Φορώντας μπλε κοστούμι και κίτρινη μπλούζα (τα χρώματα τις ουκρανικής σημαίας) η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, μίλησε σήμερα στη Βουλή των Ελλήνων, στην κοινή ειδική συνεδρίαση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων, με θέμα «Οι αγώνες για τη θεμελίωση των δικαιωμάτων των Γυναικών»:
«Μια μέρα σαν τη σημερινή, μέρα τιμής για τις γυναίκες όλου του κόσμου που αγωνίζονται για ένα καλύτερο αύριο, έχουμε στην καρδιά και στο μυαλό μας τις γυναίκες της Ουκρανίας. Εκείνες που έμειναν να πολεμήσουν για την πατρίδα τους, που αντιμετωπίζουν άοπλες τα ρωσικά τανκς, που αφουγκράζονται το βουητό του πολέμου κλεισμένες στα υπόγεια των σπιτιών τους ή στις στοές του μετρό σφίγγοντας στην αγκαλιά τους τα μωρά τους, ή τα φέρνουν στον κόσμο ενώ γύρω τους πέφτουν οι βόμβες. Και, φυσικά, όλες αυτές που πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς κρατώντας απ’ το χέρι τα παιδιά τους, υποβαστάζοντας τους γέροντες γονείς τους, περπατώντας χιλιόμετρα για να ξεφύγουν από τον όλεθρο. Κι είναι σαν να έχουν γραφτεί γι’ αυτές οι στίχοι του Γιώργου Σαραντάρη: “Είχαν φτάσει γυναίκες αλλόκοτες/ Με πρόσωπα άσπρα και χιόνι στα χέρια/ Τώρα ζητιάνευαν το ψωμί/ Και τρέμαν από λύπη κι από κρύο”.
Μα ό,τι κι αν πει η ποίηση, ό,τι κι αν μεταφέρουν τα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, όποιες εικόνες κι αν αποτυπώσουν τη δοκιμασία αυτών των γυναικών, όσο κι αν θαυμάζουμε τον ηρωισμό τους και μας συγκλονίζουν τα δεινά τους, μας ξεπερνά ο πόνος και η οργή, η απελπισία και το σθένος που τις συνοδεύουν όταν πολεμούν, όταν συντρέχουν τους τραυματίες, όταν βαδίζουν μέσα στο κρύο και την ομίχλη αναζητώντας καταφύγιο. Μια λιτανεία από ξεριζωμένες μητέρες, κόρες, αδελφές, διασχίζει σήμερα την Ανατολική Ευρώπη, φτάνει στις πύλες εισόδου της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της Ουγγαρίας, της Τσεχίας, της Σλοβακίας, της Μολδαβίας, ζητά βοήθεια. Και αναμοχλεύει οδυνηρές μνήμες της δικής μας ιστορίας, της δικής μας προσφυγιάς. Την τραγωδία του 1922, το δράμα της Κύπρου. Φέτος, εκατό χρόνια από τη Μικρασιατική καταστροφή, οι εικόνες των γυναικών της Ουκρανίας θυμίζουν εκείνες που έφτασαν από τη γη της Ιωνίας στην Ελλάδα, έχοντας χάσει τα πάντα, αλλά κρατώντας μέσα τους ζωντανή την ελπίδα και το κουράγιο για μια καινούργια αρχή. Με την ενεργή συμπαράστασή μας στις χιλιάδες των εκπατρισμένων, τιμάμε ουσιαστικά τη μνήμη τους.
Αν ανατρέξουμε στην πρόσφατη ιστορία μας, στις ηρωικές εξεγέρσεις μας, στις εθνικές διεκδικήσεις μας, στους θριάμβους και τις ήττες μας, θα συναντήσουμε πολλές μορφές γενναίων Ελληνίδων, που τις κρίσιμες στιγμές του εθνικού μας βίου πέρασαν στο προσκήνιο της ιστορίας και της δημόσιας ζωής, αγωνίστηκαν, θυσιάστηκαν, εργάστηκαν σκληρά και συνέβαλαν τα μέγιστα στην οικοδόμηση του νέου ελληνικού κράτους. Την περασμένη χρονιά, γιορτάζοντας την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, μνημονεύσαμε όχι μονάχα όσες θαρραλέες γυναίκες συγκράτησε η ιστορία στις δέλτους της, αλλά και τις ανώνυμες, τις αποσιωπημένες, τις πολλές. Φέτος, στρέφουμε το βλέμμα στις γυναίκες της Μικράς Ασίας, γυναίκες κάθε κοινωνικής τάξης και κάθε μορφωτικού επιπέδου, που ξανάστησαν από το τίποτε τις εστίες τους στην Ελλάδα, μεταμορφώνοντας τη χώρα, σφραγίζοντας τον υλικό μας πολιτισμό, εισάγοντας νέα πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς, τα οποία λειτούργησαν ως καταλύτης για την πρόοδο του γυναικείου κινήματος. Είναι οι ίδιες που συγκρότησαν συλλόγους, συνδέσμους, σωματεία και οργανώσεις με εθνοπολιτικό προσανατολισμό την κρίσιμη περίοδο πριν από τη Μικρασιατική καταστροφή, οι ίδιες που ανέλαβαν συλλογική δράση υπέρ των Ελλήνων στρατιωτών το 1922, διευρύνοντας έτσι τον βιοτικό τους χώρο και αντισταθμίζοντας τον αποκλεισμό τους από το πολιτικό προσκήνιο.
