Quantcast

Ημερίδα για τη Δικαιοσύνη: Προτάσεις για περιορισμό δικαστικών διακοπών και παράταση του ωραρίου των δικαστηρίων

Η ημερίδα διοργανώθηκε απο την «Κίνηση Επιτάχυνση της Δικαιοσύνης» και είχε τίτλο «Πέντε ποινικολόγοι συζητούν για την βραδύτητα στην απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης και προτείνουν λύσεις»

Ο περιορισμός των δικαστικών διακοπών, η διεύρυνση του ωραρίου διεξαγωγής των δικών (μετά τις 3 μ.μ.), αλλά και ο χρονικός περιορισμός των δικηγορικών αγορεύσεων, το “αγκάλιασμα” της ποινικής συνδιαλλαγής, η κατάργηση των “πολυτελών” συνθέσεων των 5μελών Εφετείων, καθώς και η συρρίκνωση του όγκου των υπομνημάτων, αλλά και του σκεπτικού των δικαστικών αποφάσεων, ήταν μερικές από τις προτάσεις που διατύπωσαν πέντε έγκριτοι νομικοί στο πλαίσιο της 4ης κατά σειρά ημερίδας, της «Κίνηση Επιτάχυνση της Δικαιοσύνης» (ΚΕΔ) μέσα στο τελευταίο εξάμηνο, με στόχο την εξεύρεση λύσεων απέναντι στο ογκώδες πρόβλημα των υπερβολικών καθυστερήσεων στην απονομή της Δικαιοσύνης.

Παράλληλα, από το στόχαστρο των νομικών δεν έλειψαν οι αυστηρές επικρίσεις για τα φαινόμενα της άμετρης ποινικοποίησης στη νομοθεσία, των “εύκολων” διώξεων, των μη επαρκών αρχειοθετήσεων, κ.λπ., ενώ συμφωνία υπήρξε ότι δεν χρειάζεται άλλη αύξηση του αριθμού των δικαστικών λειτουργών, γιατί είναι ήδη επαρκής (20% πάνω από τα Ευρωπαϊκά δεδομένα).

Στην ημερίδα, που διοργάνωσε η ΚΕΔ, με θέμα “Πέντε ποινικολόγοι συζητούν για την βραδύτητα στην απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης και προτείνουν λύσεις” και η οποία διεξήχθη στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, βασικοί ομιλητές ήταν κατά σειρά, ο Καθηγητής Ποινικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Χρίστος Μυλωνόπουλος, ο επίσης Καθηγητής Ποινικού Δικαίου στην ίδια Σχολή και πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων Ηλίας Αναγνωστόπουλος, ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών Ευστάθιος Βεργώνης, ο δικηγόρος – ποινικολόγος Βασίλης Χειρδάρης και ο δικηγόρος – ποινικολόγος Νίκος Βιτώρος. Στην ημερίδα χαιρετισμό απηύθυνε ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Αντώνης Ρουπακιώτης, ενώ την εκδήλωση και τη συζήτηση που επακολούθησε, συντόνισε ο δημοσιογράφος Τάκης Τσιμπούκης.

Αντώνης Ρουπακιώτης

Στον χαιρετισμό του στην αρχή της εκδήλωσης, ο κ. Ρουπακιώτης τόνισε, μεταξύ άλλων, την σημασία των θεσμών της ποινικής συνδιαλλαγής και ποινικής διαπραγμάτευσης, προσθέτοντας ότι θα ήταν σημαντικό να υπάρξει μια ιδιαίτερη προβολή από τους αρμόδιους φορείς, για το πόσο θα μπορούσαν οι πολίτες που οδηγούνται στα ποινικά δικαστήρια, να ωφεληθούν από διαδικασίες διαβούλευσης πριν από την δίκη.

Παράλληλα σημείωσε ότι δεν υπάρχει ακόμα κουλτούρα συνδιαλλαγής στην χώρα μας, σε αντίθεση με άλλα κράτη. Επίσης επισήμανε ότι το ωράριο των δικαστηρίων είναι πιεστικό και θα μπορούσε να διευρυνθεί, καθώς όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς θα έπρεπε να κάνουν μια σχετική παραχώρηση, μια θυσία, κάτι που θα έπρεπε να γίνει και στον τομέα των αναβολών.

