Quantcast

Τσίπρας: Προϊόν κρίσης με ημερομηνία λήξης

Ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή ο Αλέξης Τσίπρας, έχει ημερομηνία λήξης

Χρήστος Μυτιλινιός

 

Ήταν 2010, όταν η Ελλάδα έμπαινε στη δίνη των Μνημονίων. Ο Γιώργος Παπανδρέου από το Καστελλόριζο, ανακοινώνει πως η Ελλάδα θα καταφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προκειμένου να ζητήσει βοήθεια για την οικονομία της. Κι από εκεί ξεκινάει ένας διαρκής κατήφορος, που κανείς δεν ήξερε πού θα μπορούσε να καταλήξει.

Μειώσεις μισθών και συντάξεων, περικοπές δημοσίων δαπανών, λιτότητα παντού. 3 φράσεις τις οποίες ακούγαμε και συζητούσαμε καθημερινά, πιο πολύ και από το όνομά μας. Συνέπεια αυτών, ένα αντιευρωπαϊκό, αντιθεσμικό και αντι-πολιτικό μένος, το οποίο εντέχνως καλλιεργείται και από πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Μέσα από αυτήν την κρίση, αναδύονται τρία πολιτικά δημιουργήματα – κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και η Χρυσή Αυγή. Βασικό στοιχείο που ένωνε και τα τρία αυτά μορφώματα, οι πλατείες και τα συνθήματα, ο λαϊκισμός και η εύκολη «αντισυστημική» ρητορική.

Αναμφισβήτητα, βασικός πρωταγωνιστής ήταν ο Αλέξης Τσίπρας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Με τον μανδύα του νέου, άφθαρτου και εναλλακτικού επαναστάτη, ο Τσίπρας έπεισε την κοινή γνώμη ότι όχι μόνο μπορεί να τα καταφέρει ως Πρωθυπουργός, αλλά μπορεί να αντισταθεί και στις πολιτικές της Ευρώπης και να τα βάλει με τους μεγαλύτερους παίκτες βγάζοντας την Ελλάδα από το τέλμα και βάζοντας τη σε θέση ισχύος, παρότι βρισκόταν σε πρόγραμμα επιτήρησης.

Το τι έγινε στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς το θυμόμαστε όλοι. Από τα Capital Controls μέχρι την εκχώρηση ονόματος και εθνότητας στους Σκοπιανούς γείτονες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στα χρόνια του μνημονίου κατάφερε με την λαϊκίστικη ρητορική του να πείσει τον κόσμο ότι είναι η λύση στο πρόβλημα, παρόλο που ήταν το ίδιο το πρόβλημα. Κι αυτό γιατί η χώρα βρισκόταν σε περίοδο κρίσης. Στην κρίση, γεννιούνται όλα εκείνα τα ακραία φαινόμενα, τα οποία το μόνο που μπορούν να σου προσφέρουν είναι έναν φαύλο κύκλο προβλημάτων και περαιτέρω κρίσεων. Και δυστυχώς η χώρα το έζησε στο πετσί της.

Το άλλο χαρακτηριστικό όμως που έχει η κρίση, είναι πως ό,τι δημιουργεί, δεν έχει διάρκεια ζωής. Είδαμε όλοι πώς εξαφανίστηκαν από τον πολιτικό χάρτη τόσο οι Ανεξάρτητοι Έλληνες όσο και η Χρυσή Αυγή. Ο μόνος που επιβίωσε πολιτικά μέχρι σήμερα, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ο Αλέξης Τσίπρας. Κι όχι γιατί αποτελεί κάποια αξιόπιστη λύση, αλλά γιατί ως κυβερνών κόμμα και με ποσοστά πλησίον του 30% και μάλιστα σε μια περίοδο που η γενικότερη κεντροαριστερά ήταν πολυδιασπασμένη, ήταν ανέφικτο να εξαφανιστεί από τον πολιτικό χάρτη στις εκλογές του 2019.

Κι έρχεται το ερώτημα τώρα. Αποτελεί ο ΣΥΡΙΖΑ τον δεύτερο πόλο εξουσίας στην Ελλάδα και το ελληνικό πολιτικό σύστημα;

Φυσικά η απάντηση είναι όχι. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την «τύχη» να γιγαντωθεί, όταν το κόμμα της κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ) έφερε στη χώρα το ΔΝΤ και ξηλώθηκε από τον δικομματισμό, διασπασμένο σε κομμάτια τα οποία δεν μπορούσαν να ενωθούν, παρά μονάχα να αυτομολήσουν σε άλλους πολιτικούς συνασπισμούς όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΔΗΜΑΡ, αλλά και η κεντροδεξιά ΝΔ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή ο Αλέξης Τσίπρας, έχει ημερομηνία λήξης. Και αυτή είναι η ημερομηνία των επόμενων εκλογών. Όποτε κι αν αυτές γίνουν. Μόλις ηττηθεί σε εθνικό επίπεδο για τρίτη συνολικά φορά (1 από Σαμαρά το 2012, 1 από Μητσοτάκη το 2019 και άλλη μία από Μητσοτάκη στις επόμενες εκλογές), τότε ο Αλέξης θα πρέπει εκ των πραγμάτων να παραδώσει και την ηγεσία. Η ενδιάμεση αλλαγή ηγεσίας όμως στο ΚΙΝΑΛ θα φέρει ανακατατάξεις στην κεντροαριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο με Τζανακόπουλο, Πολάκη, Φίλη και Γιαννούλη δεν θα μπορέσει να παραμείνει στο 30, 20 ή ακόμα και 10%.

Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ τελειώνουν οριστικά στις επόμενες εκλογές. Και ναι θα μιλάμε για την εξομάλυνση του πολιτικού συστήματος τότε. Fake News, οικτρά ψέματα, οπορτουνισμός, αριβισμός, παραλογισμός, όλα όσα βίωσε με τραγικό τρόπο η χώρα τα τελευταία χρόνια θα περάσουν στην ιστορία. Και τότε, η χώρα θα μπορέσει να επανέλθει εξ ολοκλήρου με ένα σοβαρό πολιτικό σύστημα, απαλλαγμένο από ανθρώπους που καπηλεύονται τη δημοκρατία με σκοπό «να καταλάβουν τους αρμούς της εξουσίας» και να «διορίσουν 4.000 δικαστές» για να το επιτύχουν.