Το μεσημέρι της Πέμπτης ο Νίκος Σύψας προέβλεψε ότι σε λίγες δεκαετίες ο μεγαλύτερος εχθρός της ανθρωπότητας δεν θα είναι ο επίγονος κάποιου είδους κοροναϊού που θα παρεκτρέπεται από το πλαίσιο της συμβιωτικής σχέσης του μαζί μας.
Αντιθέτως, θα είναι ένα μικροσκοπικό «κύτταρο» του αρχέγονου βασιλείου των μικροβίων που αποτέλεσε την πρώτη μορφή ζωής που εμφανίστηκε στη Γη, δισεκατομμύρια χρόνια προτού κυριαρχήσουν συνθετότερα έμβια όντα.
Μία μορφή μικροβιακής ζωής, που έζησε κοντά στον άνθρωπο, εμφανίστηκε και προσέβαλλε σποραδικά τον ανθρώπινο οργανισμό τουλάχιστον 13 χρόνια πριν την επικυριαρχία του κοροναϊού. Τώρα που αυτός δύει, ο Candida auris, αναδύεται ως ο νέος θανάσιμος κίνδυνος.
Η επόμενη απειλή
«Η επόμενη απειλή για την ανθρωπότητα είναι ο Candida auris, ένα μικρόβιο που ήδη μας δημιουργεί πρόβλημα, θα το βρούμε μπροστά μας», είπε ο καθηγητής στο πλαίσιο του 21ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Λοιμώξεων, το οποίο διοργανώνει η Ελληνική Εταιρεία Λοιμώξεων.
«Περνάμε σε μια ενδημική φάση της πανδημίας. Προκύπτουν όμως άλλες απειλές , όπως τα πολύ ανθεκτικά μικρόβια που αποτελούν μεγάλο πρόβλημα. Το 2050 πρώτη αιτία θανάτου θα είναι τα πολύ ανθεκτικά μικρόβια και οι αιτίες πολύ ανθεκτικών μικροβίων είναι η υπερκατανάλωση αντιβιοτικών όπως και κακές πρακτικές υγιεινής των χεριών».
Είναι στα νοσοκομεία
«Τα επόμενα πρωτοσέλιδα θα γραφτούν γι’ αυτό. Είναι στα νοσοκομεία μας και σκοτώνει. Όταν μπαίνει εκεί δεν βγαίνει ποτέ. Είχαμε στην Αθήνα νοσοκομεία με πολύ μεγάλο πρόβλημα. Θα τα βρούμε μπροστά μας».
Η εποχή από την ανακάλυψη της πενικιλίνης φαντάζει τόσο μακρινή, η ευεργετική της επίδραση τόσο εύθραυστη. Η αιχμή του δόρατος ενός νέου όπλου που στόχευσε και αιφνιδίασε τα αμέριμνα
βακτήρια που μέχρι τότε, και από τότε, προσέβαλλαν το ανοσοποιητικό σύστημα εκατομμυρίων ανθρώπων, έχασε τη λάμψη της.
Ενα με τα αντιβιοτικά
Συνηθισμένα και συνεχώς προσαρμοζόμενα σε περιβάλλοντα που ποτέ δεν γνώρισε ο άνθρωπος, μικρόβια όπως ο Candida auris και η απειροπληθής οικογένειά του, αφομοίωσαν στο πέρασμα του καιρού την αντιβιοτική δράση των φαρμάκων, προσαρμόστηκαν και συσσωματώθηκαν στην προστατευτική ασπίδα που εκείνα δημιουργούσαν στο ανοσοποιητικό μας σύστημα και κατέληξαν άτρωτα.
Ο Candida auris προκαλεί καντιντίαση, δηλαδή μόλυνση του δέρματος ή των βλεννογόνων μεμβρανών και προσβάλλει συνήθως ασθενείς με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα. «Ξέφυγε από την επιτήρηση σε ΜΕΘ και θαλάμους, καθώς οι υπεύθυνοι έπρεπε να ασχοληθούν με τον κοροναϊό και με τη μάχη κατά της επιδημίας».
Χώμα και λάσπη
Οι τρόποι άμυνας απέναντι στα βακτήρια και τις μολύνσεις ήταν γνωστοί από πολύ παλιά, πριν αποκτηθούν επιστημονικές γνώσεις, ήταν ο ίδιος ο φυσικός τρόπος ζωής, η καθημερινή έκθεση στη φύση, η σφυρηλάτηση της ανοσίας μέσα από το ίδιο περιβάλλον.
Ηδη από το την εποχή που οι μεγάλες πόλεις της Ελλάδας είχαν αποκτήσει τον άναρχο, τσιμεντένιο χαρακτήρα τους, οι γιατροί συνιστούσαν στους γονείς να αφήνουν τα παιδιά τους να παίζουν στο χώμα. Να πιάσουν τη λάσπη στο πάρκο, να λερωθούν.
Η ανοσία μέσω της φυσικής επιλογής, ήρθε αντιμέτωπη με προσκόμματα. Και κάποια στιγμή, 13 χρόνια πριν την διαπιστωμένη έλευση του κοροναϊού, το 2009, ο ζυμομύκητας, όπως λέγεται, Candida auris απομονώθηκε στην Ιαπωνία από το αυτί ασθενούς (auris = αυτί στα λατινικά). Η ικανότητα πρόκλησης διεισδυτικής λοίμωξης αναγνωρίστηκε το 2011, όταν ο μύκητας απομονώθηκε από το αίμα τριών ασθενών με μυκηταιμία στη Ν. Κορέα.