Χρίστος Μυλωνόπουλος

Από την πλευρά του ο κ. Μυλωνόπουλος σημείωσε ότι οι διατάξεις για την ποινική εντολή και την αποχή από την ποινική δίωξη θα μπορούσαν να έχουν πολύ μεγαλύτερη εφαρμογή και να ανακουφίσουν το ποινικό μας σύστημα, ενώ επέκρινε το γεγονός ότι συχνά ασκούνται ποινικές διώξεις συλλήβδην κατά πολλών ατόμων, που δεν θα έπρεπε να είναι κατηγορούμενοι και οι οποίοι αργότερα απαλλάσσονται, αφού έχουν ταλαιπωρηθεί σε πολύπλοκες και χρονοβόρες διαδικασίες. Επισήμανε το απαράδεκτο φαινόμενο να υπάρχουν υποθέσεις αδίκαστες επί 5, 10 ή και 20 χρόνια, στις οποίες ελέγχεται πλέον εάν έχει επέλθει ή όχι, παραγραφή. Τόνισε ακόμα την ανάγκη να αλλάξει η φιλοσοφία του ποινικού μας συστήματος και ότι για μια δραστική αλλαγή με στόχο την επιτάχυνση της απονομής της Ποινικής Δικαιοσύνης, αποτελεί αναγκαίο εργαλείο η ουσιαστική εφαρμογή της ποινικής διαπραγμάτευσης και της ποινικής συνδιαλλαγής.

Ηλίας Αναγνωστόπουλος

Ο κ. Αναγνωστόπουλος χαρακτήρισε πολύ σημαντική παράμετρο την ταχύτητα στην απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης, ώστε να είναι έγκαιρη, αλλά σημείωσε παράλληλα ότι χρειάζεται και νηφαλιότητα, καθώς συστατικό στοιχείο της δίκαιης δίκης αποτελεί και η τήρηση κανόνων και εγγυήσεων, που απαιτούν κάποιον χρόνο.

Αποκρούοντας την επιχειρηματολογία για την καθυστέρηση της απονομής της Δικαιοσύνης εξαιτίας των δικηγορικών αιτημάτων για αναβολές των δικών, είπε “ουδέν ψευδέστερον” και προσεγγίζοντας το σύνολο των εκκρεμών δικών, ανέλυσε γιατί θεωρεί “συστημικά κουτή την προσέγγιση ότι πρέπει να κοπούν οι αναβολές για να επιταχυνθεί η απονομή της Δικαιοσύνης”.

Τάχθηκε κατά της αύξησης του αριθμού των δικαστών και των εισαγγελέων, γιατί είναι επαρκής και αναλογικά πολύ μεγαλύτερος από πολλά ευρωπαϊκά κράτη, σημειώνοντας ότι, αφού στην Ευρώπη έχουν καλύτερα αποτελέσματα με λιγότερους δικαστικούς λειτουργούς (ανά αριθμό κατοίκων), σημαίνει ότι το πρόβλημα είναι αλλού και όχι στον αριθμό τους.

Παράλληλα, στηλίτευσε το φαινόμενο των “μηνυσιογράφων”, “μηνυσιομανών” και των “στρατηγικών μηνυτών”, σημειώνοντας ότι η Εισαγγελία, θα μπορούσε να εντοπίζει τέτοιες περιπτώσεις και να τις βάζει στο αρχείο. Παράλληλα, τόνισε ότι στην επιβράδυνση της απονομής της Δικαιοσύνης οδηγεί το γεγονός ότι πολλές υποθέσεις δεν εκδικάζονται γιατί δεν έχουν γίνει σωστά οι επιδόσεις στους κατηγορουμένους, ή γιατί γίνεται αυτεπάγγελτος διορισμός συνηγόρου από το δικαστήριο με διακοπή της δίκης, ενώ θα μπορούσε να έχει προηγηθεί μια σχετική διαδικασία και να έχει ερωτηθεί έγκαιρα ο κατηγορούμενος αν έχει δικηγόρο.

