Κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση στο υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε ότι «Το διεθνές περιβάλλον έχει μαύρα σύννεφα που προοιωνίζουν μαύρο χειμώνα.
Ο πόλεμος συμπλήρωσε 6 μήνες. Η Ρωσία επιτίθεται συνολικά στην Ευρώπη με όπλο το φυσικό αέριο, η τιμή του οποίου εκτοξεύτηκε κατά 10 φορές.
Πρωτοφανή απειλή για ολόκληρη τη δύση, απειλή στρατηγικού χαρακτήρα γιατί όλα δείχνουν ότι η Μόσχα προκαλεί πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό των χωρών που αντιδρούν στα σχέδιά της.
Κάνει παρεμβάσεις στα κράτη που υπερασπίζονται την ειρήνη.
Ο Πούτιν δεν το κρύβει και δεν το κρύβει και ο κ. Ερντογάν που δημοσίως έχει δηλώσει ότι θα ήθελε άλλη κυβέρνηση στην Ελλάδα.
Το μεταναστευτικό αντί των μαζικών κυμάτων εμφανίζεται με το προσωπείο δήθεν ανθρωπιστικών εισβολών.
Ζητάμε κοινή απάντηση στην κρίση.
Είχα προειδοποιήσει από τους πρώτους. Είχα προκαλέσει αντιδράσεις στις Βρυξέλλες. Τώρα, μετά τις χθεσινές δηλώσεις της Φον ντερ Λάιεν θα πω «κάλλιο αργά παρά ποτέ». Επιμένω ότι κάθε μέρα που περνά χωρίς ενιαία αντίδραση μεγαλώνει τα προβλήματα.
Η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι υψώνει αναχώματα στις αυξήσεις. Το λέει και θα συνεχίσει να το κάνει όπου χρειάζεται αλλά οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι».
Μεταναστευτικό
Πιο συγκεκριμένα, για το μεταναστευτικό ο πρωθυπουργός μίλησε για προκλήσεις στο εσωτερικό της χώρας. «Το μεταναστευτικό αντί των μαζικών κυμάτων εμφανίζεται με το προσωπείο δήθεν ανθρωπιστικών εισβολών. Κανένας ελιγμός δεν αλλάζει τη στάση μας. Σώζουμε αθώους, κοιτάζουμε τα σύνορά μας» είπε, μεταξύ άλλων.
Παράλληλα, ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε ικανοποίηση για τη στροφή της Ευρώπης απέναντι στην ενεργειακή απειλή, λέγοντας ότι ύστερα από επτά μήνες έρχονται στις προτάσεις που είχε κάνει ο ίδιος.
Αναφορικά με τα μέτρα που θα εξαγγείλει στη ΔΕΘ είπε πως θα είναι «ζυγισμένα».
«Η Ελλάδα δεν γυρίζει πίσω»
Κλείνοντας την τοποθέτηση υπογράμμισε πως: «Η Ελλάδα δεν γυρίζει πίσω και δεν αλλάζει τις ιστορικές της επιλογές. Μια ισχυρή κυβέρνηση με σύμμαχο την κοινωνία. Σας βεβαιώνω ότι πρώτος εγώ δεν ανέχομαι ούτε υποβολείς και ούτε συμβιβάζομαι με τα λάθη μας».
Απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση τόνισε ότι κάποιοι ποντάρουν σε διεθνείς δυσκολίες για να προκαλέσουν εγχώριες κρίσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες στο υπουργικό συμβούλιο τέθηκαν εκτενώς τα εξής ζητήματα:
– Έγινε μια επισκόπηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας (εξαγωγές, καταθέσεις, τουριστικές εισπράξεις) και των γραμμών άμυνας που έχει κρατήσει η κυβέρνηση (από Σταϊκούρα) και ευρωπαϊκής επισκόπησης της ενεργειακής κρίσης (από Κώστα Σκρέκα)- το ενεργειακό τοπίο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες προοιωνίζεται έναν δύσκολο χειμώνα αλλά και των επιδόσεων του Τουρισμού (από τον κ Κικίλια) όπου οι εκτιμήσεις είναι ότι τα έσοδα θα είναι αυξημένα σε σχέση με το 2019.
– Όσο η Μόσχα θα χρησιμοποιεί το φυσικό αέριο ως όπλο, τόσο η κρίση θα βαθαίνει. Η Ελλάδα έχει κάνει πολλά. Η κυβέρνηση θα συνεχίσει να κάνει ό,τι μπορεί. Όμως, αν δεν γίνει κάτι δραστικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κινδυνεύουν με κατάρρευση μεγάλες χώρες. Η κρίση αυτή τόνισε, ο πρωθυπουργός, έχει κοινά χαρακτηριστικά με την πανδημία ως προς τις εν δυνάμει συνέπειές της για την οικονομία. «Δεν θα ενδώσουμε σε πιέσεις πέραν των ανώτατων ορίων που μας δίνει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και το Υπουργείο Οικονομικών», τόνισε.