Διασπορά
Έκτοτε, στελέχη Candida auris απομονώθηκαν παγκοσμίως σε σποραδικές λοιμώξεις, νοσοκομειακές επιδημίες ή ως αποικισμός νοσηλευόμενων ασθενών, ιδίως σε ΜΕΘ. Η αλληλούχιση του γονιδιώματος των στελεχών Candida auris από χώρες της Ανατολικής Ασίας, της Νότιας Ασίας, της Νότιας Αφρικής και της Νότιας Αμερικής δείχνει ότι διακριτοί φυλογενετικοί κλάδοι Candida
auris εμφανίστηκαν και διασπάρθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές παγκοσμίως.
O μήκυτας αυτός θεωρείται επικίνδυνος μελλοντικά για τρεις κύριους λόγους:
1. Εμφανίζει συχνά αντοχή σε αντιμυκητικά φάρμακα, όπως οι αζόλες, ή και σε άλλες κατηγορίες αντιμυκητικών, όπως οι εχινοκανδίνες και η αμφοτερικίνη Β,.
2. Η ταυτοποίηση του ζυμομύκητα εμφανίζει δυσκολίες με τις συνήθεις εργαστηριακές μεθόδους. Η εσφαλμένη ταυτοποίηση μπορεί να οδηγήσει σε ακατάλληλη διαχείριση και
θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών.
3. Επειδή Candida auris προκαλεί όλο και συχνότερα επιδημίες σε μονάδες υγειονομικής περίθαλψης, η έγκαιρη ανίχνευσή της είναι σημαντική, ώστε να ληφθούν ειδικά μέτρα για την
πρόληψη της διασποράς.
Στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, η πρώτη απομόνωση του μύκητα ήταν το 2019, και έκτοτε απομονώνονται με αυξανόμενη συχνότητα στελέχη C. auris από διεισδυτικές λοιμώξεις (καντινταιμίες), σε βαρέως
πάσχοντες με μακροχρόνιες νοσηλείες και παρουσία ενδαγγειακών καθετήρων.
Επίσης ο μύκητας έχει απομονωθεί από δείγματα αποικισμού ασθενών και προσωπικού, καθώς και από περιβαλλοντικά δείγματα από επιφάνειες, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, στο οποίο αποστέλλονται δείγματα από νοσοκομεία όλης της χώρας για έλεγχο ταυτοποίησης και ευαισθησίας.
Η εξέλιξη στα θηλαστικά είναι δύσκολο να παρατηρηθεί μέσα στην μακρά πορεία τους στα χρόνια, αλλά στην περίπτωση των μυκήτων, των βακτηρίων και των παρασίτων, η εξέλιξη συμβαίνει αιφνίδια και προκαλεί θάνατο και σοβαρές επιπλοκές.
Η αντοχή στα φάρμακα είναι μια φυσική συνέπεια της χρήσης φαρμάκων για λοιμώδη νοσήματα. Το πρόβλημα έχει φτάσει σε επιδημιολογικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια και έχει επισημανθεί ως μία από τις σοβαρότερες απειλές της σύγχρονης ιατρικής από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας.
Λοιμώξεις
Ο Candida auris μπορεί να προκαλέσει απειλητικές για τη ζωή λοιμώξεις εάν εισέλθει στο αίμα ασθενών με ασθενές ανοσοποιητικό σύστημα. Όλα τα μικρόβια, συμπεριλαμβανομένων των βακτηρίων, των ιών, των μυκήτων και των παρασίτων, έχουν την ικανότητα να αναπτύσσουν ανθεκτικότητα στα αντιμικροβιακά που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία των ασθενειών. Όταν όλα τα άλλα μικρόβια καταστέλλονται, υπάρχουν περισσότεροι πόροι διαθέσιμοι για τα ανθεκτικά μικρόβια να αναπτυχθούν και να εξαπλωθούν γρήγορα.
Οι εστίες
Οι εστίες αυτού του μύκητα εμφανίζονται σχεδόν πάντα σε νοσοκομεία ή σε γηροκομεία. Επιπλέον, μπορεί να είναι πολύ σοβαρές οι επιπτώσεις του, ακόμα και να οδηγήσουν σε σημείο της σήψης. Δηλαδή, η εξάπλωση της λοίμωξης από το αίμα του ασθενούς.
Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι ζώντας σε νοσοκομεία, έγιναν ανθεκτικοί στη φαρμακευτική αγωγή. Δείγματα από πατώματα νοσοκομείου, έπιπλα από αίθουσες κλινικών, ακόμη και υπολογιστές βρέθηκαν θετικά στον Candida auris.
Αφού επιβεβαίωσαν την πρώτη περίπτωση Candida auris το 2009, οι ερευνητές αναγνώρισαν ότι προηγούμενες μη αναγνωρισμένες λοιμώξεις οφείλονταν πιθανώς σε αυτό το παθογόνο. Μία περίπτωση συγκεκριμένα από το 2008, επίσης στη Νότια Κορέα, θα μπορούσε να ήταν από αυτόν.
Από εκεί, οι επιστήμονες καταμέτρησαν περιπτώσεις στην Ινδία, τη Νότια Αφρική, τη Βενεζουέλα, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτές οι δύο τελευταίες χώρες, μαζί με την Ισπανία και την Κολομβία, το αναγνώρισαν ως μύκητα το 2016.