Είναι από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του, με σημαντικές επιτυχίες στο θέατρο και στην τηλεόραση. Τώρα, με αφορμή το έργο «Da» του Χιου Λέοναρντ που ανεβάζει στο θέατρο «Ιλίσια», ο χειμαρρώδης Γρηγόρης Βαλτινός μιλάει στην «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» για την προσωπική, ιδιαίτερη σχέση του με το συγκεκριμένο έργο, για τα μυστικά της τέχνης της υποκριτικής όπως τα ανακάλυψε στα τόσα χρόνια επίμονης προσπάθειας, για τη ζωή και την πορεία του στην τέχνη, αυτή που παίρνει αλλά και σου επιστρέφει, για το θέατρο του παραλόγου που βιώνουμε σήμερα, για την ελληνική κοινωνία και το μεγαλύτερο πρόβλημά της σε αυτή τη συγκυρία. Ακόμα και για το ποια θα ήταν η μεγαλύτερη επανάσταση όλων των εποχών…
Το «Da» όπου πρωταγωνιστείτε είναι πολυεπίπεδο, αλλά και ένας συγκινητικός τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας Χιου Λέοναρντ εστιάζει στη σχέση θετού πατέρα και γιου. Τι το ξεχωριστό έχει για εσάς; Γιατί το επιλέξατε;
Είναι ένα κορυφαίο, πολυβραβευμένο έργο της δραματουργίας, η δομή του είναι απόλυτα θεατρική. Οι σκηνές και τα αισθήματα εναλλάσσονται σε ελάχιστο χρόνο. Αυτό είναι ενδιαφέρον για τον θεατή και εξαιρετικά απαιτητικό για τον ηθοποιό και τον σκηνοθέτη – κάνει το ταξίδι στις ζωές αυτών των ανθρώπων συναρπαστικό. Ο Da μόλις έχει πεθάνει και επισκέπτεται το πατρικό του ο θετός του γιος, Τσάρλι, για να τακτοποιήσει τα της κηδείας. Μέσα στη σκέψη του και την ψυχή του εμφανίζεται ο Da και αρχίζει μια συνομιλία, που επαναφέρει όσα έζησαν αυτοί οι άνθρωποι σε διαφορετικές περιόδους. Και μας δίνεται η ευκαιρία να κάνουμε ένα ψυχογράφημα των ηρώων. Το διάλεξα για όλους αυτούς τους λόγους. Προσωπικά, αισθάνομαι ότι ο Da είναι η μητέρα μου, η οποία ήταν… από όλα: και μητέρα και αδερφή και φίλη και πατέρας, γιατί μεγάλωσα χωρίς πατέρα. Είναι ο άνθρωπος που έβλεπε πάντοτε το ποτήρι μισογεμάτο, τοποθετώντας την ευτυχία στις σχέσεις, στην αγάπη, στη δοτικότητα. Σκέφτεται ότι είναι υγιής και ότι θα μπορούσε να υποφέρει εάν ήταν άρρωστος. Αυτή είναι μια μέθοδος ζωής: να είσαι ευχαριστημένος όχι με τα λίγα αλλά με τα απαραίτητα.
Στην αριστοτεχνικά δομημένη γραφή του Χιου Λέοναρντ, η αγάπη είναι η απάντηση στα σκοτάδια της ψυχής και του μυαλού. Όμως, οι σχέσεις με τους γονείς ήταν πάντα περίπλοκες. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό; Αλλά και τι μοιάζει να επισημαίνει ο συγγραφέας με αυτό το έργο;
Το έργο είναι αυτοβιογραφικό. Ο Τσάρλι είναι ο Χιου Λέοναρντ – ένα παιδί υιοθετημένο. Και το έγραψε για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς μέσα του, να λύσει κάποια δικά του ψυχολογικά προβλήματα. Επίσης, και για να αποδώσει έναν φόρο τιμής στον θετό του πατέρα, που με την πάροδο του χρόνου εκτίμησε διαφορετικά. Γι’ αυτό είναι λυτρωτικό το θέατρο. Ο συγγραφέας συνειδητοποίησε πόσο τον άλλαξαν ακόμα και εκείνα που τον ενοχλούσαν, όταν ήταν μικρός. Και μέσα από το έργο μάς είπε ότι όλα ήταν το αποτέλεσμα μιας μεγάλης αγάπης.