Επισήμανε επίσης το συχνό πρόβλημα με τους μεταφραστές και διερμηνείς, των οποίων γίνεται αγωνιώδης αναζήτηση σε κάθε δίκη, λόγω της ταπεινωτικής αμοιβής τους, ύψους 15 ευρώ ημερησίως.

Σε μια χώρα γλωσσομαθών, όπως είναι η Ελλάδα, θα έπρεπε να υπάρχει μια αξιοπρεπής αμοιβή γιατί πολλοί θα αναλάμβαναν έτσι την μετάφραση πολλών εγγράφων και την διερμηνεία σε δίκες, αντί να χάνονται πολύτιμες ώρες, τόνισε και ανέφερε μάλιστα την περίπτωση διερμηνέα που, αν και προσήχθη βιαίως σε δικαστήριο για να μεταφράσει από τα Γερμανικά, εκείνος αρνήθηκε να διερμηνεύσει, αποκαλύπτοντας ότι είχε 3 χρόνια να πληρωθεί από το κράτος!

Ο κ. Αναγνωστόπουλος αναφέρθηκε ακόμα στο φαινόμενο δικογραφιών που φέρονται σαν δέματα ή και σε σακκούλες σαν σκουπίδια, και σημειώνοντας ότι βρισκόμαστε στην ψηφιακή εποχή, τόνισε την ανάγκη στο εξής να ψηφιοποιηθούν οι δικογραφίες. Πρόσθεσε ότι με την ψηφιακή δικογραφία θα διευκολυνθεί η παροχή αντιγράφων στους παράγοντες της δίκης, ενώ τα ψηφιακά έγγραφα θα μπορούν να προβάλλονται σε οθόνη στη διάρκεια της δίκης, χωρίς να υπάρχει ψάξιμο εκείνη την ώρα και απώλεια χρόνου. Διερωτήθηκε ωστόσο, αν μπορούν να υπάρξουν οθόνες στο Εφετείο Αθηνών, τη στιγμή που υπάρχουν σπασμένα τζάμια, σπασμένα καθίσματα, κ.λπ.

Στους παράγοντες καθυστέρησης συμπεριέλαβε την άμετρη ποινικοποίηση, όπως είχε γίνει π.χ. με την μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο, που αρχικά ήταν αυτόφωρο αδίκημα και είχαν γεμίσει τα πινάκια, χωρίς να υπάρχει αποτέλεσμα επί της ουσίας. “Δεν εισπράττεις λεφτά με χειροπέδες”, είπε χαρακτηριστικά, προθέτοντας: “Αφού με έβαλες φυλακή, θα με πληρώνεις κιόλας”.

Επίσης, επέκρινε τα φαινόμενα των “εύκολων” διώξεων, των μη επαρκών αρχειοθετήσεων υποθέσεων, των ελλιπών ή και ελαττωματικών κατηγορητηρίων, που πολλές φορές δεν διορθώνονται ούτε από τα δικαστικά συμβούλια, των “συλλήβδην” παραπομπών στο ακροατήριο 10, 20 ή και 60 κατηγορουμένων, ενώ είναι φανερό ότι δεν έπρεπε να αποδοθούν κατηγορίες σε τόσα πολλά άτομα. Γιατί αν αθωωθούν όλοι ή οι περισσότεροι στην δίκη, αυτό σημαίνει ότι το δικαστικό συμβούλιο και η ανάκριση δεν έκαναν καλά την δουλειά τους. Σημείωσε ακόμα ότι πρέπει να ενισχυθεί η προδικασία, ενώ τα φίλτρα και οι παρεμβάσεις του νομοθέτη την περικόπτουν, με συνέπεια να προκαλείται ένα φαινόμενο “κόμβου”, όπου φθάνουν γρήγορα χωρίς να μπορούν να προχωρήσουν και έτσι δημιουργείται “μποτιλιάρισμα”.

