Προσπάθεια να βγάλει από το κάδρο της υπόθεσης την 29χρονη σύντροφό του μοντέλο και πρώην παίκτρια τηλεοπτικού ριάλιτι Έλενα Πολυχρονοπούλου κατέβαλε χθες κατά την απολογία του στην ανακρίτρια ο 32χρονος Δημήτρης Ρεγκινίδης.
Την ίδια κατηγορία αντιμετωπίζει και η σύντροφός του, η οποία, όπως και ο 32χρονος, αμέσως μετά την απολογία της, χθες, στην ανακρίτρια κρίθηκε προσωρινά κρατούμενη. Ανακρίτρια και εισαγγελέας δεν πείσθηκαν από τους ισχυρισμούς που προέβαλλαν οι δυο κατηγορούμενοι και με απόφασή τους, τους οδήγησαν στη φυλακή.
Το ξέσπασμά της
Η 29χρονη κατά την απολογία της στην ανακρίτρια αρνήθηκε την εμπλοκή της στην υπόθεση και μάλιστα, όταν άκουσε την απόφασή για προφυλάκισή της ξέσπασε εναντίον του συντρόφου της.
«Με κατέστρεψε…» φώναξε μη μπορώντας να πιστέψει ότι και εκείνη προφυλακίζεται. Με χειροπέδες στα χέρια και αμίλητη, όπως άλλωστε και ο σύντροφός της, η 29χρονη αποχώρησε από τα δικαστήρια προκειμένου να μεταφερθεί στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση και από εκεί στη φυλακή.
«Δεν έχω καμία απολύτως σχέση. Δεν γνώριζα τι έκανε ο σύντροφός μου», φέρεται να είπε στην ανακρίτρια η κατηγορούμενη και παράλληλα να αναφέρθηκε σε καβγάδες που είχε συχνά με τον σύντροφό της στην προσπάθειά της να τον πείσει να σταματήσει την χρήση ναρκωτικών ουσιών. Μάλιστα, παρά τους συχνούς διαξιφισμούς το ζευγάρι φέρεται να είχε προγραμματίσει να παντρευτεί στις 15 Οκτωβρίου 2021.
Ωστόσο, ανακρίτρια και εισαγγελέας δεν πείσθηκαν από τους ισχυρισμούς της 29χρονης.
Ποιο στοιχείο την «έκαψε»
Σύμφωνα με πληροφορίες, ένα από τα στοιχεία που μέτρησε στην απόφαση για προφυλάκισή της ήταν και τα όσα αναφέρονται στη δικογραφία για προσπάθεια της να πετάξει τα ναρκωτικά στη λεκάνη του σπιτιού όπου διέμενε με το 32χρονο, όταν κατάλαβε ότι επίκειται αστυνομική έρευνα.
Από την πλευρά του, με υπόμνημα που κατέθεσε στην ανακρίτρια ο κατηγορούμενος δήλωσε εξαρτημένος από ναρκωτικές ουσίες και ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι έμπορος ναρκωτικών.
Όπως υποστήριξε από το 2011, οπότε και άρχιζε να εργάζεται ως μπάρμαν σε νυχτερινά μαγαζιά στην Αθήνα και το καλοκαίρι στη Νάξο, ξεκίνησε να κάνει χρήση κοκαΐνης. «Όταν εργαζόμουν σε νυχτερινά καταστήματα με κερνούσαν με κοκαΐνη. Δυστυχώς λόγω της καθημερινής χρήσης εθίστηκα και έκτοτε είμαι εξαρτημένος από την κοκαΐνη. Έχω κάνει χρήση και άλλων ναρκωτικών όπως mdma και extacy σε συνδυασμό με υπερκατανάλωση αλκοόλ», επισήμανε χαρακτηριστικά.
Εν συνεχεία αναφερόμενος στη σύντροφό του υποστήριξε: «Με την συγκατηγορούμενή μου γνωρίστηκα το 2017 σε νυχτερινό μαγαζί στο Γκάζι όπου εργαζόμουν ως μπάρμαν και εκείνη ως υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων. Εργαστήκαμε μαζί για κάποιο διάστημα και έπειτα συνάψαμε σχέση. Εγώ ένιωθα ότι καταστρέφω τον εαυτό μου γιατί ξενυχτούσα κάθε μέρα και έκανα κατάχρηση ναρκωτικών και αλκοόλ. Αποκάλυψα στην συγκατηγορούμενή μου το πρόβλημα της εξάρτησης μου, η οποία με προέτρεψε και με βοήθησε να διακόψω την νυχτερινή εργασία για να αλλάξω περιβάλλον και να κάνω προσπάθεια να κόψω τα ναρκωτικά. Σταματήσαμε και οι δύο την νυχτερινή εργασία. Για κάποια διαστήματα κατάφερα να διακόψω τη χρήση αλλά δυστυχώς μετά υποτροπίαζα. Με την συγκατηγορούμενή μου τσακωνόμουν λόγω της χρήσης. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν συγκατοικούσαμε σταθερά, αλλά εκείνη έμεινε στους γονείς της και απλώς ερχόταν κάποια βράδια σπίτι μου. Της είχα υποσχεθεί ότι θα παρακολουθήσω πρόγραμμα απεξάρτησης και θεωρούσαμε ότι αν κάνουμε οικογένεια οργανισμός μου θα απορροφηθεί ψυχικά και πνευματικά και θα ξεφύγω οριστικά».
