Ποια ήταν τα χρώματα του Παρθενώνα

Με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας, υπομονή και επιμονή, τα μυστικά των χρωμάτων που χρησιμοποιήθηκαν αποκαλύπτονται

Αθήνα, 1845: Τρεις γάλλοι αρχιτέκτονες καταφθάνουν στην Αθήνα με έξοδα του γαλλικού υπουργείου Εσωτερικών για να ασχοληθούν με τα αρχαία ελληνικά μνημεία. Εξέταση της κατάστασης στην οποία βρίσκονται και κάποιες επισκευές. Πρόκειται για χειρονομία καλής θέλησης προς την κυβέρνηση του γαλλόφιλου Ιωάννη Κωλέττη, σε μια προσπάθεια να κερδηθεί η ελληνική άρχουσα τάξη της εποχής, την οποία τότε έδειχνε να την ενδιαφέρει περισσότερο ο αγγλικός παράγοντας.

Φιλίπ Τιτέ, Τεοντόρ Μπαλί και Αλέξης Πακάρ τα ονόματα των αρχιτεκτόνων. Με τον τελευταίο να ασχολείται κυρίως με την πλευρά του Ερεχθείου όπου «ζούσαν» οι Καρυάτιδες. Αλλά και ο Παρθενώνας απέναντι και τα άλλα μνημεία δεν φάνηκε να τον ενδιαφέρουν λιγότερο. Σε μια σελίδα του βιβλίου που έγραψε για να κλείσει εκεί μέσα τις εμπειρίες του από το ταξίδι στην Ελλάδα ο Πακάρ (1813-1867) αναφέρει: «Αφού έχω περιγράψει όσο πιο λακωνικά γίνεται ό,τι έχει να κάνει με την κατασκευή, τη φόρμα και τις αναλογίες στον Παρθενώνα, δεν μου μένει πια για να ολοκληρώσω τις έρευνές μου παρά να προσθέσω αυτό που θα έπρεπε να χρησιμεύσει ως συμπλήρωμα στις αρχιτεκτονικές φόρμες. Δηλαδή τις διακοσμήσεις και τα χρώματα που υπήρχαν τόσο στα διάφορα σημεία του μνημείου όσο και στις γλυπτές αναπαραστάσεις. Εδώ σπεύδω να επαναλάβω ό,τι είπα και στην αρχή αυτών των απομνημονευμάτων. Εχω αφεθεί στις έρευνές μου χωρίς να ακολουθώ κάποιο σύστημα από την αρχή και με τη σταθερή επιθυμία να μη δεχθώ τίποτα άλλο εκτός από αυτό που θα έβλεπα εγώ ο ίδιος (δηλαδή μόνον ό,τι δω με τα μάτια μου). Ετσι στο τέλος της εργασίας μου, αφού είδα, έξυσα, σκούπισα με σφουγγάρι σχεδόν όλο το επάνω τμήμα του Παρθενώνα και αφού εξέτασα προσεκτικά και τα υπόλοιπα κτίρια στον χώρο της Ακρόπολης, καθώς και άλλα μνημεία όπως τους ναούς στο Θησείο, στην Αίγινα, στη Νεμέα και το Σού(μ)νιο(sic), έμεινα με τη σταθερή πεποίθηση, αποτέλεσμα συνολικά των παρατηρήσεων που έκανα: Ολα τα ελληνικά μνημεία πρέπει να ήταν ζωγραφισμένα. Κάτι που πρέπει να το δεχθούμε, άσχετα αν ο καθένας μας το κρίνει διαφορετικά ανάλογα με το γούστο και τις αρχές του σε σχέση με τα θέματα της τέχνης».

Ο Αλέξης Πακάρ, όπως προκύπτει από τις σελίδες του βιβλίου του, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας επίμονα και συστηματικά τα περίπου 16 μέτρα που χωρίζουν το επάνω τμήμα του Παρθενώνα από το δάπεδο, με ένα βρεγμένο σφουγγάρι για να απελευθερώνει τις επιφάνειες από τη σκόνη και βασιζόμενος μόνο στα μάτια του, εξέταζε πόντο-πόντο τα μνημεία. Ψάχνοντας προσεκτικά για ίχνη από αρχαίο χρώμα και, όπως έγραψε, τελικά τα βρήκε.