Τόνισε, επίσης την ανάγκη να προσληφθούν εξειδικευμένα άτομα σε βοηθητικούς ρόλους (π.χ. στον τομέα της πληροφορικής, κ.λπ.), να αξιοποιηθούν άξιοι γραμματείς, αλλά και εναλλακτικές διαδικασίες, αφού καταγραφεί με έγκυρο τρόπο τί έχει αποδώσει στα περίπου 3 χρόνια εφαρμογής της η ποινική διαπραγμάτευση, που σαν θεσμός μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο και πρέπει να υποστηριχθεί, με ενημέρωση, εκπαίδευση, αλλά και εξοικείωση των Εισαγγελέων.

Ευστάθιος Βεργώνης

Ο Εισαγγελέας κ. Βεργώνης σημείωσε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει αυτεπαγγέλτως ο Εισαγγελέας σε ποινική διαπραγμάτευση, καθώς η σχετική δυνατότητα δίνεται μόνο στον κατηγορούμενο και πρόσθεσε ότι αν δεν γίνει δική του υπόθεση του Εισαγγελέα, δεν μπορεί να προχωρήσει γρήγορα.

Παράλληλα συμφώνησε με τις απόψεις που διατύπωσε ο κ. Αναγνωστόπουλος για το θέμα των αναβολών, της μη αύξησης των θέσεων των δικαστικών λειτουργών, αλλά και της τεράστιας εισαγωγής υποθέσεων στο ακροατήριο, ενώ για την δημιουργία της ψηφιακής δικογραφίας υποστήριξε ότι είναι εύκολο να γίνει, καθώς το 90% των εγγράφων έχουν παραχθεί ψηφιακά.

Τόνισε ακόμα την ανάγκη να δημιουργηθεί μια σοβαρή στατιστική υπηρεσία που να μπορεί να εκτιμά την εφαρμογή ενός νόμου, πού υπάρχουν προβλήματα, κ.ο.κ, ενώ σημείωσε το γεγονός ότι απαιτείται ένας υπερβολικά μεγάλος αριθμός δικαστικών λειτουργών μέχρις ότου καταστεί μια απόφαση αμετάκλητη.

Αναφέρθηκε μάλιστα σε υπόθεση που απασχόλησε και την Ελληνική και την Γερμανική Δικαιοσύνη και ενώ την γερμανική δικογραφία χειρίστηκε 1 εισαγγελέας με τη συνδρομή κάποιων προσώπων της Οικονομικής Αστυνομίας, σε επίπεδο Ελληνικής Δικαιοσύνης, ο ίδιος ήταν ο 20ός Εισαγγελέας που ασχολήθηκε με την υπόθεση, που έχει περάσει ήδη από 40 δικαστικούς λειτουργούς, χωρίς να έχει ακόμα εκδικαστεί σε β΄ βαθμό…

Πρότεινε επίσης ο κ. Βεργώνης να εξεταστεί η κατάργηση των 5μελών Εφετείων, καθώς και να αιτιολογείται υποχρεωτικά η μη έκδοση δικαστικής διαταγής. Σημείωσε δε για την ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης, ότι αποτελεί περισσότερο κοινωνική υπόθεση, παρά των ειδικών, συμπληρώνοντας ότι πρέπει να ακούμε από την πλευρά της κοινωνίας και όχι των επαγγελματιών και ότι πρέπει να ξεπεραστούν τα όποια συντεχνιακά συμφέροντα.

Στο πλαίσιο μελλοντικής Συνταγματικής Αναθεώρησης σημείωσε ότι θα πρέπει να ξαναδούμε την συγκρότηση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, με την συμμετοχή σε μία αναλογία και κατώτερων δικαστικών λειτουργών και με εκφραστή άλλων φορέων, κατά το γαλλικό πρότυπο.

Βασίλης Χειρδάρης

Το απογοητευτικό γεγονός ότι η χώρα μας παραβιάζει συστηματικά την “εύλογη διάρκεια” της δίκης, επισήμανε ο κ. Χειρδάρης, υπογραμμίζοντας ότι είναι η Ελλάδα στην 3η θέση με τις πιο πολλές καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με 543 καταδίκες, επί συνόλου 6.052 καταδικαστικών αποφάσεων του ΕΔΔΑ για καθυστέρηση απονομής της Δικαιοσύνης (προηγείται η Ιταλία με 1203 καταδίκες και ακολουθεί η Τουρκία με 609).