– Ο πρωθυπουργός είχε καταθέσει προτάσεις εδώ και πολλούς μήνες για την ανάγκη πλαφόν στη χονδρική τιμή του φυσικού αερίου και αποσύνδεσης της τιμής ηλεκτρικής ενέργειας από την τιμή του φυσικού αερίου. Αυτό που συζητά σήμερα η Ευρώπη η Ελλάδα το έχει εφαρμόσει σε εθνικό επίπεδο από τον Ιούλιο με τον Μηχανισμό που ανακτά τα κέρδη από τις εταιρείες στην πηγή για να τα επιστρέψει ως στήριξη στην κοινωνία.
– Ανάγκη εξοικονόμησης ενέργειας και περιορισμού της κατανάλωσης, καταρχάς στο Δημόσιο.
– Εθεσε το πολιτικό πλαίσιο ως τις κάλπες λέγοντας ότι τους επόμενους 9 μήνες μέχρι τις εκλογές εκτός από τη συζήτηση και την έγκριση των ν/σ που αφορούν την υλοποίηση του κυβερνητικού έργου, το υπουργικό συμβούλιο να λειτουργεί και περισσότερο πολιτικά. Να αποτελέσει δηλαδή ένα πολιτικό κέντρο με ανταλλαγή απόψεων για τα ζητήματα της επικαιρότητας και τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου με τον εκλογικό ορίζοντα του 2023.
Ολόκληρη η εισαγωγική τοποθέτηση του πρωθυπουργού:
«Η τακτική μας συνεδρίαση πραγματοποιείται εν μέσω μίας επικαιρότητας με δύο όψεις: Το καλοκαίρι συνεχίζει ευτυχώς να είναι εξαιρετικά ελπιδοφόρο για τον τουρισμό μας, αλλά και για τις εξαγωγές μας και για τα δημόσια έσοδα. Το ίδιο και σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των πυρκαγιών, αλλά και την αποκλιμάκωση της ανεργίας.
Το διεθνές περιβάλλον όμως δυστυχώς σκεπάζουν μαύρα σύννεφα, που προοιωνίζονται έναν εξαιρετικά δύσκολο χειμώνα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ήδη συμπληρώσει έξι μήνες, η Ρωσία επιτίθεται συνολικά πλέον στην Ευρώπη, με όπλο το φυσικό αέριο. Οι τιμές του έχουν αυξηθεί κατά 1000%, είναι δέκα φορές υψηλότερες από ό,τι ήταν πριν ξεκινήσει η κρίση, εκτινάσσοντας μαζί και το κόστος του ρεύματος, ανατροφοδοτώντας και πρωτόγνωρες πληθωριστικές πιέσεις.
Πρόκειται συνεπώς για μία πρωτοφανή απειλή για ολόκληρη τη Δύση. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι και μία απειλή στρατηγικού χαρακτήρα, γιατί όλα πια δείχνουν πως η Μόσχα επιδιώκει μέσω της οικονομικής πίεσης να δημιουργηθεί και κοινωνική αναταραχή, αλλά και πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό των χωρών που αντιδρούν στα σχέδιά της. Είναι το κόστος που αναλαμβάνει το μέτωπο της ελευθερίας, του Διεθνούς Δικαίου και της Δημοκρατίας.
Και όσοι αμφιβάλλουν δεν έχουν παρά να δουν πόσο οργανωμένοι είναι οι ρωσικοί εκβιασμοί στην ενέργεια και πώς η ακρίβεια επιχειρείται να γίνει καταλύτης, ώστε να μεγενθύνονται επιμέρους ζητήματα και να αμφισβητούνται, ενίοτε συνολικά, εθνικές κυβερνήσεις. Πού; Στα κράτη εκείνα που στο όνομα της Ουκρανίας υπερασπίστηκαν και υπερασπίζονται την ειρήνη, το απαραβίαστο των συνόρων και τη δημοκρατική ομαλότητα στην ήπειρό μας. Ο κύριος Putin δεν το κρύβει, ούτε όμως το κρύβει και ο κύριος Erdoğan, που δημοσίως έχει δηλώσει ότι θα ήθελε άλλη κυβέρνηση στην Αθήνα.
