Quantcast

Ποια τα βήματα της Ελλάδας στο ζήτημα της Τουρκίας μετά τις επιστολές προς τον ΟΗΕ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΠΕΡΝΑ ΣΕ ΠΡΑΞΕΙΣ

Από τις απλές δηλώσεις σε πραγματικές πράξεις περνά η Ελλάδα για το ζήτημα της Τουρκίας, μετά την αποστολή των δύο επιστολών προς την προεδρεύουσα του Συμβουλίου Ασφαλείας και προς τον ίδιο τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ.

Οι δύο επιστολές, ως πρώτο βήμα που αποδεικνύει την κλιμάκωση των προσπαθειών της ελληνικής διπλωματίας, περιλαμβάνουν τη βασική επιχειρηματολογία της ελληνικής πλευράς ως προς το διεθνές δίκαιο.

Επισημαίνοντας το πρόβλημα κακοπιστίας που υπάρχει από τη μεριά της Τουρκίας σε σχέση με τις κινήσεις τους, στέκονται ιδιαίτερα στο πώς η συμφωνία παραβιάζει τις βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου και ιδίως τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, εφόσον δεν λαμβάνει καθόλου την επήρεια των νησιών και τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα που προκύπτουν από τη γεωγραφική τους θέση.

Επιπλέον, οι δύο επιστολές επισημαίνουν ότι η συμφωνία είναι νομικά άκυρη, εφόσον μπορεί να υπογράφηκε από την κυβέρνησης της Λιβύης όμως όχι μόνο δεν έχει επικυρωθεί από το Κοινοβούλιο της Λιβύης, παρότι αυτό προβλέπεται από την πολιτική συμφωνία του 2015 στη βάση της οποίας έλαβε αναγνώριση, αλλά και ο ίδιος ο πρόεδρος του κοινοβουλίου έχει στείλει επιστολή προς τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ ζητώντας η συμφωνία να μην καταχωρηθεί από τον ΟΗΕ.

Και οι δύο επιστολές δεν παραλείπουν να υπογραμμίσουν ότι η Ελλάδα έχει πάγια θέση την ανάγκη ειρηνικής επίλυσης όλων των σχετικών ζητημάτων και μάλιστα είχε ξεκινήσει διαδικασία διαλόγου με τη Λιβύη με σκοπό την χάραξη των διαχωριστικών γραμμών, όμως αυτή η διαδικασία διακόπηκε από τη βαθιά πολιτική κρίση και τον εμφύλιο πόλεμο στη Λιβύη.

Άμεσος σκοπός είναι να υπάρξουν οι ανάλογες κινήσεις από τα όργανα του ΟΗΕ. Καταρχάς να μη γίνει καμιά προσπάθεια να καταχωρηθεί η σχετική συμφωνία και να δημοσιοποιηθεί από τον ΟΗΕ ως μία από τις εν ισχύ διμερείς συμφωνίες. Αυτό αντιστοιχεί στο να μείνει μια διμερής συμφωνία χωρίς πραγματική ισχύ με όρους διεθνούς δικαίου. Εξυπακούεται ότι τυχόν δημοσίευση ή καταχώρηση της συμφωνίας θα αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για την ελληνική πλευρά.

Και από εκεί και πέρα ουσιαστικά η Ελλάδα καλεί τα αρμόδια όργανα του ΟΗΕ, δηλαδή το Συμβούλιο Ασφαλείας και τον Γενικό Γραμματέα να κάνει σαφές προς την μεταβατική κυβέρνηση της Λιβύης ότι κινείται εκτός του πλαισίου της πολιτικής συμφωνίας και την υπονομεύει. Εμμέσως πλην σαφώς ζητά από τα όργανα του ΟΗΕ να διαμηνύσουν στην λιβυκή κυβέρνηση ότι κινείται εκτός των ορίων της όποιας διεθνούς αναγνώρισής της.

Σε αυτή τη φάση η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να επενδύει στη στρατηγική της διεθνοποίησης του θέματος. Αυτό αποτυπώθηκε και στον τρόπο που το ζήτημα τέθηκε και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Παρότι ο διπλωματικός αγώνας δρόμου της ελληνικής κυβέρνησης, δείχνει να μπορεί να εξασφαλίσει κρίσιμα ζητήματα που αφορούν το να μην παράγει άμεσα νομικά αποτελέσματα η συμφωνία ανάμεσα στην Τουρκία και τη Λιβύη, υπάρχει πάντα το πρόβλημα των τουρκικών κινήσεων.

Είναι σαφές ότι η Τουρκία δεν θα μείνει απλώς στο «κεκτημένο» μιας υπογραμμένης συμφωνίας με αμφίβολη πραγματική νομική ισχύ. Θα προσπαθήσει να δώσει την εικόνα ότι μπορεί και να τη θέσει, έστω και συμβολικά σε ισχύ. Μια τέτοια προσπάθεια, που θα σήμαινε την εκκίνηση κάποιου τύπου ερευνών (όχι απαραίτητα γεωτρήσεων) στις επίμαχες ζώνες, θα σηματοδοτούσε απόπειρα να δοθεί εικόνα ισχύος της συμφωνίας.

Η επικέντρωση στη συμφωνία Τουρκίας και Λιβύης δεν πρέπει να μας κάνει να παραβλέψουμε ότι η Τουρκία έχει αυτή τη στιγμή ενεργές όλες τις αξιώσει και τις «προβολές ισχύος» στην περιοχή.

Αυτό αφορά και την αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με αυτή την έννοια είναι πολύ πιθανό το επόμενο διάστημα να συνεχιστούν οι έρευνες εντός των ορίων της κυπριακής ΑΟΖ, συμπεριλαμβανομένων και γεωτρήσεων.

Αποσκοπεί στο να δώσει την εικόνα ότι όλα τα ζητήματα είναι ανοιχτά, ότι δεν είναι ζητήματα που μπορούν να αντιμετωπιστούν με αφηρημένες αρχές δικαίου όπως αυτές που επικαλείται η ελληνική πλευρά, αλλά μόνο με μια διαπραγμάτευση που θα ξεκινά από την παραδοχή ότι η Τουρκία έχει λόγο, δικαίωμα και συμφέροντα σε ό,τι συμβαίνει στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.