166 χρόνια μετά
Αθήνα, 2011. Μια γυναίκα χημικός μηχανικός αποφασίζει να μπει στην ίδια περιπέτεια με τον Πακάρ, αναζητώντας και εκείνη ίχνη από χρώματα στα μάρμαρα του Παρθενώνα. Αδραξε την ευκαιρία όταν στήθηκαν και πάλι σκαλωσιές στη δυτική πλευρά του μνημείου. Ετσι μπορούσε να φθάσει έως τα απώτατα σημεία του. Δεν είχε όμως νόημα πλέον να πει και εκείνη ότι θα βασιστεί μόνο στα μάτια της. Οι απαιτήσεις αλλά και οι συνθήκες ήταν διαφορετικές. Από το 1845 είχαν περάσει 166 χρόνια. Κατά τη διάρκεια των οποίων, εκτός από τις ταλαιπωρίες που προξενούσε αδιάκοπα ο καιρός, με τις βροχές, τον χειμώνα και τις υπεριώδεις ακτίνες όλον τον χρόνο, εμφανίστηκαν και τα αυτοκίνητα. Μέχρι το 2000, περνώντας καθημερινά κατά χιλιάδες κάτω από την Ακρόπολη την τιμούσαν στέλνοντας στα μνημεία της από τις εξατμίσεις τους πολλά κυβικά καυσαερίων, καταστροφικών για τα μάρμαρα και τις επιστρώσεις τους. Μια αόρατη, ακατάπαυστη (αρνητική) «hommage» a l’Acropole, που αργήσαμε να τη σταματήσουμε.

Η κ. Ελένη Αγγελακοπούλου είναι η πρώτη συγγραφέας νέας μελέτης για τα χρώματα του Παρθενώνα

Στα χέρια της η κυρία Ελένη Αγγελακοπούλου δεν κρατούσε σφουγγάρι. Τη συντρόφευαν ένα φορητό ψηφιακό μικροσκόπιο και μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή VIL που καταγράφει την ορατή επαγόμενη φωταύγεια στο υπέρυθρο. Το κατ’ εξοχήν εργαλείο για όποιον κυνηγάει επίμονα την παρουσία του λεγόμενου «αιγυπτιακού μπλε» σε αρχαία μνημεία. Τα ίχνη από το χρώμα θα μπορούσαν πλέον και να υπάρχουν και να μην είναι ορατά με γυμνό μάτι, ούτε ίσως και με μικροσκόπιο. Σε αυτά τα 166 χρόνια, και ειδικά από το 1975 και έπειτα, οι προτεραιότητες των εργασιών που ελάμβαναν χώρα στην Ακρόπολη αφορούσαν κυρίως τη διάσωση των μνημείων μέσω της αναστήλωσης και το ενδιαφέρον για τη πολυχρωμία ήταν αποσπασματικό. Επομένως τώρα ένα εντελώς άλλο σκηνικό έπρεπε να στηθεί. Με πλέον ευνοϊκές συνθήκες παρατήρησης. Και πράγματι στήθηκε.

Συστηματικά και επίμονα
Για κάθε τρία μέτρα μήκος, εκεί ψηλά στον θριγκό, δηλαδή στο τμήμα του ναού επάνω από τους κίονες (με τα επιστύλια, τις τριγλύφους, τις μετόπες και τα γείσα), σε μια διαδικασία με διάρκεια τουλάχιστον μιάμισης ώρας μόνο για το στήσιμό τους, έπρεπε να μπαίνουν μαύρα υφασμάτινα πετάσματα (με μια συνολική επιφάνεια περίπου 60 τετραγωνικών μέτρων). Με σκοπό να κόβεται το φως της ημέρας και να δημιουργείται τελικά ένας μικρός σκοτεινός θάλαμος. Μια δύστροπη κατασκευή με τρία μέτρα πλάτος, δυόμισι ύψος και 70 πόντους βάθος, απαραίτητη όμως για να δουλέψει σωστά μια συσκευή VIL. Που χρειάζεται σκοτάδι για να «δει» ό,τι δεν βλέπει το ανθρώπινο μάτι. Που κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης όμως δεν έπρεπε να φυσάει αέρας γιατί τα πανιά δεν μπορούν παρά μόνο να μαγκωθούν στις σχισμές. Που δεν έπρεπε να βρέχει. Που τον χειμώνα δεν γινόταν να γίνει κάτι τέτοιο και που ο έντονος ήλιος ο καλοκαιρινός δεν έπρεπε να υπάρχει κάνοντας και τον σκοτεινό θάλαμο καμίνι. Στήσιμο-ξεστήσιμο για 27 διαφορετικά μαρμάρινα οριζόντια γείσα, 14 μετόπες, 15 τριγλύφους και επτά επιστύλια του δυτικού θριγκού του Παρθενώνα.

