Quantcast

Μητσοτάκης: Όταν έγραφε από το 1989 για τις αμερικανικές βάσεις

Στην παρουσίαση του συνομιλητή του, ο Φέργκιουσον ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του για τη συνέντευξη είχε ανακαλύψει ότι ο κ. Μητσοτάκης είχε κερδίσει το Βραβείο Hoopes για την πτυχιακή του εργασία ως προπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Harvard

Τον Ιανουάριο του 2020, στο πλαίσιο της παρουσίας του στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (World Economic Forum) στο Νταβός της Ελβετίας, ο νεοεκλεγείς, τότε, πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε μία τετ α τετ συζήτηση με τον διάσημο ιστορικό Νάιαλ Φέργκιουσον.

Στην παρουσίαση του συνομιλητή του, ο πάντοτε ευρηματικός Φέργκιουσον ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του για τη συνέντευξη είχε ανακαλύψει ότι ο κ. Μητσοτάκης είχε κερδίσει το Βραβείο Hoopes για την πτυχιακή του εργασία ως προπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Harvard. «Ηταν στην πραγματικότητα μία εργασία για τον λαϊκισμό, η οποία γράφτηκε το 1990. Εξέταζα τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις και σε ποια έκταση ο λαϊκισμός περιορίζει την εξωτερική πολιτική και κατά πόσο μπορεί κάποιος να παίζει αυτό το διπλό παιχνίδι του να λέει ένα πράγμα στο εσωτερικό του ακροατήριο και κάτι εντελώς διαφορετικό όταν προσπαθεί να κάνει μια διεθνή διαπραγμάτευση» είχε σχολιάσει τότε ο Πρωθυπουργός.

Για όσους δεν το γνωρίζουν λοιπόν, η πτυχιακή εργασία του Πρωθυπουργού, την οποία συνέγραψε τη διετία 1989-1990 όταν φοιτούσε ως προπτυχιακός φοιτητής στο Τμήμα Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Harvard, είχε ως θέμα το… θέμα των τελευταίων ημερών εξαιτίας της υπογραφής του Δεύτερου Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών: τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα! Ο κ. Μητσοτάκης αποφάσισε, αρκετά χρόνια αργότερα, το 2006, να εκδώσει, με μικρές προσαρμογές, την πτυχιακή του εργασία σε βιβλίο με τίτλο «Οι συμπληγάδες της εξωτερικής πολιτικής: Εσωτερικές και διεθνείς πιέσεις στις ελληνοαμερικανικές διαπραγματεύσεις για τις βάσεις, 1974-1985» (Εκδόσεις Πατάκης) με πρόλογο του πρέσβη ε.τ. Χρήστου Ζαχαράκη. Και η μοίρα το έφερε έτσι ώστε ο ίδιος να βρίσκεται στη θέση του Πρωθυπουργού, ακριβώς 15 χρόνια μετά την έκδοση εκείνου του βιβλίου, έχοντας κατά τη διάρκεια της θητείας του προχωρήσει σε δύο τροποποιήσεις της προηγούμενης συμφωνίας του 1990 την οποία – σε μία κομβική ιστορική σύμπτωση – είχε οριστικοποιήσει ο πατέρας του και πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.

 

 

Τι αναζητούσε λοιπόν ο νεαρός Μητσοτάκης όταν αποφάσιζε να ασχοληθεί με τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις; Οπως ο ίδιος ανέφερε στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου, «κυρίως με ενδιέφερε η διαδικασία της διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής και ο τρόπος με τον οποίο διασυνδέονται παράγοντες τόσο εξωτερικοί (η διεθνής πολιτική κατάσταση, η γεωγραφία, η σχετική ισχύς των κρατών) όσο και εσωτερικοί, όπως η διάρθρωση της πολιτικής σκηνής μιας χώρας, η ιδεολογία των κομμάτων εξουσίας, το ύφος της δημόσιας συζήτηση, ο ρόλος της κοινής γνώμης». Ως αντικείμενο (συγκριτικής) μελέτης επέλεξε τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις της περιόδου 1974-1985, και πιο συγκεκριμένα τις διαπραγματεύσεις Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών για την παρουσία των αμερικανικών βάσεων στη χώρα μας. Οι διαπραγματεύσεις χωρίζονται σε δύο περιόδους: αρχικά εκείνη της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας (1974-1981) και στη συνέχεια αυτή της κυβέρνησης του ΠαΣοΚ (1981-1983).

