Αποχή από τα καθήκοντά τους από αύριο, Παρασκευή, και μέχρι να δοθεί λύση στο μείζον πρόβλημα της καθαριότητας στο Πρωτοδικείο της Αθήνας, το μεγαλύτερο δικαστήριο της χώρας, αποφάσισαν οι δικαστικοί υπάλληλοι, επικαλούμενοι λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας.
Σύμφωνα με όσα αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους, εξηγώντας τους λόγους που τους οδήγησαν στην απόφαση για την αποχή, αναφέρουν ότι από τις 9 Ιουνίου 2022 που έληξε η σύμβαση με την εταιρεία καθαρισμού, επί της ουσίας το Πρωτοδικείο της Αθήνας δεν έχει καθαριστεί.
Έτσι, όπως περιγράφουν οι δικαστικοί υπάλληλοι, «σε συνθήκες πανδημίας και αυξημένων θερμοκρασιών, σε χώρους όπου εργάζονται εκατοντάδες άνθρωποι και επισκέπτονται καθημερινά χιλιάδες πολίτες, έχουμε συσσώρευση σκουπιδιών και παντελή έλλειψη καθαριότητας».
Συγκεκριμένα, στην ανακοίνωσή τους αναφέρουν τα εξής:
«Η σύμβαση με την εταιρεία που είχε αναλάβει την καθαριότητα του μεγαλύτερου δικαστηρίου της χώρας, του Πρωτοδικείου Αθηνών, καθώς και της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, του Ειρηνοδικείου Αθηνών, του Πταισματοδικείου Αθηνών και των 12 περιφερειακών Ειρηνοδικείων της Αττικής, έληξε στις 9-6-2022.
Το θέμα της νέας σύμβασης οδηγήθηκε στα δικαστήρια, μετά από προσφυγές των εταιρειών που μειοδότησαν. Η χθεσινή έκδοση της σχετικής απόφασης όμως δεν επιλύει το πρόβλημα και είναι άγνωστο το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες διαδικασίες.
Έτσι, σε συνθήκες πανδημίας και αυξημένων θερμοκρασιών, σε χώρους όπου εργάζονται εκατοντάδες άνθρωποι και επισκέπτονται καθημερινά χιλιάδες πολίτες, έχουμε συσσώρευση σκουπιδιών και παντελή έλλειψη καθαριότητας!!
Για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ότι η εκχώρηση της καθαριότητας των δημοσίων υπηρεσιών, οργανισμών και φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα σε εργολαβικές εταιρείες, που διαχρονικά ακολουθείται, αντί της πρόσληψης μόνιμου προσωπικού, οδηγεί σε τέτοια τραγικά αποτελέσματα.
Όμως η κατάσταση αυτή που βιώνουμε τώρα με την καθαριότητα, δεν προέκυψε τυχαία και αιφνιδιαστικά, αλλά είναι το αποκορύφωμα της διαχρονικής αδιαφορίας και της έλλειψης στοιχειώδους φροντίδας της πολιτείας, για την εξασφάλιση ανθρωπίνων συνθηκών για τους εργαζόμενους σε όλες τις δικαστικές υπηρεσίες της χώρας. Αδιαφορία, που είναι πλέον προκλητική και καθιστά πάρα πολλές δικαστικές υπηρεσίες εντελώς ακατάλληλες, λόγω των πολλαπλών προβλημάτων που αφορούν:
– Την επάρκεια και την ασφάλεια των κτηρίων.
– Την έλλειψη κλιματισμού – θέρμανσης και ψύξης.
– Την απουσία εξειδικευμένου και μόνιμου τεχνικού προσωπικού, απαραίτητου για τη συντήρηση και τις επισκευές κτηριακών και τεχνικών υποδομών, καθώς και προσωπικού καθαριότητας.
Όλα τα παραπάνω λειτουργούν σωρευτικά στα ήδη γνωστά και επίσης χρονίζοντα προβλήματα της Δικαιοσύνης, όπως είναι οι τεράστιες ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού και στοιχειωδών υποδομών στη μηχανοργάνωση των υπηρεσιών, η απουσία ηχογράφησης και αποηχογράφησης σε μεγάλο αριθμό πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων της χώρας.
Δεν γίνεται βέβαια λόγος για τα στοιχειώδη και αυτονόητα, που θα συνέτειναν στην ασφάλεια και προστασία των εργαζομένων και πολιτών στα δικαστήρια, δηλαδή στη μόνιμη παρουσία ιατρού εργασίας και των βασικών ιατρικών υποδομών άμεσης βοήθειας, καθώς και στην ύπαρξη μόνιμου προσωπικού φύλαξης των δικαστικών κτηρίων.
Για όλα αυτά, που αποτελούν τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις της πολιτείας απέναντι στους εργαζόμενους στις δικαστικές υπηρεσίες, ο μόνος δρόμος που μας μένει είναι αυτός του αγώνα και της διεκδίκησης. Σαν πρώτη άμεση αντίδρασή μας, στο πολύ σοβαρό πρόβλημα της καθαριότητας, δηλώνουμε ότι: Δεν θα ανεχθούμε να δουλέψουμε σε ανθυγιεινές και επικίνδυνες συνθήκες.
Οι δικαστικοί υπάλληλοι των υπηρεσιών, τις οποίες αφορά το πρόβλημα της καθαριότητας, θα απέχουν από την εργασία τους για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας από Παρασκευή 17-6-2022 και μέχρι να δοθεί λύση!
Επαναλαμβάνουμε το διαχρονικό μας αίτημα: Πρόσληψη μόνιμου προσωπικού καθαριότητας και τεχνικού προσωπικού για τη συντήρηση, την επισκευή και την ασφαλή λειτουργία των δικαστικών υπηρεσιών, καθώς επίσης και του αναγκαίου προσωπικού για την ανάπτυξη και τη συντήρηση των πληροφοριακών συστημάτων και της ψηφιακής καταγραφής των πρακτικών».