηθούν στην εκτέλεση τα μέλη της τσαρικής οικογένειας των Ρομανώφ ελήφθη από τους τοπικούς μπολσεβίκους στα Ουράλια και συντόνισαν τις ενέργειές τους με την κεντρική κυβέρνηση στη Μόσχα.
Αυτό προκύπτει από το πόρισμα της εκκλησιαστικής επιτροπής που διερευνά τα αποτελέσματα της έρευνας των «λειψάνων του Εκατερίνμπουργκ» (της τσαρικής οικογένειας), το οποίο δημοσιεύθηκε σήμερα στην ιστοσελίδα του Πατριαρχείου της Μόσχας.
Στο πόρισμα αναφέρεται ότι «η επικοινωνία με τη Μόσχα στο ζήτημα της εκτέλεση της τσαρικής οικογένειας ήταν συνεχής» και πως «η ευθύνη για τον συντονισμό της λύσης του ζητήματος αυτού (της εκτέλεσης) είχε ανατεθεί στον στρατιωτικό κομισάριο Φ. Ι. Γκολοσέκιν, ο οποίος θεωρούνταν στα Ουράλια ο «άνθρωπος του κέντρου» (ορισμένοι τον αποκαλούσαν ακόμη και «έμπιστο του Λένιν») καθώς «τον γνώριζαν πολύ καλά προσωπικά ο Λένιν και ο Σβερντλόφ και απολάμβανε της πλήρους εμπιστοσύνης της Κεντρικής Επιτροπής».
Τη νύχτα της 17ης Ιουλίου 1918, ο τσάρος Νικόλαος Β’, η τσαρίνα Αλεξάνδρα Φεντόροβνα, τα παιδιά και οι συγγενείς τους εκτελέστηκαν στο Γιεκατερίνμπουργκ, στο υπόγειο του σπιτιού του μηχανικού ορυχείων Νικολάι Ιπατίεφ και οι σοροί τους μεταφέρθηκαν σε σημείο έξω από την πόλη.