Βασικό ερμηνευτικό εργαλείο στην πτυχιακή εργασία του σημερινού πρωθυπουργού ήταν η θεωρία του γνωστού αμερικανού πολιτικού επιστήμονα και καθηγητή του Harvard Ρόμπερτ Πάτναμ περί του «παιγνίου των δύο επιπέδων». Ο Πάτναμ ανέπτυξε τη θεωρία του στο διάσημο άρθρο του με τίτλο «Diplomacy and Domestic Politics: The Logic of the Two-Level Games» που δημοσιεύθηκε το 1988 στο έγκυρο ακαδημαϊκό περιοδικό «International Organization», όπου το Επίπεδο I είναι αυτό της διεθνούς διαπραγμάτευσης και το Επίπεδο II αυτό της εσωτερικής διαπραγμάτευσης κάθε μέρους ξεχωριστά. Ο αμερικανός καθηγητής υποστήριξε με σαφήνεια ότι για να είναι επιτυχημένη η διαπραγμάτευση μιας διεθνούς συμφωνίας θα πρέπει να αποφέρει και εσωτερικά οφέλη για τα εμπλεκόμενα μέρη.

 

Συμβιβασμός και κόστος

Ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε κυρίως να μελετήσει το κατά πόσο ο συμβιβασμός ενίοτε αντικρουόμενων διεθνών και εσωτερικών περιορισμών μπορεί να έχει κόστος για τα εθνικά συμφέροντα μιας χώρας. Κατά την εξέταση δε της στρατηγικής που ακολούθησε η πρώτη κυβέρνηση του ΠαΣοΚ τη διετία 1981-1983 και οδήγησε στην ελληνοαμερικανική συμφωνία του 1983 (DCA 83), ο νεαρός τότε φοιτητής σημειώνει ότι ο «επιδέξιος συμβιβασμός» που πέτυχε η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου «δεν προωθούσε ουσιαστικά την περαιτέρω στρατιωτική και οικονομική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών». Και συμπληρώνει: «Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις κατά τη σοσιαλιστική διακυβέρνηση απέδειξαν καθαρά ότι η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής με το βλέμμα στραμμένο στην εσωτερική σκηνή μπορεί να επιφέρει βαρύ κόστος στον διεθνή στίβο».

Την ίδια στιγμή, ο συγγραφέας θεωρεί ότι οι κυβερνήσεις της ΝΔ που είχαν προηγηθεί έδωσαν περισσότερη έμφαση στο επίπεδο της διεθνούς διαπραγμάτευσης ώστε να διαμορφωθούν ομαλές και λειτουργικές ελληνοαμερικανικές σχέσεις, αλλά στο πλαίσιο του έντονου αντιαμερικανισμού της πρώτης φάσης της Μεταπολίτευσης αυτή η στάση χαρακτηριζόταν μάλλον αντιδημοφιλής. Δεν θα είναι λίγοι όσοι θα ισχυριστούν άτι ο συγγραφέας ίσως εμφανίζεται κάπως επιεικής προς την πλευρά της ΝΔ. Η άποψή του όμως ότι «όσο περισσότερο πολιτικοποιούνται τα διεθνή ζητήματα τόσο ισχυρότεροι οι εσωτερικοί πολιτικοί περιορισμοί που τίθενται στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής» είναι απολύτως ορθή και το γεγονός της επικράτησης του λαϊκισμού έχει στοιχίσει διαχρονικά στην ελληνική εξωτερική πολιτική – αν και το παίγνιο της πολιτικής είναι τόσο δυναμικό και απρόβλεπτο που οι ερμηνευτικές θεωρίες έχουν πάντοτε τα όριά τους.

 

Πηγή: Το Βήμα της Κυριακής