Quantcast

Ανασκαφές στο Δεσποτικό: Στο φως άγαλμα που παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου

Μπορεί να χρονολογηθεί αμέσως μετά το 480 π.Χ.

Ένας ακέφαλος ανδρικός κορμός, που παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου είναι ανάμεσα στα σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα που ανέδειξε η ανασκαφή στη νησίδα του Δεσποτικού.

Η ανασκαφή στη Μάντρα, στη νησίδα του Δεσποτικού, διενεργείται από το 2001 και φέτος συνεχίστηκε από τις 22 Μαΐου έως τις 14 Ιουλίου. Ανάμεσα στα φετινά σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα είναι ένας ακέφαλος ανδρικός κορμός του αυστηρού ρυθμού που τεχνοτροπικά παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου και μπορεί να χρονολογηθεί αμέσως μετά το 480 π.Χ.

Πρόκειται για έργο από παριανό μάρμαρο, με λεία και στιλπνή επιδερμίδα, επισημαίνει το υπουργείο Πολιτισμού, σε ανακοίνωση που εξέδωσε για τα ευρήματα στο Δεσποτικό. Επίσης, ήρθαν στο φως τμήματα αρχαϊκών κούρων, εντοιχισμένα ως οικοδομικό υλικό.

 

Τα σημαντικότερα ευρήματα

Τα σημαντικότερα ευρήματα της φετινής ανασκαφικής περιόδου στο Δεσποτικό προέκυψαν από τη συνέχιση της διερεύνησης της μεγάλης αρχαϊκής κατασκευής που είχε εντοπισθεί το 2019 όχι πολύ μακριά από το λιμάνι. Πιθανότατα η κατασκευή είχε οχυρωματικό χαρακτήρα- ενδεχομένως κάποιο πρόπυλο με περίβολο.

Εκεί ήρθε στο φως ακέφαλος ανδρικός κορμός του αυστηρού ρυθμού που τεχνοτροπικά παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου και μπορεί να χρονολογηθεί αμέσως μετά το 480 π.Χ. Είναι έργο εξαιρετικής ποιότητας από παριανό μάρμαρο με λεία και στιλπνή επιδερμίδα.

Η διερεύνηση αυτή επεφύλασσε πολλές «εκπλήξεις», αφού σε διάφορα τμήματα τοίχου βρέθηκαν εντοιχισμένα- ως οικοδομικό υλικό- τμήματα αρχαϊκών κούρων. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν τοποθετημένα «σε παράταξη» τρία θραύσματα του ίδιου κούρου: ο άνω και κάτω κορμός και η αποκρουσμένη στην πίσω όψη κεφαλή του που σώζει τμήμα των βοστρύχων της μακριάς κόμης. Πρόκειται για έργο του δεύτερου μισού του 6ου αιώνα π.Χ.

Επιπλέον, βρέθηκε τμήμα των μηρών και της βιυβωνικής χώρας δεύτερου κούρου, τμήμα άνω κορμού που πιθανόν συνανήκει με τον προηγούμενο, καθώς και τμήμα βραχίονα και ποδιού.

Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού γλυπτών και βάσεων σε αυτή την περιοχή ίσως υποδηλώνει ότι αυτή ήταν και η αρχική θέση τους. Είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι τα γλυπτά και οι κίονες θα ήταν τοποθετημένα σε περίοπτη θέση κοντά στο πρόπυλο, μέσα από το οποίο θα γινόταν η είσοδος στο ιερό και το τέμενος του θεού, σημειώνει το υπουργείο Πολιτισμού.

Αυτά τα λαμπρά αφιερώματα προς τον θεό Απόλλωνα, μετά την παύση της λειτουργίας του ιερού, θα αποτέλεσαν χρήσιμο και ανθεκτικό οικοδομικό υλικό για τα μεταγενέστερα κτίρια. Άλλωστε αυτού του είδους η «ανακύκλωση» μαρτυράται και σε άλλα κτίρια του ιερού, στα οποία έχουν βρεθεί εντοιχισμένα δεκάδες θραύσματα αγαλμάτων.

 

Στο «φως» νέα κτίρια και δωμάτια

Στο πλαίσιο της ανασκαφής, διερευνήθηκαν δύο μεγάλες δεξαμενές, η βορειότερη εκ των οποίων είχε εσωτερικές διαστάσεις 5,50 χ 7 μ. και βάθος 4 μέτρα. Φέτος οι εργασίες επικεντρώθηκαν στη νοτιοδυτική γωνία της δεξαμενής, όπου υπήρχε μια μεταβυζαντινή κατασκευή.

Η εντυπωσιακών διαστάσεων δεξαμενή είναι κατασκευασμένη από μεγάλους ορθογωνισμένους λίθους γνευσίου, προσεκτικά τοποθετημένους με ελάχιστα κενά στους αρμούς μεταξύ τους. Τόσο όλοι οι τοίχοι της δεξαμενής, όσο και ο πυθμένας της, ήταν καλυμμένοι με ένα παχύ στρώμα υδραυλικού κονιάματος υπόλευκου χρώματος.

Περίπου ένα μέτριο νότια της δεξαμενής αποκαλύφθηκαν δύο επιμέρους ορθογώνιοι χώροι- προλάκκια- εντός των οποίων πρέπει να γινόταν το φιλτράρισμα του νερού. Στο νότιο προλάκκιο καταλήγει λιθόκτιστος αγωγός μήκους 25 μ., που ξεκινά από άλλη μεγάλη κτιστή δεξαμενή, με ωοειδές σχήμα.