Το πιο αξιοπρόσεκτο ήταν που δεν είχε καμία υποχρέωση να ασχοληθεί με αυτό το θέμα. Γιατί είχε έλθει στην ΥΣΜΑ (Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης) από ένα εργαστήριο του Πολυτεχνείου ως μηχανικός με υποχρέωση να συντονίζει και να επιβλέπει την πορεία των εργασιών συντήρησης του τόσο πολύτιμου για την Ελλάδα μνημείου. Και εδώ έχουμε μια σύμπτωση καλοδεχούμενη. Ο Αλέξης Πακάρ για άλλη δουλειά είχε βρεθεί στην Ακρόπολη αλλά η περιέργειά του τον ανέβασε μέχρι τις απώτατες γωνίες του Παρθενώνα. Το ίδιο έγινε και με την τωρινή μας συνομιλήτρια. Βέβαια χρειάστηκε να περάσουν 11 ολόκληρα χρόνια (και, για να είμαστε ακριβείς, μέσα σε αυτά και μια εγκυμοσύνη) μέχρι να δει το φως η πρώτη δημοσίευση σχετικά με την πολυχρωμία στον Παρθενώνα. Αυτή έγινε στην «Journal of Archaeological Science» μόλις πριν από λίγες εβδομάδες.

Ευρήματα και ερωτήματα
Και η πρώτη ερώτηση στην κυρία Ελένη Αγγελακοπούλου από το ΒΗΜΑ-Science αφορούσε το τι καινούργιο φέρνει η εργασία αυτή ως προς τη χρήση του χρώματος στον Παρθενώνα. Οπως είπε: «Πρόκειται για την πρώτη εργασία που αναφέρεται με συστηματικό τρόπο στην εναπομείνασα πολυχρωμία στο μνημείο αυτό. Με την έννοια ότι έχουν ληφθεί μικροδείγματα των χρωματικών στρωμάτων, έχοντας βέβαια πριν εξασφαλιστεί οι απαραίτητες άδειες δειγματοληψίας από τους αρμόδιους φορείς. Τα μικροδείγματα προέρχονται από όλα σχεδόν τα σημεία που παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Εξετάστηκε η χημική σύσταση όσων χρωματικών στρωμάτων βρέθηκαν, με διάφορες επιστημονικές μεθόδους ταυτοποίησης, και τα δείγματα, χωρίς να καταστραφούν, είναι στη διάθεση όσων άλλων θα ήθελαν να επαναλάβουν την εξέταση. Πιο συγκεκριμένα, εκτός από τα παραπάνω:

– Επιβεβαιώθηκε η χρήση του κεριού της μέλισσας σε ανάμειξη με τα χρώματα που χρησιμοποιήθηκαν. Η εφαρμογή τους με τη μέθοδο της εγκαυστικής και αυτό πλέον δένει με την επιγραφή που βρέθηκε στην Ακρόπολη τη σχετική με τις αμοιβές των εργαζομένων ως εγκαυστών.

– Πριν από την εφαρμογή των χρωμάτων σε κάποιες επίπεδες πλάκες διαπιστώθηκε η επεξεργασία της επιφάνειας με τη βοήθεια δύο ειδών λιθοξοϊκών εργαλείων με σκοπό την καλύτερη πρόσφυση του μείγματος χρώμα-κερί.

