O πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε παραδέχτηκε ότι επί χρόνια διέγραφε ορισμένα από τα μηνύματα που λάμβανε στο κινητό τηλέφωνό του και έδινε μόνο εκείνα που θεωρούσε ο ίδιος σημαντικά προς φύλαξη στα κρατικά αρχεία.
Αυτήν τη «συνήθεια» του πρωθυπουργού αποκάλυψε πρώτη η εφημερίδα De Volkskrant, στο πλαίσιο έρευνας για τις ενέργειες του Ρούτε στην αρχή της πανδημίας της Covid-19.
Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την Τετάρτη στη Χάγη ο ίδιος αρνήθηκε ότι προέβη σε οποιαδήποτε επιλήψιμη πράξη και είπε ότι εν μέρει ο λόγος που διέγραφε τα μηνύματα ήταν ότι μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιούσε ένα παλιό κινητό Nokia, χωρίς πολλή μνήμη, γεγονός που τον υποχρέωνε να τα διαγράφει.
«Δεν είμαι και πολύ του smartphone», σχολίασε, διευκρινίζοντας όμως ότι πλέον διαθέτει ένα τέτοιο έξυπνο τηλέφωνο.
Ο Ρούτε είπε ότι, μολονότι οι σημαντικές επικοινωνίες μεταξύ κυβερνητικών στελεχών πρέπει να φυλάσσονται, δεν είναι δική του ευθύνη η φύλαξή τους. «Οι οδηγίες λένε ότι επαφίεται στον καθένα προσωπικά, επομένως αποφασίζω εγώ ο ίδιος αν ένα μήνυμα είναι σημαντικό. Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι δεν στέλνω προς αρχειοθέτηση οτιδήποτε προσωπικό, ούτε μηνύματα που λένε «πάρε με τηλέφωνο» ή «το ραντεβού αναβάλλεται», όμως όταν υπάρχει κάτι που να έχει περιεχόμενο, τότε το στέλνω» προς φύλαξη, εξήγησε.
Η αντιπολίτευση αμφισβήτησε τη νομιμότητα αυτών των ενεργειών του ολλανδού πρωθυπουργού και ζήτησε να γίνει δημόσια συζήτηση για το θέμα.
Ο ηγέτης του Εργατικού Κόμματος Άτιε Κούικεν και αυτός του Κόμματος της Πράσινης Αριστεράς Γιέσε Κλάβερ ζήτησαν να συζητηθεί το θέμα στο Κοινοβούλιο, με τον Κλάβερ να επισημαίνει σε ένα μήνυμα στο Twitter ότι οι ενέργειες του Ρούτε μπορεί να είναι αντίθετες με τον νόμο. Ο ακροδεξιός βουλευτής Χέερτ Βίλντερς είπε ότι η κυβέρνηση του Ρούτε θα πρέπει «να διαγραφεί».