Όλα επισκιάζονται αυτές τις μέρες από τον όλεθρο που άφησε πίσω του ο καταστροφικός σεισμός στην Τουρκία και τη Συρία, με τους νεκρούς να έχουν ξεπεράσει τις 11.000 και τους τραυματίες τις 40.000 και στις δύο χώρες. Σε βαρύ κλίμα κινήθηκε, έτσι, και η ομιλία του καγκελάριου Όλαφ Σολτς ενώπιον της γερμανικής βουλής πριν αναχωρήσει για την κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες (9 και 10 Φεβρουαρίου) με ενδιάμεση στάση στο Παρίσι για να συναντήσει τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
“Είμαστε σοκαρισμένοι μπροστά σε μια τόσο μεγάλη καταστροφή. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υποσχέθηκε βοήθεια. Μίλησα χθες με τον πρόεδρο Ερντογάν” ανέφερε ο Όλαφ Σολτς τονίζοντας ότι η Γερμανία βρίσκεται αυτές τις μέρες σε διαρκή επικοινωνία με τα Ηνωμένα Έθνη και ανθρωπιστικές οργανώσεις στην Τουρκία και τη Συρία, προκειμένου να συντονίσουν τα επόμενα βήματα στην παροχή αρωγής.
Έπαινος Σολτς και χειροκρότημα για την επικοινωνία Μητσοτάκη-Ερντογάν
Ο Γερμανός καγκελάριος θέλησε να υπογραμμίσει το μαζικό κλίμα αλληλεγγύης των τελευταίων ημερών προς στήριξη των πληγέντων. “Αυτό το κύμα συμπαράστασης και βοήθειας στη Γερμανία δείχνει πόσο συμπάσχουμε κι εμείς με τους συμπολίτες μας που έχουν καταγωγή από την Τουρκία ή τη Συρία και οι οποίοι ανησυχούν για τα μέλη των οικογενειών τους ή για φίλους τους στις περιοχές που επλήγησαν.”
Ιδιαίτερη ήταν όμως η αναφορά του Όλαφ Σολτς και στην επικοινωνία που είχαν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν σε ανθρώπινο επίπεδο κι ενώ η Ελλάδα έχει ήδη στείλει σημαντική βοήθεια στην Τουρκία, μετά από μια μακρά περίοδο κλιμακούμενης έντασης στις διμερείς σχέσεις.
“Είμαι ευγνώμων στους φίλους και εταίρους μας στην περιοχή” ανέφερε χαρακτηριστικά από το βήμα της Μπούντεσταγκ ο Όλαφ Σολτς, σημειώνοντας ότι “το τηλεφώνημα του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο καταδεικνύει ξεκάθαρα ότι μπροστά σε καταστροφές σαν κι αυτή πρέπει να συμπαραστεκόμαστε και να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον”. Μάλιστα ο καγκελάριος μετά την αναφορά στην Ελλάδα και την Τουρκία καχειροκροτήθηκε από τους βουλευτές που βρίσκονταν στην Ολομέλεια.
Πόλεμος στην Ουκρανία: “Kαταστροφή ανθρώπινης προέλευσης”
Μετά τις εκτενείς δηλώσεις του στον πολύνεκρο σεισμό, ο Όλαφ Σολτς συνέχισε μιλώντας για την “καταστροφή ανθρώπινης προέλευσης” που έχει προκαλέσει ο ρωσικός πόλεμος στην Ουκρανία, οδηγώντας μάλιστα στο “μεγαλύτερο μεταναστευτικό κύμα” στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ενόψει της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες, όπου αναμένεται πιθανώς να δώσει το παρών και ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι μετά το Λονδίνο και το Παρίσι, ο Γερμανός καγκελάριος επανέλαβε τις θέσεις της Γερμανίας: πρώτον ότι ο Βλάντιμιρ Πούτιν πρέπει να ηττηθεί επί του πεδίου και ότι δεν πρέπει η Ουκρανία να οδηγηθεί σε μια “ειρήνη καθ’ υπαγόρευση”, δεύτερον ότι η Γερμανία και η ΕΕ θα συνεχίσουν να στηρίζουν την Ουκρανία όσο χρειαστεί και τρίτον ότι το ΝΑΤΟ δεν θα γίνει σε καμία περίπτωση εμπόλεμο μέρος.
“Δεν πρόκειται για έναν πόλεμο του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία. Πρόκειται για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία” ξεκαθάρισε για μια ακόμη φορά, ενώ ανέφερε επίσης ότι οι ευρωπαϊκές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας αναμένεται να γίνουν ακόμη αυστηρότερες, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. “Η Ουκρανία ανήκει στην Ευρώπη, το μέλλον της είναι εντός της ΕΕ και αυτή η υπόσχεση θα τηρηθεί” θέλησε επίσης να τονίσει ο Όλαφ Σολτς αναφορικά με την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας μελλοντικά στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Τριγμοί στις εμπορικές σχέσεις Γερμανίας-ΗΠΑ;
Ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο που αφορά άμεσα γερμανικές επιχειρήσεις και το οποίο αναμένεται να απασχολήσει και τη Σύνοδο Κορυφής έχει να κάνει με τον νέο νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, ο οποίος ουσιαστικά αποκλείει μη αμερικανικές εταιρείες από επιδοτήσεις που σχετίζονται με επενδύσεις φιλικές προς το περιβάλλον.
Ο νέος νόμος ενδέχεται να φέρει σε μειονεκτική θέση γερμανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά των ΗΠΑ, με τον καγκελάριο Σολτς να ανακοινώνει από τη γερμανική βουλή περαιτέρω διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν και απώτερο στόχο τη διασφάλιση ενός υγιούς διεθνούς ανταγωνισμού.