Πρόσθεσε ότι ο αριθμός των καταδικών της Ελλάδας για καθυστέρηση δικών, αντιπροσωπεύει το 9% των συνολικών καταδικών όλων των Ευρωπαϊκών χωρών, καθώς επίσης ότι οι καταδίκες μας από το ΕΔΔΑ για καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη αντιπροσωπεύουν το 58% (!) του συνόλου των καταδικών της χώρας για παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου…

Συμφώνησε με τις απόψεις του κ. Αναγνωστόπουλου σχετικά με την εύλογη διάρκεια της δίκης, σημειώνοντας ότι η υπερεπιτάχυνση σε κάποιες διαδικασίες, ιδίως στα Αυτόφωρα έχει οδηγήσει και σε επιπόλαιες καταδίκες ή αθωώσεις. Τάχθηκε υπέρ μιας μικρής παράτασης του ωραρίου των δικαστηρίων έως τις 4μ.μ., ενώ επέκρινε το γεγονός ότι συχνά καθυστερεί η έναρξη των δικών, ότι γίνονται συχνά διακοπές για “ψύλλου πήδημα”, ότι υπάρχει ασυνέπεια στον χρόνο της επιστροφής του δικαστηρίου στην αίθουσα, με αποτέλεσμα ο πραγματικός χρόνος συνεδρίασης να μειώνεται σε 3,5 – 4 ώρες αντί των προβλεπόμενων 6 ωρών.

Σημείωσε επίσης ότι συμμετέχοντας σε σχετική νομοπαρασκευαστική επιτροπή, πρότεινε να περιοριστούν κατά ένα μήνα οι δικαστικές διακοπές, γιατί είναι πολύ μεγάλο το διάστημα των 2,5 μηνών (από τις αρχές Ιουλίου μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου) και να ισχύουν από τα μέσα Ιουλίου έως το τέλος Αυγούστου, αλλά συνάντησε την αντίδραση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων.

Επίσης επικρότησε την πρόταση του κ. Βεργώνη να καταργηθούν τα 5μελή Εφετεία με τις πολυτελείς συνθέσεις και να αντικατασταθούν από 3μελή, ενώ σημείωσε για τις μεγάλες δίκες ότι το συχνό φαινόμενο της διακοπής τους παραβιάζει (κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ) την δίκαιη δίκη, καθώς χάνεται η συνοχή, όταν το δικαστήριο διακόπτει για 1 ή 1,5 μήνα χωρίς μάλιστα να δίνονται πρακτικά, καθώς δεν είναι εύκολο να παρακολουθήσει κάποιος την υπόθεση ούτε να υπερασπιστεί ο κατηγορούμενος σωστά τον εαυτό του.

Σημείωσε επίσης ότι οι υπερβολικά μεγάλες αγορεύσεις των δικηγόρων, δεν ωφελούν και θα έπρεπε να θεωρείται εύλογος χρόνος αγόρευσης ένα διάστημα 2,5 ωρών, καθώς συχνά στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο οι αγορεύσεις περιορίζονται σε 15 λεπτά. Παράλληλα είπε ότι τα υπομνήματα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο πρέπει να είναι έως 20 σελίδες, και εξέφρασε τον φόβο ότι ένα υπόμνημα 130 σελίδων που παρέδωσε σε μεγάλη υπόθεση ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου, μάλλον δεν πρόκειται να διαβαστεί… Τάχθηκε υπέρ του περιορισμού του όγκου των δικαστικών αποφάσεων, που πολλές φορές είναι σχοινοτενείς στις αιτιολογίες τους με την παράθεση όλου του νομοθετικού πλαισίου, σημειώνοντας επίσης ότι δεν διαβάζονται εύκολα, γιατί στερούνται παραγράφων, κ.λπ.

