H 29χρονη και ο Πολωνός σύντροφός της που κατηγορούνται για την ανθρωποκτονία από κοινού του 7χρονου παιδιού της στην Κυψέλη, οδηγούνται υπό δρακόντια μέτρα ασφαλείας, φορώντας αλεξίσφαιρα γιλέκα ενώπιον της 33ης ανακρίτριας. Ο 33χρονος περιέγραψε στις Αρχές με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, το φρικτό θάνατο του παιδιού.
«Του μιλούσα και του έλεγα να σταματήσει να με κοροϊδεύει. Αυτός όμως έκλεισε τα αυτιά του με τα χέρια και άρχισε να τραγουδάει δυνατά θέλοντας να καλύψει με την ένταση της φωνής του, τη δική μου και να μου δείξει ότι δεν με ακούει. Έλεγε συνεχώς λα, λα, λα. Αυτό το έκανε πάντα όταν τον τιμωρούσαν και ήξερε ότι με εκνευρίζει», δήλωσε ο 33χρονος Πολωνός.
Τα όσα συνέβησαν στη συνέχεια είναι εξωφρενικά και απάνθρωπα. Ο άνθρωπος αυτός περιγράφει πώς το παιδί πέθανε σε μια γωνιά, μπροστά στα μάτια του, γιατί δεν μπορούσε να ανασάνει.
«Επειδή ήθελα να τον τιμωρήσω, για να καταλάβει πως δεν πρέπει να συμπεριφέρεται έτσι, του έκλεισα το στόμα απότομα, με μία μονωτική ταινία που είχα για τη δουλειά μου. Του εξήγησα μάλιστα, πως όταν ηρεμήσει, τότε θα τη βγάλω. Μετά πήγα στο δεύτερο υπολογιστή που έχουμε, για να εκτυπώσω κάτι εργασίες της αδερφής του και είδα τον Ανδρέα καθιστό στο πάτωμα. Δεν θεώρησα ότι έπαθε κάτι και συνέχισα να μην δίνω σημασία. Λίγο αργότερα που συνειδητοποίησα ότι ο μικρός είχε ώρα να κουνηθεί, γύρισα να δω αν είναι καλά και τότε κατάλαβα ότι δεν αναπνέει», συνεχίζει να ομολογεί ο 33χρονος.
Σαν να μην είχε συμβεί…
Η δε, μητέρα του παιδιού, ισχυρίζεται ότι δεν ήταν παρούσα στο θάνατο του παιδιού κι ότι δεν ρώτησε ποτέ το τι του συνέβη.
«Ήμουν σε απόγνωση. Είχα κατάθλιψη και ήθελα να δώσω τέλος στη ζωή μου. Δεν ρώτησα ποτέ τίποτα τον σύντροφό μου για τον Αντρέα. Δεν ήθελα να ξέρω, θα γινόμουν χειρότερα. Αφού πέρασε λίγο ο καιρός, πήγα στο σχολείο του και δήλωσα ότι το παιδί έφυγε στην Πολωνία με τον πατέρα του, γι’ αυτό και σταμάτησε να πηγαίνει», υποστήριξε η 29χρονη μητέρα.
Ο χρόνος κυλούσε, το παιδί ήταν άφαντο, η αδελφή του, ύστερα από καταγγελίες, απομακρύνθηκε από τη μητέρα τους για να μεγαλώσει σε ανάδοχη οικογένεια και κανείς δεν υποψιαζόταν ότι το παιδί δολοφονήθηκε και θάφτηκε σε αυτοσχέδιο τάφο στην ταράτσα.
«Έσπασα τον τάφο με ένα κομπρεσέρ και στη συνέχεια έβαλα το αγόρι σε μία εργαλειοθήκη. Δεν μπόρεσα να δω σε τι κατάσταση ήταν ο Ανδρέας, γιατί το σώμα του το είχα τυλίξει σε υφάσματα. Την εργαλειοθήκη αυτή την είχα κλειδωμένη με μία κλειδαριά και τον έπαιρνα μαζί μου, όπου και να πήγαινα» περιγράφει ο 33χρονος.
Η κυνικότητα με την οποία η 29χρονη αυτή γυναίκα περιγράφει τη διαδικασία που ακολουθήθηκε με τα λείψανα του ίδιου της του παιδιού είναι ασύλληπτη.
«Μετά από περίπου δύο χρόνια, αλλάξαμε σπίτι. Ο Μάριος μου είπε, ότι θα έβγαζε τον Αντρέα από τον τάφο που είχε φτιάξει. Εγώ αυτό το πράγμα δεν το είχα δει ποτέ, ούτε την κατασκευή ούτε πως και πότε τον έβγαλε από εκεί. Αυτό που μου είπε ήταν ότι μετά θα έβαζε τον Αντρέα μέσα σε μία εργαλειοθήκη. Την εργαλειοθήκη αυτή την είδα όταν είχαμε μαζέψει όλα τα πράγματα από το σπίτι και φύγαμε. Μετά όμως δεν την ξαναείδα. Δεν ξέρω που την είχε βάλει», δήλωσε η μητέρα του Ανδρέα.
Παρ’ όλα όσα αποκαλύφθηκαν 5 χρόνια μετά τη δολοφονία του παιδιού, ο 33χρονος Πολωνός εμφανίζεται τώρα μετανιωμένος, τονίζοντας ότι… δεν είναι κακός άνθρωπος.
Προφυλακιστέο το ζευγάρι που σκότωσε και έκρυβε επί χρόνια τον 7χρονο Ανδρέα
Προφυλακιστέοι κρίθηκαν η μητέρα και ο 33χρονος σύντροφός της με τη σύμφωνη γνώμη της ανακρίτριας και του εισαγγελέα.
Η απολογία τους κράτησε έξι ώρες και σύμφωνα με πληροφορίες, ο 33χρονος δήλωσε μετανιωμένος και ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει το παιδί.
«Ο εντολέας μου δηλώνει πολύ μετανιωμένος και έκλαιγε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Δήλωσε ότι αυτή η μονωτική ταινία ήταν χαρτοταινία, την οποία πάντα έβγαζε από μόνος του ο μικρός, κι ότι αυτό δεν ήταν η αιτία θανάτου», δήλωσε ο Αλέξης Φίλιος, δικηγόρος του 33χρονου.
Ανατριχίλα προκαλούν όσα ισχυρίστηκε η μητέρα του 7χρονου, η οποία δηλώνει αμέτοχη στο έγκλημα. Σύμφωνα με πληροφορίες, η γυναίκα είοε ότι νόμιζε πως εκείνη η μέρα ήταν όπως όλες οι άλλες. Η ίδια ισχυρίστηκε ότι το παιδί συνήθως έμπαινε τιμωρία και έμενε χωρίς τροφή και νερό για να συνετιστεί, ενώ εκείνη την ημέρα δεν κατάλαβε τι έγινε, ούτε είδε την μονωτική ταινία.
«Περίμενα να δω τα τέρατα που άκουγα, αλλά είδα δύο ανθρώπους που μάλλον τα είχαν χαμένα. Δεν ξέρω κατά πόσο ήταν χρήστες, μίλησαν μόνο για αμφεταμίνες… Ο βασικός ισχυρισμός του εντολέα μου είναι ότι ήθελε να κρατήσει τη μοναδική οικογένεια που είχε. Πατέρα δεν είχε, καθώς είχε εξαφανιστεί, ενώ η μητέρα του τον είχε αφήσει σε ίδρυμα», συμπλήρωσε ο κ. Φίλιος.