Μπορεί να µην αποτόλµησε η Τουρκία ριψοκίνδυνες στρατιωτικές κινήσεις το 2021 στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά η διπλωµατία της αύξησε την επιθετικότητά της απέναντι στην Ελλάδα.
Φανερός στόχος της ήταν η διατήρηση της έντασης στις διµερείς σχέσεις µε την προβολή ακραίων, νοµικά αβάσιµων -έως και εντελώς παράλογων- «επιχειρηµάτων», που αποσκοπούν στον εµπλουτισµό των τουρκικών «διεκδικήσεων» στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, µε προσδοκίες κερδών στο µέλλον.
Έτσι, η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν τον Ιούνιο, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής στο ΝΑΤΟ, δεν απέδωσε καρπούς, ενώ χωρίς διακοπή οι χονδροειδώς επιθετικές δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Αµυνας, Χ. Ακάρ, κρατούσαν ζεστό το «κλίµα» που θέλει να συντηρεί ο Ερντογάν απέναντι στην Ελλάδα.
Στην αιχµή της τουρκικής διπλωµατίας βρέθηκε το 2021 η διατύπωση του πρωτοφανούς επιχειρήµατος ότι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αν δεν απο-στρατιωτικοποιηθούν, τότε βάσει των διεθνών Συνθηκών δεν θα ανήκουν στην εθνική κυριαρχία της Ελλάδας.
Εκνευρισμός
Ο έκδηλος τουρκικός εκνευρισµός τη χρονιά που πέρασε, σύµφωνα µε τους διπλωµατικούς κύκλους, οφείλεται σε δύο λόγους:
Πρώτον, στο ότι διεθνώς έχει καταστεί απολύτως ισχυρή η θέση της Ελλάδας για τήρηση των προβλέψεων του ∆ιεθνούς ∆ικαίου της Θάλασσας.
∆εύτερον, στο ότι το 2021 η Αθήνα, µε δεδοµένη την επιβεβαίωση του τουρκικού «µπετόν» τον Ιούνιο, προχώρησε σε µια αµυντική συµφωνία µε τη Γαλλία, που οδηγεί σε σηµαντική αεροναυτική ενίσχυση της χώρας µας έναντι της Τουρκίας, ενώ παράλληλα υπογράφτηκε η αµυντική συµφωνία της Ελλάδας µε τις ΗΠΑ, η οποία, πέραν των άλλων, αναβαθµίζει τη στρατηγική θέση της Θράκης.
Η ελληνική διπλωµατία, στη βάση µιας σειράς δεδοµένων που παρήγαγε το 2021, προτίθεται να συνεχίσει την «τουρκική» πολιτική της την επόµενη χρονιά επάνω στις ήδη υπάρχουσες πολιτικές και αµυντικές γραµµές που συνδέουν την Ελλάδα µε τις ΗΠΑ και τη Γαλλία και µε τις µεσογειακές συµµαχίες της µε Ισραήλ και Αίγυπτο.
Σηµειώνεται ότι η ελληνική πλευρά υπολογίζει, σύµφωνα µε δηµοσιογραφικές πληροφορίες, ότι το 2022 θα έχει ενώπιόν της ορισµένα εξωτερικά στοιχεία, που εµµέσως πλην σαφώς θα επηρεάσουν τις θέσεις και τις κινήσεις της στο ζήτηµα της Τουρκίας.
Η στάση της ΕΕ
Τα στοιχεία αυτά έχουν να κάνουν µε τη στάση της Ευρωπαϊκής Ενωσης έναντι της γείτονος και, ειδικότερα, µε τις θέσεις της γαλλικής προεδρίας στην Ε.Ε. το επόµενο εξάµηνο, καθώς και µε τις πολιτικές του Βερολίνου, που έως τώρα ευνοούν ξεκάθαρα την Αγκυρα.