Επικρότησε ακόμα την πρόταση για την ψηφιακή δικογραφία με το σκανάρισμα όλου του υλικού, γιατί μπορεί να βοηθήσει και στην καλύτερη υπεράσπιση του κατηγορουμένου, σημειώνοντας ότι στον Άρειο Πάγο στάθηκε αδύνατο να δοθούν αντίγραφα όλης της δικογραφίας σε μεγάλη υπόθεση, που ξεπερνούσε τις 300.000 σελίδες. Πρότεινε τέλος να μπει χρονικός περιορισμός στην σύνταξη των δικαστικών αποφάσεων, καθώς μπορεί αρκετές φορές να χρειαστεί να περάσουν 1 και 2 χρόνια μετά το τέλος της δίκης, για να γραφτεί το σκεπτικό.

Νίκος Βιτώρος

Την ίδια στιγμή, ο κ. Βιτώρος υποστήριξε ότι η επαύξηση ποινών με την περίφημη αυστηροποίηση ή την δημιουργία κακουργημάτων για ευκαιριακή ικανοποίηση της κοινής γνώμης, αποσυντονίζει το όλο σύστημα. Παράλληλα, επέκρινε δριμύτατα την καταχρηστική εισαγωγή ποινικών διατάξεων σχεδόν σε κάθε νόμο, που αλλοιώς θεωρείται κολοβός, για να θωρακιστεί δήθεν η εφαρμογή του.

Ανέφερε ως χαρακτηριστικά παραδείγματα τη νομοθεσία για τα αυθαίρετα κτίσματα, την μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, τις ακάλυπτες επιταγές, τελωνειακές παραβάσεις, κ.λπ., που θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται με την διοικητική οδό. Υποστήριξε ότι πρέπει στο πρώτο στάδιο του ποινικού συστήματος να υπάρχει ένα “ξεσκαρτάρισμα” υποθέσεων, ώστε το ακροατήριο να παραλαμβάνει όσες υποθέσεις χρειάζονται πράγματι τον ποινικό έλεγχο.

Στηλίτευσε το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές φορές υποθέσεις που χρειάζονται μια 10ετία για να φθάσουν στο ακροατήριο, ενώ υπάρχουν και πλημμεληματικές κατηγορίες για τις οποίες έχουν χαθεί πολλές εργατοώρες αφού από την αρχή αναμενόταν με βεβαιότητα η έκδοση αθωωτικών αποφάσεων.

Τόνισε ακόμα ότι χρειάζεται μεγαλύτερο θάρρος για την αρχειοθέτηση υποθέσεων, καθώς η προδικασία δεν μπορεί να είναι μια τυπική οδός προς το ακροατήριο, προσθέτοντας ότι από τότε που πέρασαν υποθέσεις από το Συμβούλιο Εφετών στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, εισάγονται όλες συλλήβδην στο ακροατήριο, καθώς δεν υπάρχει η ειδική εμπειρία του δικαστή και το θάρρος να προχωρήσει σε απαλλαγή.

Για τις αναβολές σημείωσε ότι ανάγονται στην εσωτερική ανεξαρτησία του δικαστή, που πρέπει να είναι ελεύθερος να μην δώσει ούτε την πρώτη αναβολή, εάν δεν δικαιολογείται, ή να δώσει και παραπάνω αναβολές, αν κρίνει ότι χρειάζονται.

Σημείωσε την ανάγκη η ποινική συνδιαλλαγή να αγκαλιαστεί στην πράξη και να περάσει στην συνείδησή μας σαν ένας θεσμός που μπορεί να υπερασπιστεί πολύ καλά τον κατηγορούμενο. Σχολιάζοντας τέλος τις φωνές φορέων ότι γίνονται νομοθετικές παρεμβάσεις με εξωθεσμικά, οικονομικά, κ.λπ. κριτήρια, σημείωσε ότι η διόρθωση του προβλήματος θα πρέπει να αφορά εμάς τους ίδιους τους νομικούς και δεν αποτελεί επιχείρημα ότι οι τρίτοι επιχειρούν, όσο η δική μας πρόταση, επανειλημμένα και συστηματικά δυσλειτουργεί.