Συνθήκες που δημιουργούν προϋποθέσεις για την αλλαγή του εκλογικού νόμου που ψήφισε η Ν.Δ. τον Ιανουάριο του 2020, προοπτική που ξορκίζει ο πρωθυπουργός σε κάθε ευκαιρία, δημιουργούν η υπόθεση της παρακολούθησης του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη και τα νέα δεδομένα που προέκυψαν στο πολιτικό σκηνικό μετά τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών. Βλέπετε, μπορεί όλο αυτό το διάστημα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο όνομα της θεσμικότητας και της κυβερνητικής αξιοπιστίας, να αντιστεκόταν τόσο στις συνεχείς σχετικές εισηγήσεις των συνεργατών του όσο και στα δημοσκοπικά ευρήματα, που καταδείκνυαν επί μήνες ότι η επίτευξη της αυτοδυναμίας δεν θα ήταν… περίπατος για τη Ν.Δ. (όπως υπολόγιζαν κάποιοι την περίοδο που κατετίθετο στη Βουλή ο νόμος της ενισχυμένης αναλογικής του Τάκη Θεοδωρικάκου), ωστόσο, πλέον, είναι σαφές ότι η ίδια η προσωπική του επιχειρηματολογία περί πολιτικής σταθερότητας και ομαλότητας ίσως τον αναγκάσει να αλλάξει προσανατολισμό.
Βασικός άξονας της ανάλυσης αυτής, που -όπως είναι σε θέση να γνωρίζουν τα «Π»- ήδη αποτελεί αντικείμενο συζήτησης στους κόλπους της ηγεσίας της κυβέρνησης και πιθανώς πυξίδα για την τακτική που θα ακολουθηθεί μέχρι τη στιγμή της προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία, είναι η σκληρή ρητορική που έχει υιοθετήσει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έναντι του Μεγάρου Μαξίμου και προσωπικά του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία, σε συνδυασμό με τη γενικότερη στάση του, τινάζει εκ προοιμίου στον αέρα την όποια προσπάθεια μελλοντικής συνεννόησης μεταξύ των δύο πλευρών, εφόσον το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών οδηγήσει σε ζυμώσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
«Πάντα επιχειρούσε να βρει πατήματα για να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα»
Υπενθυμίζεται ότι πολύ πριν κυριαρχήσει στην πολιτική επικαιρότητα η υπόθεση «ΕΥΠ», o πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κάθε φορά που καλούνταν να απαντήσει στο ερώτημα αν θα συγκυβερνούσε είτε με τη Ν.Δ. είτε τον ΣΥΡΙΖΑ, έθετε όρο τη διεξαγωγή σχετικών συζητήσεων αμέσως μετά την κάλπη της απλής αναλογικής και χωρίς να υπάρξει δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, ενώ κάποιες φορές είχε μιλήσει για πρωθυπουργό κοινής αποδοχής και όχι τον πρόεδρο του κόμματος που θα έκοβε πρώτο το νήμα. «Πάντα επιχειρούσε να βρει πατήματα για να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα όταν του έθεταν το ζήτημα του κινδύνου πολιτικής αστάθειας μετά τις εκλογές. Τώρα πια, με τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων και την επικοινωνιακή του διαχείριση έναντι των εξελίξεων, έχει κλείσει τελείως την πόρτα εκ των πραγμάτων, εγκλωβίζοντας μάλιστα και τον εαυτό του στην περίπτωση που η κάλπη τού αποδώσει ρυθμιστικό ρόλο στη μετεκλογική πραγματικότητα», λένε χαρακτηριστικά συνομιλητές του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος, αποτυπώνοντας τους προβληματισμούς των επιτελών του Μαξίμου.
Με αυτά τα δεδομένα καθίσταται πλέον ξεκάθαρο ότι τα περιθώρια για την πιθανή συμπόρευση των δύο πλευρών, αν δεν προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση της Ν.Δ., που, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, διατηρεί σαφές προβάδισμα (κάτι που φαντάζει ιδιαίτερα πιθανό βάσει του υψηλού ποσοστού που απαιτείται από τις προβλέψεις του εκλογικού νόμου Θεοδωρικάκου), στενεύουν επικίνδυνα. Ως εκ τούτου, και με φόντο την εκπεφρασμένη επιθυμία του πρωθυπουργού να μην μπει σε διαδικασία συζήτησης με περιπτώσεις τύπου Βελόπουλου, είναι σαφές ότι η διεξαγωγή της δεύτερης διαδοχικής εκλογικής αναμέτρησης που έχει προαναγγείλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με ένα σύστημα που θα ευνοεί περισσότερο την επίτευξη αυτοδυναμίας για το πρώτο κόμμα, ίσως φαντάζει μονόδρομος για την αποφυγή πολιτικών περιπετειών σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία για τη χώρα.
Προετοιμασία για την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή
Στο μεταξύ, ο πρωθυπουργός και οι επιτελείς του προετοιμάζουν ήδη την παρουσία του στη Βουλή για την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για το θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, που θα πραγματοποιηθεί μετά την έναρξη των εργασιών στις 22 Αυγούστου. Απέναντι στις αιτιάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ θα αντιτάξει τόσο τις άμεσες παραιτήσεις Δημητριάδη και Κοντολέοντος, φέρνοντάς τες μάλιστα σε αντιδιαστολή με ό,τι συνέβαινε επί συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., όταν ύστερα από σκανδαλώδεις υποθέσεις ή ακόμα και τραγικά γεγονότα ουδείς αναλάμβανε την πολιτική ευθύνη έστω και για λόγους ευθιξίας, όπως συνέβη στην περίπτωση Ανδρουλάκη, ενώ θα αναφερθεί εκτενώς στην ταχύτατη αντίδραση της κυβέρνησης με τις αλλαγές που δρομολόγησε στο πλαίσιο λειτουργίας της ΕΥΠ.
Μάλιστα, η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που επαναφέρει την πρόβλεψη για δύο εισαγγελείς που θα δραστηριοποιούνται ως προς την εποπτεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών (είχε καταργηθεί επί ΣΥΡΙΖΑ) υπεγράφη ήδη στα μέσα της εβδομάδας. Ταυτόχρονα καθιερώνεται για πρώτη φορά ακρόαση του διοικητή της ΕΥΠ από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, η οποία αποκτά μέσα από αυτή τη διαδικασία σημαντικό ρόλο.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι, όπως λένε οι γνωρίζοντες, ο πρωθυπουργός θα επιδιώξει από το βήμα του Κοινοβουλίου να κλείσει εκ νέου τα σενάρια πρόωρων εκλογών, που, όπως είναι φυσικό, έχουν επανέλθει δυναμικά από το πρωί της περασμένης Παρασκευής.
Πηγη: parapolitika.gr