Στη φετινή ανασκαφή αποκαλύφθηκε πλήρως ο πυθμένας αυτής της δεξαμενής, μετά την αφαίρεση της επίχωσης από το εσωτερικό της. Η διάμετρός της είναι 10,07 μ. στη διεύθυνση Α-Δ και 10,53 μ. σε Β-Ν και το βάθος της φτάνει τα 1,10 μέτρα. Από την επίχωση στο εσωτερικό της προέκυψε θραύσμα υποστατού βάσης πήλινου περιρραντηρίου με ανάγλυφη παράσταση λέοντα που χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ.

Οι εργασίες φέτος συνεχίστηκαν και στο Κτίριο Ζ, που χρονολογείται στην Κλασική περίοδο. Στο βόρειο τμήμα του κτιρίου εντοπίστηκαν δύο παράλληλες επιμήκεις κατασκευές, μήκους περίπου 2,50 μ., πλάτους 0,64 μ. και ύψους 0,10-0,15 μ., πάνω στις οποίες πιθανώς εδράζονταν υπερυψωμένο δάπεδο.

Στη βορειοδυτική πλευρά αποκαλύφθηκαν δύο τοίχοι που σχηματίζουν γωνία, πιθανώς τμήμα δωματίου που αντιστοιχεί στην πρωιμότερη φάση του, πάνω στο οποίο εδράζεται το Κτίριο Ζ. Εντός του δωματίου εντοπίστηκε μαρμάρινο ανάγλυφο κυκλικού σχήματος με παράσταση ζώου. Νότια του Κτιρίου Ζ ήρθε στο φως ένα νέο κτίριο που εχει διμερή κάτοψη, αποτελούμενο από πρόδομο και σηκό. Η κατασκευή του μπορεί να χρονολογηθεί με βάση την κεραμεική από το επίπεδο θεμελίωσης του στα τέλη του 6ου ή τις πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ.

Ένα νέο δωμάτιο εντοπίστηκε και στη δυτική απόληξη του Κτιρίου Β, εντός του οποίου διερευνήθηκαν δύο λίθινες ορθογώνιες κατασκευές αποθηκευτικού χαρακτήρα. Το δωμάτιο απέδωσε πολλά θραύσματα πίθων και πήλινων κεράμων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει τμήμα πήλινης σίμης με εγχάρακτη διακόσμηση, σημειώνει το υπουργείο Πολιτισμού.

Τέλος, ένα νέο κτίριο εντοπίστηκε εκτός του ιερού τεμένους. Είναι ορθογώνιας κάτοψης και αποτελείται από τέσσερα δωμάτια, ανά δύο σε παράταξή με κατεύθυνση Β-Ν. Η κεραμεική που συλλέχθηκε από τα δωμάτια χρονολογείται στα μέσα περίπου του 6ου αιώνα π.Χ. Σχεδόν ακέραιος ταινιωτός κρατήρας εντοπίστηκε σε θραύσματα στο εσωτερικό του νοτιανατολικού δωματίου του κτιρίου, ενώ στο κέντρο περίπου του βορειοδυτικού δωματίου βρέθηκε βυθισμένος στο δάπεδο χονδροειδής κρατήρας μεγάλων διαστάσεων.

Αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο νότιος και ο δυτικός τοίχος του κτιρίου οι οποίοι είναι διπλοί, φτάνοντας σε πάχος σχεδόν τα 1,20 μ. Από το εσωτερικό συλλέχθηκαν αγγεία πόσης κυρίως σκύφοι και κύπελλα. Μεταξύ των ευρημάτων από το κτίριο συμπεριλαμβάνονται και αττικές μελανόμορφες ταινιωτές κύλικες. Το κτίριο ήταν στεγασμένο, όπως υποδεικνύει η μεγάλη ποσότητα πήλινων κεράμων από το εσωτερικό των δυτικών δωματίων, αλλά και θραύσματα από πήλινα ακροκέραμα με τη μορφή γοργονείου και ταινιωτές σίμες.

 

Οι εργασίες αναστήλωσης

Από το 2022, έπειτα από άδεια του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, έχει ξεκινήσει η αποκατάσταση του Κτιρίου Δ, που χρονολογείται στο τρίτο τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ. και είχε λατρευτικό χαρακτήρα, όπως μαρτυρεί ο μαρμάρινος βωμός που είχε βρεθεί μπροστά του και οι πελεκημένοι δόμοι του. Πρόκειται για τετράστυλο πρόστυλο κτίριο με διμερή κάτοψη, αποτελούμενη από πρόδομο και σηκό, διαστάσεων 9.40 μ.Χ 12.50 μ. Το κτίριο αυτό ήταν πολύ κατεστραμμένο, καθώς πάνω του είχε θεμελιωθεί το τυροκομείο του βοσκού που διατηρεί τη μάντρα του στη θέση έως και σήμερα.

Μετά την συμπλήρωση της υπόβασης και του στυλοβάτη από γνεύσιο, τοποθετήθηκε το κατώφλι και οι παραστάδες του, αποκαταστάθηκαν οι βάσεις και τμήματα σπονδύλων από αρχαίο και νέο υλικό, αλλά και η πρόσοψη του κτιρίου από μαρμάρινους δόμους. Τέλος, αποκαταστάθηκε η βορειοδυτικής γωνία της θεμελίωσης ώστε να τοποθετηθεί ο τοιχοβάτης από μαρμάρινους δόμους δουλεμένους με χοντρό βελόνι.