Quantcast

Τα κύματα ζέστης που σπάνε ρεκόρ θερμοκρασιών αναμένεται να αυξηθούν μέχρι το 2100 εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής

Αν η άνοδος της θερμοκρασίας φθάσει τους τρεις βαθμούς Κελσίου, τότε η πλειονότητα των ημερών κάθε χρόνο μπορεί να είναι επικίνδυνα ζεστές και υγρές σε πολλά μέρη του κόσμου

Το επικίνδυνο για την υγεία θερμικό στρες λόγω καύσωνα θα γίνει πολύ συχνότερο σε πολλές χώρες έως το τέλος του αιώνα μας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μιας νέας μελέτης από αμερικανούς επιστήμονες.

Τα κύματα ζέστης που σπάνε ρεκόρ θερμοκρασιών αναμένεται να αυξηθούν μέχρι το 2100 εξαιτίας της συνεχούς αύξησης των «αερίων του θερμοκηπίου» στην ατμόσφαιρα και της συνακόλουθης κλιματικής αλλαγής, εφόσον αυτή δεν τεθεί υπό έλεγχο.

Οι ερευνητές από τα πανεπιστήμια Χάρβαρντ και Ουάσινγκτον, με επικεφαλής τον Βάργκας Ζεπετέλο, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα περιβάλλοντος Communications Earth & Environment, εκτιμούν ότι ακόμη κι αν επιτευχθεί ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού και η άνοδος της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας δεν ξεπεράσει τους δύο βαθμούς Κελσίου, οι «καυτές» ημέρες θα αυξηθούν κατά τρεις έως δέκα φορές στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ, στην Κίνα και σε άλλες χώρες με μέσο γεωγραφικό πλάτος.

Παράλληλα, στις τροπικές περιοχές οι επικίνδυνες, λόγω υψηλού θερμικού στρες, μέρες μπορεί να διπλασιαστούν έως το 2100, καλύπτοντας πλέον έως το μισό περίπου έτος.

«Οι πρόσφατοι καύσωνες με θερμοκρασιακά ρεκόρ, που συνέβησαν κατά τα τελευταία καλοκαίρια, θα γίνουν πολύ πιο συχνοί σε μέρη όπως η Βόρεια Αμερική και η Ευρώπη. Για πολλά μέρη κοντά στον Ισημερινό έως το 2100 θα είναι δύσκολο να εργάζεται κανείς σε εξωτερικούς χώρους πάνω από τις μισές μέρες του έτους, ακόμη κι αν στο μεταξύ έχουν αρχίσει να μειώνονται οι εκπομπές άνθρακα» δήλωσε ο Ζεπετέλο.

Η μελέτη μοντελοποίησης εξετάζει διάφορα μελλοντικά σενάρια με βάση έναν συνδυασμό θερμοκρασίας του αέρα και υγρασίας, γνωστό ως δείκτη θερμότητας ή δυσφορίας (heat index), ο οποίος υπολογίζει την επίπτωση στο ανθρώπινο σώμα, άρα και στην υγεία.

Η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία των ΗΠΑ ορίζει ως «επικίνδυνο» τον δείκτη όταν φθάνει τους 39,4 βαθμούς Κελσίου και ως «υπερβολικά επικίνδυνο» όταν φθάνει τους 51 βαθμούς, όριο που θεωρείται ανασφαλές για τους ανθρώπους, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου.

«Τέτοια όρια αρχικά δημιουργήθηκαν για ανθρώπους που εργάζονται σε εσωτερικούς πολύ ζεστούς χώρους και δεν νοούνταν για συνθήκες σε εξωτερικούς χώρους, αλλά αυτό ακριβώς βλέπουμε τώρα» ανέφερε ο Ζεπετέλο.

Στο χειρότερο σενάριο της μελέτης, αν οι εκπομπές άνθρακα παραμείνουν εκτός ελέγχου έως το 2100, δήλωσε ο ίδιος, «είναι υπερβολικά εκφοβιστική η σκέψη τού τι μπορεί να συμβεί αν 30 έως 40 μέρες κάθε χρόνο ξεπερνούν το υπερβολικά επικίνδυνο θερμικό όριο. Αυτά είναι τρομακτικά σενάρια που έχουμε ακόμη τη δυνατότητα να αποτρέψουμε».

Αν η άνοδος της θερμοκρασίας φθάσει τους τρεις βαθμούς Κελσίου, τότε η πλειονότητα των ημερών κάθε χρόνο μπορεί να είναι επικίνδυνα ζεστές και υγρές σε πολλά μέρη του κόσμου.

Οι τροπικές και υποτροπικές περιοχές θα έχουν επικίνδυνα ζεστές μέρες κατά το ένα τέταρτο έως το ήμισυ των ημερών του έτους μέχρι το 2050, καθώς και για το μεγαλύτερο μέρος του έτους έως το 2100.

Με βάση αυτό το σενάριο, 5,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι στην Ινδία, στην υποσαχάρια Αφρική και στην Αραβική χερσόνησο θα εκτίθενται σε υπερβολικά επικίνδυνη ζέστη (τουλάχιστον 51 βαθμούς Κελσίου) για τουλάχιστον 15 μέρες του έτους έως το τέλος του αιώνα.