Quantcast

Βρετανία: Επιστήμονες εφηύραν «τεχνητά φύλλα» που παράγουν καθαρά καύσιμα – Δείτε βίντεο

Πιθανό το σενάριο να καλύπτουν μελλοντικά τις ενεργειακές ανάγκες της παγκόσμιας ναυτιλιακής βιομηχανίας - Επιδέχονται ακόμη βελτιώσεις

Ερευνητές στο βρετανικό Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ δημιούργησαν «τεχνητά φύλλα» που παράγουν καθαρά καύσιμα από το ηλιακό φως και το νερό. Η επιστημονική ομάδα εμπνεύστηκε την ιδέα για τις εξαιρετικά λεπτές, εύκαμπτες συσκευές, από τη φωτοσύνθεση.

Όπως αναφέρει το BBC, οι δοκιμές στον ποταμό Καμ στο Κέιμπριτζ έδειξαν ότι τα τεχνητά φύλλα μπορούν να μετατρέψουν το ηλιακό φως σε καύσιμα τόσο αποτελεσματικά όσο και τα αληθινά φύλλα. Στόχος των ερευνητών είναι να μειώσουν τη χρήση ορυκτών καυσίμων στη ναυτιλία.

Τα τεχνητά αυτά φύλλα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε μολυσμένες υδάτινες οδούς, σε λιμάνια ή ακόμη και στη θάλασσα. Αυτή η καινοτομία θα μπορούσε να μειώσει τις ανάγκες της παγκόσμιας ναυτιλιακής βιομηχανίας από τα ορυκτά καύσιμα.

Το 2019, η ερευνητική ομάδα του καθηγητή Έργουιν Ράισνερ ανέπτυξε ένα τεχνητό φύλλο, στο οποίο όμως είχε ενσωματώσει παχιά γυάλινα υποστρώματα και επιστρώσεις προστασίας από την υγρασία, γεγονός που έκανε τη συσκευή ογκώδη. Στη νέα έκδοση του τεχνητού φύλλου, οι ερευνητές μείωσαν την ποσότητα των υλικών, ώστε να είναι αρκετά ελαφριά για να επιπλέουν.

Energy breakthrough: Floating artificial leaves make fuel from sunlight and water

«Τα τεχνητά φύλλα θα μπορούσαν να μειώσουν σημαντικά το κόστος παραγωγής βιώσιμων καυσίμων, αλλά επειδή είναι βαριά και εύθραυστα, είναι δύσκολο να παραχθούν σε κλίμακα και να μεταφερθούν», δήλωσε ο Βέρτζιλ Άντρεϊ, μέλος της ερευνητικής ομάδας.

«Θέλαμε να δούμε πόσο μπορούμε να μειώσουμε τα υλικά που χρησιμοποιούν αυτές οι συσκευές, χωρίς να επηρεάσουμε τις επιδόσεις τους», πρόσθεσε ο καθηγητής Ράισνερ, επικεφαλής της έρευνας.

«Αν μπορέσουμε να μειώσουμε τα υλικά αρκετά ώστε να είναι αρκετά ελαφριά για να επιπλέουν, τότε ανοίγουν νέοι δρόμοι για τη χρήση αυτών των τεχνητών φύλλων», πρόσθεσε ο ερευνητής.

Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο επιστημοικό περιοδικό «Nature».