Νόμος για τους Ημιαγωγούς: Η Ευρώπη προσπαθεί να ανακτήσει το χαμένο έδαφος στα τσιπ (Φώτο)

Τι προβλέπει το σχέδιο της Κομισιόν, που περιλαμβάνει τις πιο γενναίες κρατικές επιδοτήσεις από οποιονδήποτε άλλο κλάδο της οικονομίας, πλην της γεωργίας

Η σύγχρονη οικονομία εξαρτάται από τα ολοκληρωμένα κυκλώματα –ημιαγωγούς– που είναι γνωστοί και ως chips. Καμία χώρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ισχυρή οικονομικά ούτε είναι σε θέση να καταστρώσει φιλόδοξα σχέδια εάν δεν έχει διασφαλίσει επαρκείς ποσότητες από αυτούς τους τους νάνους-θαύματα της σύγχρονης τεχνολογίας.

Οι συγκρούσεις ανάμεσα στις μεγάλες οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη, λοιπόν, είναι λογικό και αναμενόμενο να αφορούν σε μεγάλο βαθμό και τον συγκεκριμένο τομέα. Η εμπλοκή δε με τη γεωπολιτική είναι κάτι παραπάνω από προφανής, όπως αποδεικνύει και το παράδειγμα της Ταϊβάν, για τα «μάτια» της οποίας είναι έτοιμες να πολεμήσουν ΗΠΑ και Κίνα.

Εκεί, άλλωστε, παράγεται το 50% των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων που διατίθενται στην παγκόσμια αγορά και σχεδόν το σύνολο (95%) των πιο προηγμένων εξ’ αυτών. Κι αυτό σημαίνει, πολύ απλά, ότι όποιος ελέγχει την Ταϊβάν έχει ουσιαστικά στο χέρι και την παραγωγή αυτών των προϊόντων – και, κατά συνέπεια, είναι σε θέση να εκβιάζει αποτελεσματικά τους ανταγωνιστές του.

Το φιλόδοξο σχέδιο

Για όλους αυτούς τους λόγους, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να αναλάβει δράση, έστω και καθυστερημένα. Σήμερα, λοιπόν, μετά τη συνεδρίαση του Κολεγίου των Επιτρόπων, δίνεται στη δημοσιότητα από την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και τον καθ’ ύλην αρμόδιο Επίτροπο, Τιερί Μπρετόν, η ευρωπαϊκή Πράξη για τους Ημιαγωγούς.

Το σχέδιο περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, το πιο πλουσιοπάροχο πρόγραμμα επιδοτήσεων για κάποιο συγκεκριμένο κλάδο της βιομηχανίας και γενικότερα της οικονομίας μετά τη γεωργία. Αυτό και μόνο το γεγονός αρκεί για να αποδείξει τη σημασία που αποδίδουν οι «27» σε αυτό.

Το σχέδιο προβλέπει τη διάθεση 11 δισ. ευρώ στο πλαίσιο των δημόσιων δαπανών, τα οποία οι Βρυξέλλες ευελπιστούν να αυξηθούν σε 15 δισ. με τη συνεργασία του ιδιωτικού τομέα. Σε συνδυασμό δε με τις σχετικές επενδύσεις των επιμέρους κρατών-μελών, το σύνολο του ποσού που θα διατεθεί στην ΕΕ υπολογίζεται στα 43 δισ. ευρώ.

«Όταν παρατηρείται έλλειμμα διεθνώς, όπως τώρα, το σύνολο της οικονομίας επιβραδύνεται. Αυτός είναι και ο λόγος που καθιστά τη διασφάλιση του εφοδιασμού των πιο προηγμένων μικροεπεξεργαστών μια οικονομική και γεωπολιτική προτεραιότητα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μπρετόν.

Διασφάλιση των εφοδιαστικών αλυσίδων

Ο ίδιος αναγνώρισε, επίσης, ότι η ΕΕ δεν μπορεί να καταστεί αυτάρκης σε αυτόν τον τομέα – αν και θα επιδιώξει να πάρει ένα αξιοσημείωτο μερίδιο της αγοράς, διπλασιάζοντάς το ως το 2030, με στόχο να φτάσει το 20% – ενώ θα έχει να αντιμετωπίσει και τον ανταγωνισμό Κινέζων και Αμερικανών. Είναι και ο λόγος, όπως είπε, που πρέπει με κάθε τρόπο να υπάρξει εγγύηση πως οι εφοδιαστικές αλυσίδες θα λειτουργούν αρμονικά και χωρίς διακοπή.

Όλα τα παραπάνω αναγκάζουν την Κομισιόν και κυρίως την «αδέκαστη» Μαργκρέτ Βεστάγκερ, θα κάνουν τα… στραβά μάτια στο συγκεκριμένο θέμα, επιτρέποντας τις μαζικές κρατικές επιδοτήσεις προκειμένου να αναπτυχθεί ο κλάδος των ημιαγωγών. «Οι μικροεπεξεργαστές είναι κρίσιμοι για να πετύχουμε τις προτεραιότητές μας, την Πράσινη Συμφωνία και την ψηφιακή μετάβαση», σχολίασε κορυφαίο στέλεχος της Κομισιόν, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του Politico.

Πιλοτικές μονάδες στην Ευρώπη

Σε αυτό το πλαίσιο, σχεδιάζεται τα κρατικά κονδύλια να καλύπτουν ως και το 100% της διαφοράς που προκύπτει στο κόστος για μια εταιρεία η οποία επιλέγει να εγκατασταθεί στην ΕΕ και όχι σε άλλη χώρα ή ήπειρο. Κι αυτό όταν ορισμένες κυβερνήσεις εκτός Ευρώπης χρηματοδοτούν περίπου το 40% για την κατασκευή μιας μονάδας κόστους περίπου 20 δισ. ευρώ.

Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι σύμφωνα με δηλώσεις του Μπρετόν στους Financial Times, έχουν ήδη διασφαλιστεί τα κονδύλια για την κατασκευή τριών πιλοτικών μονάδων παραγωγής ημιαγωγών στην ΕΕ. Η μία ενδέχεται να είναι στο Βέλγιο, ενώ για τις υπόλοιπες οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται. Θα μπορούσε, άραγε, να είναι και η Ελλάδα στις υποψήφιες χώρες, αναβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο και την παρουσία της στην Ευρώπη;