Πρόθεση της Αθήνας, κατά τις πηγές αυτές, είναι να εµπλακεί η Ε.Ε. στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού -που τώρα είναι σε νεκρό σηµείο, εξαιτίας της Τουρκίας- αλλά και να αποκρουσθεί η «γερµανική» γραµµή, που ζητά τον διµερή πολιτικό διάλογο Ελλάδας – Τουρκίας, κάτι που διακαώς επιδιώκει εδώ και δεκαετίες η Αγκυρα, αφού µια τέτοια ατζέντα θα περιλάµβανε τις µονοµερείς διεκδικήσεις της έναντι της Ελλάδας, πέρα από τα οριζόµενα από το ∆ιεθνές ∆ίκαιο της Θάλασσας.
Η ελληνική διπλωµατία γνωρίζει ότι αυτή την ώρα υπάρχει γενικότερα στο «κλίµα» της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ η διάθεση «συγκράτησης» του Ερντογάν στους κόλπους της ∆ύσης και εξ αυτού η εκτίµηση ότι θα έπρεπε να αποφευχθεί η «τιµωρία» των παρανοµιών της Αγκυρας µε κυρώσεις όσο και το ενδεχόµενο µιας στρατιωτικής σύγκρουσης µεταξύ δύο χωρών-µελών της Συµµαχίας.
Η Γερμανία
Στην Ε.Ε., η Γερµανία προσπαθεί να περάσει τη «γραµµή» που θέλει την Ελλάδα να αναζητά την «τακτοποίηση» των υποθέσεών της µε την Τουρκία πρώτιστα, αν όχι και αποκλειστικώς, µέσω των θεσµικών διαδικασιών της Ευρώπης και να µη ρίχνει το βάρος της στις συµµαχίες που έχει συνάψει στην Ανατολική Μεσόγειο µε τη στήριξη των ΗΠΑ. Η «γραµµή» αυτή, ως γνωστόν, δεν στερείται υποστηρικτών στα πολιτικά παρασκήνια της Αθήνας, όπου ορισµένοι κύκλοι προφητεύουν τα χειρότερα για την Ελλάδα, αν δεν δει την υπόθεση της Τουρκίας µε ρεαλισµό και «άλλη µατιά», ενόψει µάλιστα εξελίξεων στην υπόθεση συµφωνίας για «ειδικές σχέσεις» Ε.Ε. – Τουρκίας.
Βέβαιο είναι ότι το 2022 η Αθήνα, µε ισχυρή διεθνή θέση και ενισχυµένη αµυντικά έναντι της Τουρκίας, θα έχει απέναντί της σταθερά επιθετικό τον Ερντογάν και στέρεη τη δική της συµµαχία 3+1 στην Ανατολική Μεσόγειο.
Οι ∆υτικοί εταίροι και σύµµαχοι της Ελλάδας θα προβληµατίζονται µε µια Τουρκία που δηλώνει πίστη στο ΝΑΤΟ, αλλά διαρκώς αποµακρύνεται στρατηγικά από τη ∆ύση και «παίζει» µε τη Ρωσία και την Κίνα.
Αξιόπιστοι και εξοπλισμένοι
Η ελληνική ηγεσία θα προβάλλει το 2022 τη χώρα µας ως τον αξιόπιστο και εξοπλισµένο µε σύγχρονα οπλικά συστήµατα ∆υτικό σύµµαχο στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, απέναντι στην «προβληµατική» σύµµαχο Τουρκία του ισλαµιστή Ταγίπ Ερντογάν.
Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας στόχο θα έχει να συνθέσει όλα τα πλεονεκτήµατά της, ώστε να αποκτήσει η χώρα ένα αυτοδύναµο γεωπολιτικό µέγεθος. Και βεβαίως η Αθήνα θα κάνει το 2022 ό,τι χρειάζεται ώστε να απογοητεύει απολύτως την Τουρκία, που ζητά να στερηθεί η Ελλάδα στο Αιγαίο το νόµιµο δικαίωµά της για αυτοάµυνα, κατά τα οριζόµενα στο Αρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωµένων Εθνών.
Toυ Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου
*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 30/12