Σε ό,τι αφορά τώρα την Ελλάδα, στις γενικότερες προκλήσεις θα πρέπει ασφαλώς να προσθέσουμε την επιθετικότητα των γειτόνων μας και ασφαλώς το μεταναστευτικό. Θα υπάρχει, μάλιστα, σήμερα ενημέρωση της αρμόδιας Επιτροπής από τους δύο συναρμόδιους Υπουργούς.
Το μεταναστευτικό, το οποίο αντί των μαζικών κυμάτων που αντιμετωπίσαμε πριν από δύο και κάτι χρόνια, εμφανίζεται τώρα με το προσωπείο των δήθεν «ανθρωπιστικών εισβολών» από ομάδες οι οποίες όμως μετακινούνται συντονισμένα. Όμως, καμία νέα τακτική των διακινητών και κανένας ελιγμός της Τουρκίας δεν αλλάζει τη στάση μας. Σώζουμε αθώους, φυλάμε τα σύνορά μας και ας κοιτάξει η άλλη πλευρά τα δικά της ξέφραγα σύνορα.
Κάνω αυτήν την εισαγωγή, θέλοντας να περιγράψω το διεθνές περιβάλλον και τις συνέπειες, οικονομικές και πολιτικές, που μπορεί να έχει σε κάθε κράτος, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να συγκροτήσουμε τις απαντήσεις μας, τόσο σε ευρωπαϊκό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο.
Για το πρώτο, το ευρωπαϊκό, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει έρθει η ώρα πια να υλοποιηθούν όσα είχα εισηγηθεί στους ομολόγους μου προ επτά ακριβώς μηνών: Πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, αποσύνδεση των τιμών του φυσικού αερίου με αυτές του ρεύματος, με άλλα λόγια, επιτέλους, μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση.
Λυπάμαι, αλλά είχα προειδοποιήσει από τους πρώτους για την κρίση την οποία αντιμετωπίζουμε τώρα. Τότε, μάλιστα, είχα μιλήσει προκαλώντας και κάποιες αντιδράσεις στις Βρυξέλλες, για το δυσκίνητο «υπερωκεάνιο» της Ευρώπης που συνήθως αργεί να αλλάξει ρότα.
Τώρα, μετά τις χθεσινές δηλώσεις της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και την ενεργοποίηση της Τσεχικής Προεδρίας, θα πω «κάλιο αργά, παρά ποτέ». Θα επιμείνω, πάντως, ότι κάθε μέρα που περνά χωρίς ενιαία αντίδραση στην κρίση της ενέργειας, θα μεγαλώνει τα προβλήματα για όλους τους Ευρωπαίους.
Σε εθνικό επίπεδο τώρα, νομίζω ότι η Κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι και ξέρει και μπορεί να υψώνει αναχώματα στις αυξήσεις. Το είπε και το έκανε και το κάνει στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος. Το λέει και θα συνεχίσει να το κάνει όπου και όπως χρειάζεται.
Προσοχή όμως, οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αν η πολιτεία σήμερα είναι σε θέση να στηρίζει με πάνω από 2 δισεκατομμύρια το μήνα τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις για τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, το οφείλει και στη συνετή πολιτική η οποία αύξησε τον δημόσιο πλούτο, ώστε αυτός να μπορεί να επιστρέφεται στους πολίτες.
Συνεπώς, τα μέτρα μας θα είναι πάντα μετρημένα και χωρίς οι πρόσκαιρες ανάγκες να ναρκοθετούν τις εθνικές αναγκαιότητες. Το λέω, γιατί ακούω ή διαβάζω -πάντα συμβαίνει αυτό ξέρετε πριν από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης- για ένα «τσουνάμι» επικείμενων παροχών, τα οποία συχνά δημιουργούν και ψεύτικες προσδοκίες.
Σε ένα περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων, ο δημόσιος διάλογος είναι καλό να βασίζεται στον ρεαλισμό και ο αληθινός πληθωρισμός δεν χτυπιέται με πλαστές πληθωριστικές υποσχέσεις. Και αν, μέχρι στιγμής, πετυχαίνουμε να στηρίζουμε αποτελεσματικά την κοινωνία, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, είναι γιατί ακριβώς εξαντλούμε τα δημοσιονομικά περιθώρια, χωρίς όμως να τα καταργούμε.
Υπομονή, λοιπόν, μέχρι τη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, γιατί εκεί θα μπορέσω να παρουσιάσω το σχέδιό μας και για τον κρίσιμο χειμώνα που έρχεται, αλλά και για τη δεύτερη κυβερνητική μας θητεία και για την Ελλάδα του 2030.
