«Έπρεπε να είχε ειδοποιηθεί ο κόσμος να έχει φύγει εγκαίρως να υπήρχε μια οργάνωση. Ούτε καμπάνες, ούτε σειρήνες, έγιναν λάθη δεν έκαναν τα αναγκαία για να σωθεί ο κόσμος». Με αυτά τα λόγια μάρτυρας που κατέθεσε σήμερα στη δίκη για το Μάτι «αποτύπωσε» την πλήρη ανυπαρξία του κρατικού μηχανισμού στις 23 Ιουλίου του 2018 όταν η πύρινη λαίλαπα τύλιξε τη περιοχή.
Στο στοιχείο αυτό, δηλαδή την μη παροχή βοήθειας προς τους κατοίκους αλλά και την έλλειψη οποιαδήποτε ενημέρωσής τους για την φωτιά που πλησίαζε τα σπίτια τους, εστιάζουν όλοι οι μάρτυρες που καταθέτουν στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας, έχοντας χάσει δικούς τους ανθρώπους και έχοντας υποστεί κάποιοι εξ αυτών σοβαρά εγκαύματα.
Κατά τη διάρκεια της σημερινής κατάθεσής του ο μάρτυρας κ. Δημοσθένης Βονικόπουλος, ο οποίος έχασε τον αδελφό του εκείνη την ημέρα από πνιγμό ενώ τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του σώθηκαν, όπως είπε από θαύμα, ανέφερε πως «επρεπε να είχε ειδοποιηθεί ο κόσμος να έχει φύγει εγκαίρως να υπήρχε μια οργάνωση. Ούτε καμπάνες, ούτε σειρήνες, έγιναν λάθη δεν έκαναν τα αναγκαία για να σωθεί ο κόσμος».
Ο μάρτυρας περιέγραψε τις προσπάθειές του για να εντοπίσει τον αδελφό του πηγαίνοντας σε νοσοκομεία και ρωτώντας για εκείνον. Όμως ο αδελφός του είχε πνιγεί στη θάλασσα όπου είχε καταφύγει για να σωθεί. Αναφερόμενος στην κόρη του είπε πως μέχρι σήμερα αντιμετωπίζει προβλήματα, καθώς δεν μπορεί να δει ούτε τζάκι αναμμένο.
«Την ανασταίνουμε βήμα – βήμα» ανέφερε χαρακτηριστικά κ. Βονικόπουλος, ενώ δεν παρέλειψε να μιλήσει για την βοήθεια που δέχθηκε ο κόσμος εκείνη την ημέρα από ψαράδες της περιοχής. «Μας έδωσαν υψηλό μάθημα ανθρωπιάς. Περισυνέλεξαν την κόρη μου. Πήγα να τους ευχαριστήσω και δεν δέχθηκαν ούτε ένα συμβολικό αντίτιμο» είπε ο μάρτυρας ενώ η σύζυγός του, Ελένη Κουτσίκου, μίλησε στο δικαστήριο για τις προσπάθειες που έκανε ώστε να βρει το παιδί της.
Η μάρτυρας ανέφερε χαρακτηριστικά: «Μπήκα στη θάλασσα και άρχισα να ψάχνω το παιδί μου. Να φωνάζω με όλες μου τις δυνάμεις. Δεν μπορούσα να το βρω. Με πήρε το κύμα μέσα. Υπήρχε μεγάλη αναστάτωση. Πεντακόσια άτομα ήταν εκεί … Κολυμπούσα τέσσερις ώρες. Όταν βγήκα στην ακτή μας πήρε το θερμικό κύμα και μας έκαιγε τα μαλλιά. Δεν μπορούσαμε να αναπνεύσουμε, μαυρίσαμε. Δυστυχώς ζήσαμε τραγικές καταστάσεις».
Αλλά και στη στεριά όταν η μάρτυρας κατάφερε να φτάσει αντίκρισε την κόλαση. «Καίγονταν πενήντα αυτοκίνητα. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Μπήκα στη θάλασσα και συνέχισα να ψάχνω την κόρη μου» είπε η κ. Κουτσίκου για να συνεχίσει λέγοντας πως «ο κουνιάδος μου εκ’ των υστέρων έμαθα ότι τον πήρε το κύμα και πνίγηκε. Το παιδί μου κολυμπούσε τρεις – τέσσερις ώρες και σώθηκε. Πυροσβεστική, αστυνομία, περιφέρεια δεν υπήρχε. Δήμος πουθενά, ενημέρωση καμία. Ο κόσμος έτρεχε πανικόβλητος. Κολυμπούσανε και βγαίναμε λίγο έξω να αναζητάμε τους ανθρώπους μας. Υπήρχαν καμένοι που κολυμπούσαν…. Όταν βγήκαμε στην Ραφήνα δεν υπήρχε ούτε ένα λεωφορείο. Προσπαθούσαμε ο ένας με τον άλλον. Δεν είχα τίποτα μαζί μου…Με έψαξε και με βρήκε μια ξαδέλφη μου η οποία επέστρεφε από την Τήνο».
Έχοντας χάσει στις φλόγες την μητέρα της σε ηλικία μόλις 46 ετών, η μάρτυρας Αγγελική Γαβάκη, ανέφερε στη δική της κατάθεση στο δικαστήριο. «Τη χτύπησε το θερμικό κύμα στη γωνία του σπιτιού. Τη χτύπησε η φωτιά , δεν πρόλαβε… Ήταν 46 ετών, νεότατη, θα μπορούσε να τρέξει αν είχε ειδοποιηθεί… Στη γωνία του σπιτιού ήταν το πτώμα της δεν είχε προλάβει να πάρει τίποτα μαζί της… Θα μπορούσε να είχε γλιτώσει … Γιατί δεν τους είπε κανείς τίποτα; Γιατί δεν ενημέρωσε κανείς; Ένα τέταρτο νωρίτερα να είχε ενημερωθεί και θα είχε γλιτώσει και χάθηκε έτσι μια ζωή και πόσες άλλες …Μακάρι να αποδοθεί Δικαιοσύνη. Ήταν άδικο να πεθάνει με αυτό τον τρόπο . Σε κανέναν δεν αξίζει αυτό … Δεν πρόλαβε να βγει από το σπίτι», τόνισε η κυρία Γαβάκη.
Πηγή: protothema.gr