– Πριν από την εφαρμογή του χρώματος φάνηκε ότι προηγούνταν ελαφριά χάραξη του σχεδίου στο μάρμαρο.

– Βρέθηκε ότι εκτός από τα ήδη γνωστά χρώματα (μπλε και κόκκινο) υπήρχε και πράσινο από το ορυκτό κονιχαλκίτης, κάτι που επιβεβαίωσε πως αυτό το υλικό εκτός από την προϊστορική εποχή χρησιμοποιήθηκε και στην κλασική.

– Επιβεβαιώθηκε η χρήση δύο διαφορετικών μπλε χρωμάτων, του λεγόμενου «αιγυπτιακού μπλε» και του μπλε από αζουρίτη.

– Ταυτοποιήθηκαν δύο κόκκινα, το κόκκινο του μολύβδου και ο αιματίτης».

Ιχνη χρώματος είχαν βρεθεί σε παλαιότερες εργασίες στον ναό του Ηφαίστου στο Θησείο, της Αφαίας στην Αίγινα, στην Επίδαυρο, στη Δήλο, στο Ερέχθειο, στα Προπύλαια της Ακρόπολης και αλλού. Οπως αναφέρει η συνομιλήτριά μας, αυτή η πρώτη εργασία φέρνει στο φως μόνο ένα τμήμα από τις μετρήσεις που έχουν ήδη γίνει. [Διότι έχουν ασχοληθεί συνολικά μέχρι σήμερα στον μεν Παρθενώνα με τον δυτικό θριγκό (που περιλαμβάνει επαετίδες σίμες, καταέτια γείσα, μετόπες, τριγλύφους, επιστύλια), με τους δυτικούς θράνους (εσωτερικές πλάκες όπου εδράζονται τα γείσα), ΒΔ και ΝΔ επίκρανα παραστάδος και στα Προπύλαια ιωνικά γείσα και ΒΔ επίκρανο.] Αρα έχουμε να περιμένουμε και άλλες ανακοινώσεις και εργασίες.

Οπως πρόσθεσε πάντως, προς το παρόν δεν υπάρχει ένδειξη χρήσης χρωστικών στο επίπεδο κάτω από τα κιονόκρανα. Και όχι μόνο αυτό. Υπάρχουν ακόμη αρκετά και σημαντικά πράγματα να ερευνηθούν, όπως το ποια επεξεργασία υφίσταντο οι κίονες, αν είχαν κάποια χρωματική επίστρωση για να σπάει τη λάμψη των κατάλευκων μαρμάρων κάτω από το φως του ήλιου, και βέβαια το μεγάλο αίνιγμα που παραμένει άλυτο: υπήρχε σε όλα αυτά τα μνημεία κάπου χρυσός; Διότι έχει βρεθεί στο αμοιβολόγιο όσων εργάστηκαν τότε ότι υπήρχαν και ειδικοί στις επιχρυσώσεις!