Στο μεταξύ όμως, η δουλειά μας τρέχει και σήμερα θα εξετάσουμε μια σειρά από σημαντικά νομοσχέδια. Το θέμα των επισυνδέσεων βρίσκεται ήδη στην ευθύνη της Βουλής και της Δικαιοσύνης. Απόλυτη προτεραιότητά μας κατά συνέπεια γίνεται η ενεργειακή κρίση και η αντιμετώπισή της, που φαίνεται ότι θα σφραγίσει τους επόμενους μήνες. Και όπως είπα, σε αυτό το μέτωπο κινούμαστε τόσο στην πατρίδα μας όσο και στην Ευρώπη, όμως δεν πρέπει να κρύψουμε από τους πολίτες την διάσταση αυτής της συγκεκριμένης απειλής. Είναι μια απειλή άλλης μορφής. Θα έλεγα ότι έχει πολλά κοινά στοιχεία με την πανδημία, την οποία αντιμετωπίσαμε πριν από δύο και κάτι χρόνια.
Είναι παγκόσμια, είναι ασύμμετρη, έχει πολλές ακόμα άγνωστες παραμέτρους, ενώ κι αυτή επιφέρει παράλληλες συνέπειες σε πολλά διαφορετικά πεδία: από την πορεία των εθνικών οικονομιών και το πορτοφόλι του κάθε νοικοκυριού, μέχρι την κοινωνική συνοχή και την καθημερινή ζωή κάθε τόπου. Ακριβώς γι’ αυτό και η άμυνά μας θα πρέπει να είναι ανάλογη. Αυτό σημαίνει ότι Πολιτεία και πολίτες θα πρέπει και πάλι να συστρατευθούν. Τα κρατικά μέτρα, τα οποία είναι πολλά, θα πρέπει ναι, να συνδυαστούν και με αλλαγές στις ατομικές και στις οικογενειακές συμπεριφορές. Και οι συλλογικές πρόνοιες να πλαισιώνονται και από προσαρμογές στις προσωπικές μας συνήθειες που θα λειτουργούν στην ίδια κατεύθυνση.
Με άλλα λόγια, πρέπει και πάλι το κράτος να δείξει τόλμη και ευαισθησία και η κοινωνία με τη σειρά της να δείξει υπευθυνότητα. Προσαρμόζουμε, ήδη, το σχέδιό μας για τις ενεργειακές ανάγκες που έρχονται, με σκοπό όχι μόνο την ενίσχυση των πιο αδύναμων, αλλά την μείωση, τη συνολική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, την πριμοδότηση της έξυπνης κατανάλωσης. Θα χρειαστούμε, κύριε Υπουργέ, μία εκστρατεία ευρείας ενημέρωσης για το ζήτημα αυτό, ώστε όλοι να μπορούν να πληροφορηθούν τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους εξοικονόμησης ρεύματος, παράλληλα με τις γενικές ρήτρες, οι οποίες ήδη έχουν τεθεί σε εφαρμογή για τη λειτουργία του Δημοσίου.
Αυτά για την ώρα και για να έχουμε μία εικόνα του ευρύτερου πλαισίου που και ο Πρόεδρος Macron αποκάλεσε «τη μεγάλη ανατροπή, το τέλος των βεβαιοτήτων», ένα περιβάλλον ασταθές, μέσα στο οποίο τα ισχυρά κράτη είναι μόνο τα σταθερά κράτη και με τη θέση αυτή συμφωνούν -πιστεύω- όλοι οι Έλληνες και θα ήταν καλό να την αντιληφθούν και όσοι ποντάρουν σε διεθνείς δυσκολίες, για να κατασκευάζουν δήθεν εγχώριες κρίσεις. Μίλησα γι’ αυτό στη Βουλή, δεν χρειάζεται να επεκταθώ. Το μήνυμα, εξάλλου, έχει σταλεί και εντός και εκτός συνόρων: η Ελλάδα δεν γυρίζει πίσω, ούτε και αλλάζει τις ιστορικές της επιλογές. Μένει σταθερή στην τροχιά της Ευρώπης και της φιλελεύθερης δημοκρατίας, με μία κυβέρνηση που απαντά στις προκλήσεις της συγκυρίας, με σύμμαχο την κοινωνία, χωρίς να υποκύπτει ούτε σε πιέσεις, αλλά ούτε και στις όποιες δικές της αδυναμίες.
Σας βεβαιώνω, ότι πρώτος εγώ δεν ανέχομαι ούτε υποβολείς, ούτε συμβιβάζομαι με τα λάθη μας. Αυτή, άλλωστε, είναι και η μεγάλη μας δύναμη: η αλήθεια, η εμπιστοσύνη στον πολίτη και η δουλειά για το παρόν και το μέλλον το οποίο θέλουμε. Έτσι συνεχίζουμε λοιπόν. Και τώρα μπορούμε να ξεκινήσουμε την σημερινή μας ατζέντα».