Folli Follie: Τι απαντά ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών για την αναβολή της δίκης

Οι δικηγόροι απέχουν λόγω της τροποποίησης του άρθρου 187, που αναφέρει ότι οδηγούνται στη φυλακή καταδικασθέντες ακόμα και για πλημμελήματα

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ) με σημερινή ανακοίνωσή του απαντά στους δικαστές για το ζήτημα την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης Folli Follie και σημειώνει ότι αποκλειστική αιτία της αποχής των δικηγόρων είναι η αντισυνταγματική τροποποίηση του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα.

Υπενθυμίζεται ότι με τη νέα διάταξη του άρθρου 187 του Π.Κ. οδηγούνται στη φυλακή καταδικασθέντες και για πλημμελήματα (κλοπές, ζημιά περιουσίας κ.λπ.), αν διαπράττονται από συμμορία.

Αναλυτικότερα, η ανακοίνωση του ΔΣΑ έχει ως εξής:

«Με αφορμή τις πρωτοφανείς αιτιάσεις, που περιέχονται στην απόφαση του Ε΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, κατά τη δικάσιμο της 14.12.2022, για την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης Folli Follie ο ΔΣΑ επισημαίνει τα ακόλουθα:

1. Οι δικηγόροι, ως συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης, αξιώνουν να ασκούν το λειτούργημά τους σε νομικό πλαίσιο κράτους δικαίου, που σέβεται την δικαστική ανεξαρτησία, το τεκμήριο αθωότητας και τα θεμελιώδη δικαιώματα των κατηγορουμένων. Η ωμή παραβίασή τους με την τροποποίηση του άρθρου 187 ΠΚ αποτελεί την αποκλειστική αιτία της κηρυχθείσας αποχής.

Η αντισυνταγματική αυτή διάταξη έχει επικριθεί έντονα από το σύνολο σχεδόν της νομικής κοινότητας (δικαστές και δικηγόρους), που έχει ζητήσει την ουσιώδη τροποποίησή της, την οποία η κυβέρνηση αδικαιολόγητα αρνείται πεισματικά μέχρι σήμερα.

2. Η υπόθεση Folli Follie δεν εμπίπτει στο πλαίσιο για τη χορήγηση άδειας από την αποχή.

Δεν επίκειται παραγραφή, δεδομένου ότι οι κατηγορίες αφορούν για όλους τους κατηγορουμένους πράξεις κατ’ εξακολούθηση με χρόνο τελέσεως από το 2008 έως το 2018 ούτε συμπληρώνονται τα ανώτατα όρια προσωρινής κράτησης, που αποτελούν τους μόνους λόγους για τη χορήγηση της άδειας.

3. Το πλαίσιο της αποχής ισχύει έναντι πάντων.

Δεν αντιλαμβανόμαστε για ποιο λόγο η συγκεκριμένη δίκη θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί διαφορετικά και κατ’ εξαίρεση και μας προκαλεί κατάπληξη η σχετική αναφορά του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο οφείλει να αντιμετωπίζει όλες τις υποθέσεις ως ίσης βαρύτητας. Κάθε υπόθεση είναι σημαντική για τους εμπλεκόμενους διαδίκους και η αρχή της ίσης μεταχείρισης επιβάλλει προς τούτο την ισότιμη αντιμετώπισή τους.

Πουθενά στο νόμο δεν προβλέπεται προβάδισμα των λεγόμενων «πολύκροτων υποθέσεων» έναντι των άλλων, όπως αξιώνει το συγκεκριμένο Δικαστήριο.

4. Τα αίτια στις καθυστερήσεις στην ποινική Δικαιοσύνη είναι γνωστά και οφείλονται ιδίως στις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην ποινική προδικασία.

Ας επιδείξουν λοιπόν την ίδια ευαισθησία για τις ποινικές υποθέσεις που λιμνάζουν επί έτη στα γραφεία ανακριτών και εισαγγελέων και εκδικάζονται λίγο πριν την παραγραφή υπό τη δαμόκλειο σπάθη της παραγραφής. Χαρακτηριστικότερη όλων είναι η υπόθεση για την πυρκαγιά στο Μάτι.

5. Επίσης απορίας άξιον τυγχάνει ως προς τι διαφοροποιούνται, άραγε, οι υποχρεώσεις της συγκεκριμένης δικαστικής σύνθεσης, έναντι άλλων συναδέλφων τους, που δικάζουν επίσης πολυπρόσωπες ποινικές δίκες, σε ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις συμμετοχής τους σε άλλες δίκες και στις επιπτώσεις στη λειτουργία του Εφετείου;

Ο καθένας πρέπει να αναλαμβάνει τις ευθύνες του και να μην προσπαθεί να τις μετακυλίει αλλού. Έωλες κατηγορίες έναντι των συλλειτουργών της Θέμιδας, ούτε επαρκή αιτιολογία της δικαστικής κρίσης παρέχουν, ούτε συμβάλλουν στην ορθή και ταχεία απονομή της δικαιοσύνης.

6. Τέλος, δεν περνά απαρατήρητη η κατά προτίμηση στοχοποίηση του δικηγορικού σώματος από τη συγκεκριμένη δικαστική απόφαση έναντι των ευθυνών της Πολιτείας με δεδομένο ότι στη συγκεκριμένη δικαστική σύνθεση, μετείχε μέχρι πρόσφατα σύμβουλος του υπουργού Δικαιοσύνης».