Αρχαίων γνώση

Τη μελέτη συνυπογράφει ο κ. Αστέριος Μπακόλας

Από αυτά που μπορεί να διαβάσει κάποιος στην εργασία της κυρίας Αγγελακοπούλου (η οποία συνυπογράφεται από τον Αστέριο Μπακόλα, αναπληρωτή καθηγητή στη Σχολή Χημικών Μηχανικών), από τις σχετικές φωτογραφίες και από ό,τι άλλο μπορεί να βρει σε διάφορες πηγές, καταλαβαίνει πως όσοι δούλεψαν για τη διακόσμηση του μνημείου είχαν μεγάλη ευχέρεια σε αυτό που έκαναν και γνώριζαν πολύ καλά τα υλικά τους. Οπως φαίνεται, η επιζωγράφιση των διαφόρων τμημάτων γινόταν αφού πρώτα έκαναν κάπως ανώμαλη την επιφάνεια με δύο διαφορετικά λιθοξοϊκά εργαλεία και στη συνέχεια χάραζαν ελαφρά τα ίχνη των γεωμετρικών σχημάτων που ήθελαν. Στη δημοσιευμένη εργασία γίνεται λόγος για το πώς χάρασσαν πρώτα ένα συνεχόμενο πλέγμα ορθογώνιων παραλληλογράμμων (περίπου 1Χ1 τετραγωνικών εκατοστών) και μέσα από αυτό οδηγούνταν στη χάραξη με εξαιρετική ακρίβεια των μαιάνδρων (ενώ ανιχνεύθηκαν επίσης ανθέμια και καρδιόσχημα φύλλα). Στη συνέχεια έμπαινε το χρώμα, κάτι που θα έπρεπε να γίνεται ταχύτατα. Διότι η χρωστική ουσία ήταν από πριν ανακατεμένη με λιωμένο κερί. Τη στιγμή που θα απλωνόταν το χρώμα στη μαρμάρινη επιφάνεια χρειαζόταν αυτό να γίνει με τη βοήθεια ενός αρκετά θερμού εργαλείου. Και σε τελευταίο στάδιο είχαμε να θερμαίνεται από πολύ μικρή απόσταση και επί τόπου το μείγμα για να επιτυγχάνεται αυτή η θαυμαστά ανθεκτική πρόσφυση με το μάρμαρο. Ενα υλικό δύσκολο να συγκρατήσει τη χρωματική επίστρωση.Αλλά και η χρήση των συγκεκριμένων χρωστικών παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τα περισσότερα ίχνη βρέθηκαν σε σημεία κατά κάποιον τρόπο «απόκρυφα». Δηλαδή προφυλαγμένα κάπως από τις επιθέσεις των καιρικών φαινομένων εδώ και μερικές χιλιάδες χρόνια και κάτω από την πατίνα και τις επιφανειακές κρούστες που είχε δημιουργήσει η αλληλεπίδραση των υλικών με το περιβάλλον.

Μια από τις πηγές εφοδιασμού ήταν πιθανότατα το Λαύριο, με τα μεταλλεία αργύρου και τα παραπροϊόντα αυτής της εξόρυξης. Ανιχνεύθηκαν αιματίτης (ένα οξείδιο του σιδήρου) για το κόκκινο χρώμα στο υπόβαθρο και κερουσίτης (ανθρακικός μόλυβδος). Γνωστός και ως «λευκός μόλυβδος», ένα ακόμα παραπροϊόν της εξόρυξης αργύρου.

Η λεπτόλόγος διάθεση των ανθρώπων της εποχής ήθελε να χρησιμοποιηθούν στη διακόσμηση του μαιάνδρου δύο διαφορετικά μπλε! Το «αιγυπτιακό μπλε», που θεωρείται το πρώτο στον κόσμο συνθετικό χρώμα (μείγμα πυριτίου, ασβεστίου, χαλκού και μιας βάσης) και του αζουρίτη, που προέρχεται από χαλκούχα μεταλλεύματα.

Βρέθηκε επίσης καφεκόκκινο χρώμα που προερχόταν από το κόκκινο του μολύβδου, το γνωστό σήμερα ως «μίνιο». Το οξείδιο αυτό προέρχεται από την κατεργασία των μεταλλευμάτων μολύβδου, γαληνίτη και κερουσίτη. Και για να καταλάβουμε και το πόσο αργά κυλούν μερικές φορές τα πράγματα στην έρευνα, η κυρία Αγγελακοπούλου μάς είπε πως της πήρε τέσσερα χρόνια για να βεβαιωθεί ότι ήταν λιθάργυρος αυτό που έβρισκε στα χρώματα του υποβάθρου σε ένα ανθέμιο (κάτι σαν ένα μπουκέτο από φύλλα λωτού).

Στο σημείο αυτό αισθάνθηκε την ανάγκη να τονίσει και το ότι στη διάρκεια της εκπόνησης της εργασίας της τόσο η ΥΣΜΑ όσο και η ΕΣΜΑ (Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων της Ακρόπολης) υποστήριξαν την εργασία, παρέχοντας τον εξοπλισμό και το προσωπικό της ΥΣΜΑ για την εκπόνηση των μετρήσεων επί τόπου.

