Το 1975, ο τότε Διευθυντής του σουηδικού Μουσείου και διακεκριμένος αρχαιολόγος Carl Gustaf Styrenius διαπίστωσε ότι το χρυσό σφραγιστικό δαχτυλίδι από το μυκηναϊκό νεκροταφείο της Ιαλυσού βρισκόταν στη συλλογή του Μουσείου, ενημέρωσε σχετικά τις αρμόδιες ελληνικές Αρχές, αλλά το δαχτυλίδι παρέμεινε στη Στοκχόλμη, για λόγους που δεν αποσαφηνίζονται από τα υπάρχοντα αρχεία. Το χρυσό σφραγιστικό δαχτυλίδι, σχεδόν οκτώ δεκαετίες μετά την παράνομη απομάκρυνσή του, θα εκτεθεί εκ νέου στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ρόδου.
Όπως δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, «Το Ίδρυμα Νόμπελ και το Σουηδικό Κράτος με την απόφασή τους της επιστροφής του μυκηναϊκού δαχτυλιδιού στην Ελλάδα, στην χώρα προέλευσής του, δείχνουν τον σεβασμό τους στη σύγχρονη Ελλάδα και στις συνεχείς προσπάθειες, που καταβάλουμε, για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης των πολιτιστικών αγαθών. Είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτή τη χειρονομία. Αποτελεί παράδειγμα ήθους και γενναιοδωρίας και για άλλα ιδρύματα και μουσειακούς οργανισμούς ανά τον κόσμο».
«Hταν προφανές για εμάς ότι το δαχτυλίδι έπρεπε να επιστραφεί. Αυτό το τεχνούργημα έχει πολύ μεγάλη πολιτιστική και ιστορική αξία για την Ελλάδα», είπε ο Vidar Helgesen, Εκτελεστικός Διευθυντής του Ιδρύματος Νόμπελ, ο οποίος παρέδωσε το δαχτυλίδι στην Ελενα Βλαχογιάννη, Προϊσταμένη του Τμήματος Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών της Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του ΥΠΠΟΑ.
Στο πλαίσιο της αναζήτησης πληροφοριών για τις αγνοούμενες αρχαιότητες του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, έργο που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε εξέλιξη, η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης ανακίνησε την υπόθεση, αναζήτησε και συγκέντρωσε στοιχεία από το αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου, το Ιστορικό Αρχείο Αρχαιοτήτων και από κάθε άλλη διαθέσιμη πηγή. Το χρυσό δαχτυλίδι τεκμηριώθηκε πλήρως ως κλαπέν από το Μουσείο Ρόδου και ξεκίνησαν οι διαδικασίες για τη διεκδίκησή του.
Σε στενή συνεργασία με το Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, η Πρεσβεία της Ελλάδας στη Στοκχόλμη ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις με το Μουσείο Μεσογειακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων και το Ίδρυμα Νόμπελ. Τα δύο σουηδικά ιδρύματα αντιμετώπισαν εξαρχής θετικά το ελληνικό αίτημα και παρείχαν με προθυμία αρχειακό υλικό, καθώς και κάθε διευκόλυνση για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων. Στο πλαίσιο αυτό, το δαχτυλίδι εξετάστηκε από εμπειρογνώμονες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, που μετέβησαν στη Στοκχόλμη για τον σκοπό αυτό, και επιβεβαιώθηκε η ταύτισή του με το κλαπέν της Ρόδου, ανοίγοντας οριστικά τον δρόμο για τον επαναπατρισμό του.