Οι επιθέσεις των Ταλιμπάν εναντίον των δυνάμεων της αφγανικής κυβέρνησης παρουσίασαν θεαματική αύξηση μετά την υπογραφή τον Φεβρουάριο του 2020 της συμφωνίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους ισλαμιστές αντάρτες που οδήγησε στην απόσυρση των ξένων στρατευμάτων από την ασιατική χώρα, σύμφωνα με επίσημη αμερικανική έκθεση που δημοσιοποιήθηκε σήμερα Πέμπτη.
Οι «επιθέσεις με πρωτοβουλία του εχθρού», που αποδίδονται στην πλειονότητά τους στους Ταλιμπάν, αυξήθηκαν από 9.651 στα τέλη του 2019 στις 13.242 στα τέλη του 2020, σύμφωνα με την έκθεση του γραφείου του ειδικού επιθεωρητή για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν (SIGAR, αναφέρεται στο αμερικανικό Κογκρέσο), που βασίζεται σε δεδομένα της αποστολής του NATO στο εμπόλεμο κράτος.
Είναι η πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2019 που δίνονται στη δημοσιότητα λεπτομερειακά στοιχεία για τις επιθέσεις αυτές.
Μεταξύ της 1ης Μαρτίου και της 31ης Μαΐου, την ημερομηνία ως την οποία συγκεντρώθηκαν δεδομένα από την αποστολή του NATO στο Αφγανιστάν, τη Resolute Support, πριν από την απόσυρση του μεγαλύτερου μέρους των συμμαχικών δυνάμεων, καταγράφηκαν 10.383 επιθέσεις, από τις οποίες 3.268 ήταν θανατηφόρες, σύμφωνα με το κείμενο που δημοσιοποίησε το γραφείο του SIGAR.
Κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης στην Καμπούλ, ο SIGAR δεν δίνει στη δημοσιότητα αριθμούς για τις απώλειες του αφγανικού στρατού, που μετράει περίπου 300.000 μέλη, άνδρες και γυναίκες.
Σύμφωνα με την αποστολή του NATO, η βία με θύματα αμάχους έφθασε σε νέα ρεκόρ τον Απρίλιο και τον Μάιο, με 705 αμάχους να σκοτώνονται και άλλους 1.330 να τραυματίζονται. Πρόκειται για αριθμούς σχεδόν ίσους με αυτούς ολόκληρου του πρώτου τριμήνου του 2021.
Η Resolute Support προσάπτει την ευθύνη για το 93% των θυμάτων μεταξύ των αμάχων σε ενέργειες αντικυβερνητικών δυνάμεων (το 40% στους Ταλιμπάν, το 38% σε αντάρτες που δεν ταυτοποιήθηκαν, το 14% στο Ισλαμικό Κράτος και σχεδόν το 1% στο δίκτυο Χακάνι, που πρόσκειται στους Ταλιμπάν), αναφέρεται στην έκθεση.
Ακόμη, τονίζεται πως οι Ταλιμπάν κατέλαβαν τον έλεγχο μεγάλου αριθμού περιφερειών σε αγροτικές περιοχές, παρότι δεν ελέγχουν τις μεγάλες πόλεις.
«Η συνολική τάση είναι καθαρά δυσμενής για την αφγανική κυβέρνηση, που ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπη με υπαρξιακή κρίση εάν δεν αντιστραφεί», σύμφωνα με τον Τζον Σόπκο, τον γενικό επιθεωρητή.
«Αυτό που είναι το πιο ανησυχητικό είναι η ταχύτητα και η ευκολία με τις οποίες οι Ταλιμπάν κατά τα φαινόμενα κατέλαβαν τον έλεγχο περιφερειών στο βόρειο τμήμα της χώρας, άλλοτε προπύργιο της αντίστασης στους Ταλιμπάν», πρόσθεσε.
Η πρόσφατη κεραυνοβόλα προέλαση των Ταλιμπάν εντείνει τους φόβους πως θα καταλάβουν ξανά την εξουσία με τα όπλα, 20 χρόνια αφού τους ανέτρεψε, στα τέλη του 2001, διεθνής συνασπισμός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, μετά την άρνησή τους να παραδώσουν στις αμερικανικές αρχές τον ηγέτη της Αλ Κάιντα, τον Οσάμα μπιν Λάντεν, λίγο καιρό μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη και στο Πεντάγωνο.
Την Κυριακή στην Καμπούλ ο επικεφαλής των αμερικανικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν, ο στρατηγός των Πεζοναυτών Κένεθ Μακένζι, προειδοποίησε ότι οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ πρόκειται να συνεχίσουν τις αεροπορικές επιδρομές τους εναντίον των Ταλιμπάν εάν οι ισλαμιστές αντάρτες συνεχίσουν την ευρείας κλίμακας επίθεση που έχουν εξαπολύσει.