Πώς ξεκινήσατε την ενασχόλησή σας με την ηθοποιία; Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε προς εκείνη την επιλογή;
Κάνοντας θέατρο θέλουμε να έρθουμε πιο κοντά στην ψυχή του ανθρώπου. Και μέσα από τους άλλους ανθρώπους κατανοούμε και λύνουμε πιο εύκολα δικά μας προβλήματα. Στην πορεία, μέσα από αυτή την τέχνη, συνειδητοποιούμε πόσα τραύματα έχουμε επουλώσει. Βέβαια, σε νεαρή ηλικία τα κίνητρα μπορεί να είναι και πιο ποταπά: να θέλουμε αυτοεπιβεβαίωση, αποδοχή, χειροκρότημα, μια ναρκισσιστική αγάπη. Όμως, πρέπει κανείς να προχωράει όσο γίνεται πιο γρήγορα, προς το βάθος αυτής της τέχνης. Είναι ένα απαιτητικό επάγγελμα στο οποίο εκτίθεσαι – είτε ως ηθοποιός είτε ως σκηνοθέτης. Ποιο είναι το πιο δύσκολο κομμάτι της τέχνης σας; Είναι δύο. Το πρώτο είναι να μπορέσεις να διαχειριστείς την όποια επιτυχία και να μην αφήσεις να σε γεμίσει ματαιοδοξία και έπαρση. Το δεύτερο, είναι να μπορείς -χρόνο με τον χρόνονα γίνεσαι καλύτερος, να προχωράς, να αφαιρείς, να ξεπερνάς τη μανιέρα σου, την ευκολία σου, να μην καθηλωθείς στη φτήνια που κάποιες φορές είναι και το ζητούμενο από το κοινό. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να μπορείς να πετάς τα τερτίπια, τη φλυαρία, τα περιττά, το μπαρόκ της πρώτης εποχής. Μόνο τότε το ταξίδι μπορεί να γίνει συναρπαστικό.
Εκτός από τη μακρά, επιτυχημένη διαδρομή που έχετε στο θέατρο, έχετε πρωταγωνιστήσει σε εμβληματικές τηλεοπτικές σειρές της τηλεόρασης. Τι είναι το δυσκολότερο για έναν ηθοποιό που καλείται να ερμηνεύσει έναν απαιτητικό τηλεοπτικό ρόλο;
Στην τηλεόραση πρέπει να είσαι είτε αρκετά έτοιμος, αρκετά δουλεμένος, είτε αρκετά αθώος, να έχεις άγνοια κινδύνου. Εμένα μου αρέσουν οι ηθοποιοί που δεν αφήνουν τίποτα στην τύχη και που έχουν ασκηθεί στο θέατρο. Το θέατρο έχει μια συνέχεια. Στην τηλεόραση ή στο σινεμά πρέπει κανείς να αντιλαμβάνεται το όλον του έργου και να είναι έτοιμος να το παίξει αποσπασματικά και διαμελισμένο. Μπορεί την πρώτη μέρα του γυρίσματος να παίξεις στο φινάλε της ταινίας – πρέπει να είσαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να παίξεις την οποιαδήποτε ψυχολογική φάση του ήρωα.