Εκατόν τριάντα επτά αμιγώς γυναικείοι σύλλογοι δραστηριοποιούνταν, σύμφωνα με τους ερευνητές, στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας μεταξύ 1877 και 1922, φανερώνοντας τόσο την ελευθερία κινήσεων των Μικρασιατισσών σε έναν αμιγώς ανδροκρατούμενο δημόσιο χώρο, όσο και την εθνική συνείδηση που είχαν αναπτύξει οι γυναίκες σε περιοχές, όπου η παρουσία του ελληνισμού υπήρξε έντονη. Θα αναφέρω μόνο την πολυπληθέστερη γυναικεία οργάνωση της Μικράς Ασίας, που ιδρύθηκε στα τέλη του 1921 από την Ευαγγελία-Αυρηλία Περίδου με την επωνυμία Άμυνα Ελληνίδων Μικρασίας, και την έκκλησή της προς τις οργανωμένες γυναίκες της Ελλάδας, της Ευρώπης και της Αμερικής για να τους ζητήσει “την ψυχήν των και την υλικήν των συνδρομήν”: “Ό,τι ποθούμε δεν είναι κατάκτησις, ούτε καταπίεσις. ΄Ισια – ίσια αι προσπάθειαί μας και ο αγών μας όλος, ένα πνεύμα έχουν: Την Ελευθερίαν, την Ισοπολιτείαν, την Ανεξαρτησίαν, την σύγχρονον κοινωνική και πολιτική αντίληψιν”.
Ο τόνος του μηνύματος των Ελληνίδων της Μικρασίας είναι συγκλονιστικά σύγχρονος, συγκλονιστικά επίκαιρος. Κι αν ο αγώνας τους δεν τελεσφόρησε, το πνεύμα τους δεν έσβησε. Υπήρξαν πρωτοπόρες στη διεκδίκηση οικονομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, πολλές απ’ αυτές συσπειρωμένες γύρω από τον Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας που είχε ιδρύσει το 1920 η Θρακιώτισσα Αύρα Θεοδωροπούλου. Ανήσυχες, δημιουργικές, εργατικές και δυναμικές, άφησαν το στίγμα τους στα γράμματα και την τέχνη. Ας θυμηθούμε μόνο την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, που έγραψε στα τέλη του 19ου αιώνα και θεωρείται η πρώτη ελληνίδα πεζογράφος, την Διδώ Σωτηρίου, την Ελένη Βακαλό, τη Μαρία Ιορδανίδου, ή τις μεγάλες μας ηθοποιούς Μαρίκα Κοτοπούλη και Κυβέλη.
Μιλώντας, όμως, για το παρελθόν, μιλάμε για το μέλλον· μιλώντας για το σήμερα, φωτίζουμε το αύριο. Στη δύσκολη αυτή καμπή της παγκόσμιας ιστορίας, όπου τα πάντα είναι ρευστά, ο πόλεμος είναι παρών, οι κοινωνίες μας βιώνουν μια πολυδιάστατη κρίση με άδηλη έκβαση, η θέση της γυναίκας, παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει για την πλήρη και ίση άσκηση των δικαιωμάτων της, συχνά ολισθαίνει προς τα πίσω. Η έξαρση της έμφυλης βίας, η επιμονή των στερεοτύπων, οι εργασιακές δυσκολίες, η διάχυτη και πολύμορφη ανασφάλεια, την εξουθενώνουν. Οι γυναικοκτονίες αυξάνονται, ρίχνοντας βαριά σκιά στον κοινωνικό μας βίο. Πλάι, ωστόσο, σε όλα αυτά, ή μάλλον σε πείσμα όλων αυτών, οι γυναίκες της πατρίδας μας αγωνίζονται καθημερινά για να ανταποκριθούν στους πολλαπλούς τους ρόλους, να ανατρέψουν τις διακρίσεις και τις ανισότητες, να αναπτυχθούν με ελευθερία και αυτονομία. Σημειώνουν επιτυχίες στους επαγγελματικούς χώρους, στους οποίους δραστηριοποιούνται, αξιοποιούν τις πολλές δυνατότητές τους. Διεκδικούν τη συμμετοχή τους στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, την προώθησή τους σε θέσεις ευθύνης. Δημιουργούν. Επιμένουν.
Σ’ αυτές τις γυναίκες προσβλέπουμε, αυτές οφείλουμε να ενδυναμώσουμε και να στηρίξουμε. Αλλά για να μη μείνει η Ημέρα της Γυναίκας απλώς μια αφορμή για πανηγυρισμούς ή ευχολόγια, ας συστρατευτούμε όλοι, ανεξαρτήτως φύλου, στις μάχες που δίνονται σήμερα σε πολλαπλά μέτωπα. Μέτωπα που παραμένουν ανοιχτά, είτε αφορούν τον αγώνα για ζωή, είτε τον αγώνα για ίσα δικαιώματα».