Τέλειο και ας μην το δει κανείς
Η πλέον εντυπωσιακή πάντως άποψη που διατύπωσε η συνομιλήτριά μας ήταν η σχετική με τη νοοτροπία των ανθρώπων εκείνης της εποχής, που δούλεψαν στα υψηλότερα σημεία του μνημείου, στην περιοχή επάνω από τους κίονες. Οπως μας είπε: «Είχαν στον νου τους το πώς θα κάνουν το τέλειο ακόμα και εκεί που λόγω του ύψους ήταν λιγότερο πιθανόν να γίνει αυτό αντιληπτό από έναν συνηθισμένο άνθρωπο. Οποιος μπόρεσε να ανέβει εκεί ψηλά είχε εντυπωσιαστεί, για παράδειγμα, από τη λάξευση των τεσσάρων κεφαλών λιονταριών στις τέσσερις γωνίες, όπου ο τεχνίτης φρόντισε να έχει διαμορφώσει όσο πιο φυσικά μπορούσε ακόμα και το εσωτερικό του στόματός τους, που δεν φαίνεται από πουθενά και γίνεται αισθητό μόνο εάν το παρατηρήσεις πολύ προσεκτικά. Τώρα όμως έχουμε και την επιβεβαίωση της χρήσης δύο διαφορετικών αποχρώσεων μπλε που χρησιμοποιήθηκαν για να δημιουργούν μια έστω και πολύ φευγαλέα καλύτερη οπτική εντύπωση καθώς θα κοίταζε κάποιος από το έδαφος προς τα επάνω».

Αυτή η έφεση προς την τελειότητα θα μπορούσε στη συνέχεια να αναδειχθεί σήμερα ακόμα πιο αποτελεσματικά. Αν βέβαια υπάρξουν η απαραίτητη ευαισθησία και η φαντασία. Αν, για παράδειγμα, ενισχυθεί η προσπάθεια να επιτευχθεί μια προσομοίωση της τεχνικής της εγκαυστικής που χρησιμοποιήθηκε. Οχι με ολογραφήματα και σε περιβάλλον virtual reality αλλά καθαρόαιμης «ριάλιτι», με κομμάτια μαρμάρου όπου κάποια στιγμή επάνω τους θα γίνεται επίδειξη της προλάξευσης, της δημιουργίας των χρωμάτων και της ζωγραφικής τεχνικής. Αν ο καινούργιος διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης θεωρήσει σκόπιμο, ακριβώς όπως έκαναν και οι Αγγλοι, να γίνει έρευνα και στα γλυπτά της ζωφόρου για ίχνη χρώματος (ίσως και χρυσού). Αν βρεθούν χρήματα για να συνεχιστεί η έρευνα. Αν η επιμονή κάποιων ερευνητών δεν θεωρείται απλώς «η τρέλα τους». Αν η χωρίς αμοιβή βοήθεια μιας εργαστηριακής ομάδας δεν διαιωνίζεται. Αν, αν…

Η «από μηχανής» βοήθεια
Στην Πολυτεχνειούπολη του Ζωγράφου οι σκοτεινοί διάδρομοι εναλλάσσονται με λίγους φωτεινούς, και σε αυτούς τους τελευταίους επικρατεί επίσης τις πιο πολλές φορές απόλυτη ησυχία με τις πόρτες να είναι χωρίς τζάμια και μόνιμα κλειστές. Υστερα από κάποιο ψάξιμο βρίσκουμε τον αναπληρωτή καθηγητή στη Σχολή Χημικών Μηχανικών (Τομέας Επιστήμης και Τεχνικής των Υλικών) κ. Αστέριο Μπακόλα. Διότι η επίμονη ερευνήτρια των χρωμάτων του Παρθενώνα μάς είπε ότι θεωρεί αποφασιστική τη βοήθεια του εργαστηρίου του. Και του ιδίου φυσικά, στην εξέταση των δειγμάτων και στην ταυτοποίηση των χρωστικών ουσιών.
Μιλάει λίγο, αργά και χαμηλόφωνα. Σε σύμπνοια θα έλεγες με τον περιβάλλοντα χώρο. Ενας λόγος χωρίς στολίδια. Αυτό που τον εντυπωσίασε ήταν το ότι βρήκαν το κερί μέλισσας να αναμειγνύεται στον χρωματισμό των μαρμάρων. Μέχρι τώρα δεν είχε βρεθεί κερί μέλισσας που να έχει αντέξει τόσο πολύ στον χρόνο σε εξωτερικές περιβαλλοντικές συνθήκες. Φαίνεται πως οι τότε τεχνίτες ήξεραν καλά τη δουλειά τους και τα υλικά τους. Η τεχνική της εγκαυστικής τούς διευκόλυνε να απλώνουν το δύσκολο αυτό μείγμα που στερεοποιούνταν σε ελάχιστο χρόνο.