Τι είπε για τα 7,827 κιλά κοκαΐνης
Σχετικά με την πράξη της διακίνηση 7,827 κιλών κοκαΐνης, ο κατηγορούμενος κατέθεσε ότι είναι θύμα του προσώπου το οποίο τον προμήθευε τα ναρκωτικά για δική του χρήση. Χαρακτηριστικά στο υπόμνημά του ανέφερε:
«Μετά τον Μάρτιο του 2020 κατά τη διάρκεια της καραντίνας συνάντησα έναν παλιό γνωστό μου. Με αυτόν είχαμε κάνει χρήση παλαιότερα. Είχε πάντα την κοκαΐνη πάνω του. Τον συνάντησα στην πλατεία Πλυτά όταν έβγαλα βόλτα το σκύλο μου. Τον θυμόμουν από παλιά. Πιάσαμε την κουβέντα και μου είπε ότι ακόμη έχει δυνατότητα να βρίσκει κοκαΐνη και μάλιστα με κέρασε. Κατέληξα μέσα και στην ψυχολογική απομόνωση της καραντίνας να υποτροπιάσω και να κάνω χρήση. Συνέχισα να προμηθεύομαι από αυτόν και έφτασα στο σημείο να του χρωστάω 6.500 ευρώ. Του είχα υποσχεθεί ότι θα τον αποπληρώσω στο τέλος του φετινού καλοκαιριού. Εγώ γύρισα αλλά δεν είχα τα χρήματα και τότε ξεκίνησε να με απειλεί λέγοντας μου «ξέρω που μένεις, θα έχεις πρόβλημα κι εσύ και η φίλη σου». Τον ρώτησα «που είδες τη φίλη μου;». Μου είπε ότι την είχε δει επειδή έβγαζε και αυτή βόλτα το σκύλο μου στην ίδια πλατεία. Το άτομο αυτό το ξέρω ως Βασίλη και είναι 40 ετών και πιο ψηλός από μένα. Στις 7 Σεπτεμβρίου 2021 ο Βασίλης ήρθε έξω απ’ το σπίτι μου και με περίμενε με δύο άτομα ακόμη που ήταν πάνω στη μηχανή με κράνη».
Ο 32χρονος υποστήριξε πως ο «Βασίλης» του είπε πως για να μην τον «πειράξει» επειδή του χρωστούσε χρήματα του ζήτησε να κάνει κάτι για αυτόν.
Ο 32χρονος υποστήριξε χαρακτηριστικά με το υπόμνημά του: «Μου είπε ότι επειδή του χρωστούσα θα έπρεπε να κάνω κάτι γι’ αυτόν για να μη με πειράξει. Μου είπε ότι θα με στείλει να παραλάβω από κάπου μια τσάντα και να την παραδώσω κάπου αλλού. Δε μου είχε πει ότι θα περιείχε. Κατάλαβα ότι επρόκειτο για ναρκωτικά αλλά δεν ήξερα το είδος και την ποσότητα. Μου είπε ότι θα έρθει να με βρει πάλι την Πέμπτη το μεσημέρι στην οδό Δικαιάρχου στο ύψος ενός καταστήματος με ψιλικά. Πράγματι ήρθε την Πέμπτη και μου είπε να πάω στη Νέα Σμύρνη στη γωνία Εφέσου και Πολυκάρπου και ότι θα έρθει στις 3:30 ταξί station βάγκον. Στον οδηγό θα έλεγα ότι «έρχομαι από το Βασίλη» κι αυτός θα μου αφήσει μία τσάντα που εγώ θα πρέπει να την πάω πεζός στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, στη γωνία με τον παντοπωλείο όπου θα έρθει να την παραλάβει ένα θαλασσί Toyota».
