«Η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες για το ζήτημα της ακρίβειας εδώ και μήνες», καθώς «τόσο η αντιπολίτευση όσο και τα Επιμελητήρια της χώρας έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου», όμως «μέχρι σήμερα δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα, υποβαθμίζει διαρκώς το ζήτημα ή το αγνοεί επιδεικτικά, καμία παρέμβαση στην αγορά για να τηρηθούν οι κανόνες του ανταγωνισμού, πλήρης αδιαφορία», τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου στη Βουλή, κατά τη συζήτηση της επίκαιρης επερώτησης του ΣΥΡΙΖΑ για την ακρίβεια.
Μάλιστα, πρόσθεσε, ότι «ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ έκανε σαν να μην υπάρχει αυτό το ζήτημα» και «το μόνο που εξήγγειλε είναι ένα πρόγραμμα επιδότησης ύψους 150 εκατ. Για να αντιληφθεί κανείς την πολιτική εξαπάτηση,αρκεί το εξής: η επιβάρυνση από την αύξηση της χονδρικής τιμής του ρεύματος υπολογίζεται ότι μέχρι την άνοιξη θα ανέλθει σε 1 δισ. Και ο κ. Μητσοτάκης εξήγγειλε επιδότηση 150 εκατ. που ουσιαστικά δεν καλύπτει τίποτα».
Ειδικά για τις αυξήσεις στο ρεύμα η κ. Αχτσιόγλου ανέφερε ότι «το targetmodelστη ΔΕΗ δεν λειτούργησε, η κυβέρνηση δεν έκανε ελέγχους στην αγορά, η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στη χονδρική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος ήδη από το καλοκαίρι του 2020. Βρεθήκαμε αντιμέτωποι με ακραία φαινόμενα αύξηση του ρεύματος, φαινόμενα αισχροκέρδειας και χειραγώγησης της τιμής, και η κυβέρνηση φρόντιζε μόνο να αυξήσει τον αριθμό των goldenboysστη ΔΕΗ και να πολλαπλασιάσει τις αμοιβές τους».
Η κα Αχτσιόγλου παρέθεσε στη συζήτηση στοιχεία (ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, ΙΝΕ-ΓΣΕΕ,ΕΛΣΤΑΤ), σύμφωνα με τα οποία:
Ήδη το 23,6% των επιχειρήσεων αύξησε τις τιμές αγαθών/υπηρεσιών το προηγούμενο διάστημα και το 22,2% θα τις αυξήσει το επόμενο διάστημα.
Το τσουνάμι αυξήσεων αφορά: ρεύμα, φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης, καύσιμα.
Μεγάλες αυξήσεις υπάρχουν ήδη σε βασικά προϊόντα διατροφής: ελαιόλαδο, κρέας, φρούτα, λαχανικά αλλά και στη στέγαση.
Ήδη το 2020 αυξήθηκε το ποσοστό πολιτών και εργαζομένων που διαβιούν σε συνθήκες σοβαρής υλικής στέρησης, ενώ μειωνόταν διαρκώς από το 2017 και μετά.
Ήδη το κόστος διαβίωσης των νοικοκυριών, για να καλύψουν διατροφή και μετακινήσεις, υπερβαίνει το ύψος του κατώτατου μισθού και μάλιστα χωρίς να υπολογίζονται οιτόκοι από ενυπόθηκα δάνεια ή το ενοίκιο.
Ήδη το 1/3 των νοικοκυριών (όχι των φτωχών νοικοκυριών αλλά γενικά των νοικοκυριών της χώρας) έχουν μεγάλη δυσκολία να καλύψουν βασικές δαπάνες διαβίωσης.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ήδη πριν ξεσπάσει το κύμα της ακρίβειας: οι μισές δεν έχουν καθόλου ρευστότητα, έχουν το βάρος σωρευμένων χρεών που η κυβέρνηση αρνείται να ρυθμίσει με ριζικό τρόπο και η 1 στις 3 βρίσκεται μπροστά στο λουκέτο».
H τομεάρχης Οικονομικών της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. δήλωσε ότι «σε αυτό το δυστοπικό σκηνικό έρχεται να επικαθίσει η ακρίβεια και είναι προκλητικό κοινωνικά η κυβέρνηση να απαντάει στο πρόβλημα λέγοντας «έχουμε ανάπτυξη»».
Σήμερα, σημείωσε,«ένα σχέδιο ουσιαστικής αντιμετώπισης του προβλήματος θα περιλάμβανε κατ’ ελάχιστο: Παρέμβαση στην αγορά για τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού και καταπολέμηση των καρτέλ. Αύξηση του κατώτατου μισθού. Μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα για όσο διαρκεί το κύμα της ακρίβειας.
»Αυτό θα ήταν ένα σχέδιο προστασίας της κοινωνίας. Αλλά η κυβέρνηση επέλεξε άλλα:μείωση φορολογίας μεγάλων επιχειρήσεων, συγκέντρωσης κεφαλαίου και γονικών παροχών 1,6 εκατ. για δύο γονείς».
Υπογράμμισε, τέλος ότι «τη στιγμή της ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση επιλέγει να χάσει το Δημόσιο τον έλεγχο του ενεργειακού πυλώνα της χώρας -διαμηνύοντας ουσιαστικά στην ελληνική κοινωνία ότι είναι και θα είναι απροστάτευτη. Η πολιτική σας ήταν πάντα ιδεοληπτική. Μετά και την απόφαση για τη ΔΕΗ η πολιτική σας έχει καταντήσει επικίνδυνη».