Καταλαβαίνετε πόσο δύσκολο είναι αυτό. Είναι, όμως, εξίσου συναρπαστική με την τέχνη του θεάτρου, η οποία κάθε μέρα, λίγο λίγο, χτίζει τις ζωές των ηρώων του. Από την άλλη, στην τηλεόραση και στο σινεμά μπορείς να επαναλάβεις, να διορθώσεις, αν έχεις μια κακή στιγμή να δείξει το πρόσωπο του άλλου. Στο θέατρο είσαι γυμνός, από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Και πρέπει όλα να τα κάνεις εκείνη τη στιγμή, να χρησιμοποιήσεις τη φωνή σου, το σώμα σου, την ψυχή σου, τα μάτια σου, μέσα στο θεατρικό χρόνο, εδώ και τώρα – όλα μαζί.
Ποιο είναι το καλύτερο που ακολουθεί την αναγνωρισιμότητα; Και ποιο το χειρότερο τίμημα αυτής της επιτυχίας; Είμαι πλήρης, είμαι χορτασμένος.
Το τίμημα σε προσωπικό επίπεδο έχει να κάνει με κάποιες στιγμές που έχασα από το μεγάλωμα των παιδιών μου. Κατά τα άλλα, μόνο χαρά μού έδωσε το θέατρο, με διαμόρφωσε, με έκανε άλλον άνθρωπο, μου αύξησε την κριτική μου ικανότητα, μου έμαθε να ανακαλύπτω τη χαρά στα μικρά πράγματα.
Τι είναι το πρώτο πράγμα που κάνετε για να προσεγγίσετε τον ρόλο;
Το πρώτο πράγμα που κάνω για να προσεγγίσω έναν ρόλο είναι να αφήσω τον εαυτό μου να συγκινηθεί και να παρασυρθεί, να ενθουσιαστεί από το έργο. Αν αυτό δεν γίνει, δεν το επιλέγω. Μετά, πρέπει να προσαρμόσεις τον εαυτό σου στον ρόλο και τον ρόλο στον εαυτό σου – γιατί δεν ταυτίζεσαι, πας παράλληλα. Οι κίνδυνοι που ενέχει η υποκριτική είναι η παρεξήγηση, η λάθος αντίληψη – είτε σκηνοθετικά είτε ερμηνευτικά. Να οδηγήσεις το όχημα στον γκρεμό. Αυτό θέλει πολλή μελέτη για να αποφύγεις τέτοιες παγίδες. Και θέλει και ψυχραιμία όπως αυτή που διαθέτει ο χειρουργός. Πρέπει να τεμαχίσεις το σώμα του ρόλου, να το απλώσεις πάνω στο χειρουργικό κρεβάτι, να τα δεις όλα, τα μέσα και τα έξω, και μετά να τα ξαναενώσεις.
Ποια συμβουλή θα δίνατε σε επίδοξους ηθοποιούς που μόλις ξεκινούν;
Κατ’ αρχάς, παιδιά, διαλέξατε μια πάρα πολύ δύσκολη δουλειά. Αλλά μια υπέροχη τέχνη. Πρέπει να έχετε πολλές αντοχές για να μπορέσετε να την αντέξετε. Και πρέπει να τη θέλετε υπερβολικά πολύ, είναι πολύ απαιτητική. Να μη μείνετε στην επιφάνεια, στην προβολή, στη ματαιοδοξία και την επιβράβευση. Να μπαίνετε όλο και πιο βαθιά: στα σκοτάδια είναι το φως. Δεν μιλάμε για το φως του προβολέα που μας κάνει πιο λαμπερούς. Είναι το φως που ρίχνουμε εμείς στα σκοτάδια.
Ποια η αγωνία σας για την ελληνική κοινωνία; Ποιο θεωρείτε ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημά της σε αυτή τη συγκυρία; Υπάρχει κάτι που σας φοβίζει περισσότερο;
Η έλλειψη παιδείας. Πρέπει οι Έλληνες να μορφωθούν περισσότερο. Και, βέβαια, δεν μιλάω για τη μειονότητα των σκεπτόμενων και των μορφωμένων αλλά για το μεγάλο σύνολο. Ειδικά, οι νέοι άνθρωποι πρέπει να το συνειδητοποιήσουν: η παιδεία, η τέχνη, θα τους λύσουν πολλά προβλήματα στη ζωή τους – μόνον αυτές.