Ακολούθως ο κατηγορούμενος, ανέφερε: «Πήγα πεζός στη διασταύρωση Εφέσου και Πολυκάρπου και μετά από λίγο εμφανίστηκε το station βάγκον ταξί το οποίο στάθμευσε στην απέναντι γωνία της διασταύρωσης. Μετά από τρία δευτερόλεπτα, από την ίδια φορά του δρόμου από την οποία είχε έρθει το ταξί, πέρασαν μπροστά μου δύο μηχανές τις οποίες πρόσεξα επίμονα καθώς περίμενα να προχωρήσουν προκειμένου να περάσω απέναντι με ασφάλεια. Στη μία επέβαιναν δύο άτομα και στην άλλη ένα. Είδα ότι είχαν και οι τρεις επιβαίνοντες κράνη και στη μηχανή με τα δύο άτομα είδα να κρέμεται και καλώδιο ακουστικού. Περνάω το δρόμο απέναντι, πηγαίνω στον οδηγό του ταξί και του λέω «έρχομαι από το Βασίλη» και εκείνη τη στιγμή εξέρχεται από το ταξί ένα άγνωστο άτομο και βγάζει ένα ταξιδιωτικό σάκο από το χώρο των αποσκευών του αυτοκινήτου και τον αφήνει στο πεζοδρόμιο. Την ίδια στιγμή, εγώ ανήσυχος του είπα «είδες τις μηχανές που πέρασαν» και αυτός μου απάντησε «ναι τις είδα και πιο πριν! πάρτα και φύγε» και μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε βιαστικά. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ακουμπήσει την τσάντα. Σκέφτηκα τις μηχανές που πέρασα με το ακουστικό μπορεί να ήταν αστυνομικοί και δίστασα να πάρω την τσάντα αλλά οδηγός του ταξί την άφησε και έφυγε και φοβήθηκα να την αφήσω μη χαθεί και βρω τον μπελά μου από το Βασίλη και με κατηγορείς ότι την έκλεψα. Ενώ λοιπόν στεκόμουν δίπλα στο σάκο φρεναρίσματα, κοιτάω πίσω μου και βλέπω τις μηχανές δεν έχουν έρθει ανάποδα στο δρόμο προς τη μεριά μου. Ήταν αστυνομικοί με έριξαν κάτω και με χτύπησαν. Δεν αντιστάθηκα καθόλου και τους φώναξα «είμαι κάτω ότι πείτε». Μου πέρασαν χειροπέδες και με ρωτούσαν «ποιος σε έστειλε; που θα τα πήγαινες αυτά; (Δεν με ρώτησαν ποιος μου έδωσε το σάκο, γιατί πιθανόν γνώριζαν). Αφού μου αφαιρέσουν τα προσωπικά μου αντικείμενα και μου φορέσουν χειροπέδες τους είπα ότι επιθυμώ να συνεργαστώ και να τους πω ότι γνωρίζω. Τους αποκάλυψα το σημείο που θα παρέδιδα το σάκο και μου ζήτησαν να πάμε μαζί. Πήγαμε στην Αγία Φωτεινή αλλά δεν εμφανίστηκε κανείς γιατί προφανώς αντιλήφθηκαν ότι υπήρχαν κι άλλα άτομα και ότι δεν έφτασα εκεί πεζός». Ωστόσο, ο 32χρονος κατηγορείται και για βία κατά υπαλλήλων, καθώς φέρεται να προέβαλε αντίσταση κατά τη σύλληψή του.
Η εμπλοκή της συντρόφου του
Σχετική με την εμπλοκή της συντρόφου του, ο 32χρονος κατηγορούμενος στο υπόμνημά του ανέφερε τα εξής: «Η σύντροφος μου δεν έχει απολύτως καμία σχέση και φταίω αποκλειστικά εγώ για την εμπλοκή της, υπό την έννοια ότι αν δεν βρισκόταν στο μικρό σπίτι μου δεν θα ήταν κατηγορούμενη. Αντιλαμβάνομαι ότι έπρεπε να μη δεχθώ να πάω να παραλάβω την κατασχεθείσα ποσότητα. Έκανα λάθος, το μετανιώνω ειλικρινά και γνωρίζω ότι θα υποστώ τις συνέπειες του νόμου».
Επισήμανε, δε ότι αρνείται την κατηγορία όπως του αποδίδεται δηλώνοντας ότι δεν είναι έμπορος ναρκωτικών. «Αρνούμαι την κατηγορία, όπως μου αποδίδεται. Δεν είμαι έμπορος ναρκωτικών. Εργάζομαι από 13 ετών και στη ζωή μου έχω αγωνιστεί με τιμιότητα και ιδρώτα για να επιβιώνω» υποστηρίζει για να προσθέσει: «Αποδέχομαι ότι αποπειράθηκα να μεταφέρω την κατασχεθείσα ποσότητα από το σημείο που θα την παραλαμβάνει στο σημείο που μου είχε υποδειχθεί. Όμως με κάθε ειλικρίνεια δηλώνω ότι η κατασχεθείσα ποσότητα δεν ήταν δική μου, δεν μου ανήκει ακόμα δεν είχα εξουσία διαθέσεως της ούτε αποφάσιζα για την τύχη της. Δεν πρόλαβα να αποκτήσω κατοχή της βαλίτσας. Προτού την ακουμπήσω με συνέλαβαν οι αστυνομικοί».