Οι δυσκολίες όμως για αυτή την εργασία αποδείχθηκαν (κάποιες φορές αδικαιολόγητα) πολλές. Τα δείγματα ήταν πολλά, περίπου 200. Και ένα όργανο που θα βοηθούσε ήταν χαλασμένο για έναν ολόκληρο χρόνο. Οι αναλύσεις δεν μπορούσαν να γίνουν όλες με τα όργανα του εργαστηρίου, ενώ άλλες φορές αυτά δεν ήταν διαθέσιμα για διάφορους λόγους. Τότε αναγκάζεσαι να παρακαλέσεις άλλους να σου δανείσουν χρόνο από τα δικά τους όργανα. Χρόνο που είναι και αντιστρόφως ανάλογος με το μέγεθος των δειγμάτων. Και μετά την αναμονή και άλλος χρόνος για να ρυθμίσεις κάθε φορά το όργανο που δεν είναι δικό σου και να βεβαιωθείς για το τι παίρνεις ακριβώς. Θέλεις έως και ώρες για κάθε δείγμα. Μετά τις μετρήσεις απαιτείται και επιπλέον χρόνος για να επιστρέψεις στο εργαστήριο και να εκτιμήσεις τα αποτελέσματα των μετρήσεων με τη βοήθεια του υπολογιστή.

Η ομάδα παίζοντας εκτός έδρας συνέχεια χάνει επίσης και σε προπόνηση. Ενώ μπορεί να πρέπει να εμπλακούν τελικά και δύο ή και τρία άτομα για ένα δείγμα. Αλλωστε κάποιες μέθοδοι είναι από τη φύση τους αρκετά ευαίσθητες και η «σκουριά» των αιώνων, έχοντας συσσωρεύσει ανεπιθύμητες ουσίες επάνω στις επίμαχες, παραμορφώνει τη φασματική εικόνα. Αυτό πολλές φορές δυσκολεύει την ταυτοποίηση των υλικών που αφορούν την πολυχρωμία.

Ο συνομιλητής μας υπολογίζει πως τελικά χρειάστηκαν εκατοντάδες ανθρωποώρες για να φθάσουμε έως τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων. Και χωρίς εκείνος να λέει κάτι επ’ αυτού, καταλαβαίνεις πως για μια εργασία τέτοιας σημασίας πολλά έγιναν επειδή υπήρχαν καλές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων σε διάφορα εργαστήρια.

Ακόμα και σήμερα αναμένονται κάποιες πολύ κρίσιμες μετρήσεις που θα δείξουν ενδιαφέροντα πράγματα για το κερί στις χρωματικές ουσίες. Οπως η χρονολόγηση του κεριού μέλισσας, μόνο που τα δείγματα έχουν σταλεί στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ στην Αγγλία. Και στην ερώτηση πότε θα τις έχουμε, η απάντηση είναι: «Δεν ξέρουμε, πρέπει να περιμένουμε, δεν μπορούμε να τους πιέσουμε. Διότι και αυτοί εθελοντικά προσφέρθηκαν να κάνουν τις μετρήσεις».

Τα «όπλα» που δεν είχαν οι παλιοί
Οι σύγχρονες μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν για την ταυτοποίηση των χρωστικών ουσιών ήταν:

Φορητό ψηφιακό οπτικό μικροσκόπιο: Πρόκειται για συσκευή συνδεδεμένη με φορητό υπολογιστή που επιτρέπει μια πρώτη προσέγγιση-ανίχνευση επί τόπου.
l Ορατά επαγόμενη φωταύγεια (Visible-inducedluminescence – VIL): Με τη βοήθεια μιας καταγραφικής συσκευής (ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής με φίλτρα) ευαίσθητης σε ορατές ακτινοβολίες αλλά στο κοντινό υπέρυθρο και μια πηγή φωτός στην ορατή περιοχή. Με το φως από λάμπα φθορισμού (ή και κατάλληλα ρυθμισμένη LED) συνήθως να πέφτει στην υπό εξέταση ουσία, το φάσμα που προκύπτει δίνει πληροφορίες για την ουσία. Η πιο συχνή χρήση της μεθόδου αυτής είναι για την ανίχνευση του λεγόμενου «αιγυπτιακού μπλε».
Στερεοσκοπικό μικροσκόπιο: Μας επιτρέπει τη μορφολογική εξέταση του δείγματος στο εργαστήριο. Είναι συνδεδεμένο με υπολογιστή όπου μπορούμε να πάρουμε ψηφιακές εικόνες και να τις επεξεργαστούμε.
μ-Raman: Είναι ειδική φασματοσκοπική τεχνική που εφαρμόζεται για την έρευνα και μελέτη στοιχείων και πληροφοριών για τη δομή των μορίων, των ιόντων, καθώς και των κρυστάλλων. Η τεχνική αυτή στηρίζεται σε ένα γνωστό οπτικό φαινόμενο αποκαλούμενο Raman. Η σκέδαση Raman είναι ένα από τα φαινόμενα που προκύπτουν από την αλληλεπίδραση ακτινοβολίας και ύλης. Ενα χαρακτηριστικό γνώρισμα της σκέδασης αυτής είναι η αλλαγή στη συχνότητα του σκεδαζόμενου φωτός. Η συχνότητα δηλαδή της σκεδαζόμενης ακτινοβολίας είναι διαφορετική από αυτήν της προσπίπτουσας. Οταν το όργανο συζευχθεί με ένα μικροσκόπιο (μ-Raman) τότε μπορεί να γίνεται ανάλυση σε δείγματα ελάχιστης μάζας, όπως είναι τα δείγματα από τους σχεδόν ανύπαρκτους πλέον κόκκους των χρωστικών. Εστιάζοντας με το μικροσκόπιο σε περιοχές του δείγματος μπορούμε να λαμβάνουμε και να καταγράφουμε φάσματα.
FΤΙR-φασματοσκοπία: Πρόκειται για τη φασματοσκοπία υπερύθρου με μετασχηματισμό Fourier. Βασίζεται στην απορρόφηση υπέρυθρης ακτινοβολίας από τα μόρια μιας ένωσης τα οποία διεγείρονται σε υψηλότερες στάθμες δόνησης ή περιστροφής. Η προέλευση των απορροφήσεων είναι αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας με το ηλεκτρικό δίπολο ενός μορίου. Είναι μια από τις πλέον συνηθισμένες και ευρέως χρησιμοποιούμενες μεθόδους ενόργανης ανάλυσης. Χρησιμοποιείται τόσο για τη διερεύνηση της δομής μιας χημικής ένωσης όσο και για τον έλεγχο της καθαρότητάς της και μπορεί να ανιχνεύσει ενώσεις σε μικροποσότητες.
SEM/EDX: Ηλεκτρονικό μικροσκόπιο σάρωσης σε συνδυασμό με μικροαναλυτή για στοιχειακή μικροανάλυση με φασματόμετρο ακτίνων Χ διασπαρμένης ενέργειας. Για ποιοτική και ποσοτική μικροανάλυση και χαρτογράφηση κατανομής στοιχείων. Το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο σάρωσης είναι ένα όργανο που λειτουργεί όπως περίπου και ένα οπτικό μικροσκόπιο, μόνο που χρησιμοποιεί δέσμη ηλεκτρονίων υψηλής ενέργειας αντί για φως, ώστε να εξετάζει αντικείμενα σε λεπτομερή κλίμακα. Εχει τη δυνατότητα ονομαστικής μεγέθυνσης από 10 μέχρι 500.000 φορές, για τη μορφολογική παρατήρηση και την εξέταση της μικροδομής στερεών δειγμάτων με λήψη εικόνων μεγάλης ευκρίνειας και υψηλού βαθμού διείσδυσης.

Έντυπη έκδοση Το Βήμα