Ποια πράξη θεωρείτε επαναστατική σήμερα;
Την προσωπική πρόοδο – στην παιδεία, στην αισθητική, στην κοινωνική αλληλεγγύη και την προστασία του περιβάλλοντος. Εάν το προσπαθήσει ο καθένας από εμάς, θα είναι η μεγαλύτερη επανάσταση όλων των εποχών.Κάθε ρόλος με κάνει καλύτερο άνθρωπο.
Μια ερώτηση, σχεδόν παιδική: Τι είναι αυτό που σας κάνει να συνεχίζετε την προσπάθεια για την καλύτερη δυνατή απόδοση ενός χαρακτήρα; Τελικά, τι μένει από αυτό το παιχνίδι ρόλων;
Εκείνο που σε κάνει να συνεχίζεις την προσπάθειά σου είναι ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων.
Από ένα σημείο και μετά, αγωνίζεσαι για τη φανέλα, δηλαδή αυτό που κάνεις να είναι αφ’ εαυτού του καλό. Ντρέπεσαι να είναι κατώτερο των προσδοκιών του κοινού. Θέλεις αυτό που κάνεις να ευεργετεί αυτούς που το βλέπουν. Και νιώθεις χρήσιμος στον κόσμο, στην κοινωνία. Πάνω απ’ όλα, σε κάνει καλύτερο, κάθε καινούργιος ρόλος και κάθε έργο – κάτι που είναι υποχρέωσή σου και στο πέρασμά σου από τη ζωή: να γίνεις καλύτερος.
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος μύθος για εσάς τους ηθοποιούς;
Ο μεγαλύτερος μύθος προέρχεται από το τελικό αποτέλεσμα. Το βλέπει ο κόσμος, ευχαριστιέται, του κάνει καλό, μπορεί να διασκεδάσει, αλλά δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει πόση κούραση και πόσος πόνος κρύβεται πίσω από αυτό.
Έχετε κάποιο όφελος ως καλλιτέχνης σε σχέση με το πώς βλέπετε τα πράγματα στον κόσμο;
Έχει αναπτυχθεί η κριτική μου ικανότητα, η πολιτική μου ματιά απέναντι στα πράγματα. Έχω γυμνάσει το αίσθημά μου. Έχει αυξηθεί η ενσυναίσθησή μου. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο όφελος.
Το θέατρο του παραλόγου εκφράζει το ότι η ζωή είναι εμφύτως χωρίς νόημα. Ο κόσμος σήμερα έχει έντονη αυτή την αίσθηση απουσίας νοήματος. Πιστεύετε ότι αυτή η ανατροπή που ζούμε, σε σχέση με αυτά που ξέραμε, συνάδει με τη λογική ή έχει κυριαρχήσει το παράλογο στην καθημερινότητά μας;
Αυτή η τάση έχει επικρατήσει, γιατί έχουν εκλείψει οι αξίες και οι ιδεολογίες, όμως χωρίς αυτές, όλα είναι μάταια. Χωρίς το όραμα, χωρίς την παιδεία, χωρίς την αισθητική. Δυστυχώς τόσα χρόνια τέχνης, θεάτρου, ποίησης, λογοτεχνίας, έπρεπε να κάνουν καλύτερο τον άνθρωπο. Από την άλλη, τα σύγχρονα «όπλα» που εξελίσσονται με τη βοήθεια της τεχνολογίας τον κάνουν πιο άγριο. Νιώθει ότι τώρα μπορεί να κυριαρχήσει πιο εύκολα και πιο δυναμικά, μέσα από τον πόλεμο. Eάν γίνει Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο άνθρωπος θα επιστρέψει στο σπαθί και στις πέτρες.
*Γιώργος Βαϊλάκης/Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Απογευματινή την Κυριακή 26 Μαρτίου