Την Παρασκευή 27 Αυγούστου, λαμβάνει χώρα -ξανά πάλι φέτος μέσω τηλεδιάσκεψης- το ετήσιο συνέδριο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) στο Τζάκσον Χολ του Γουαϊόμινγκ. Το στοίχημα για τον διοικητή της Fed, Τζερόμ Πάουελ, είναι η πορεία προς μία σταδιακή αναπροσαρμογή της νομισματικής πολιτικής χωρίς να πληγεί η οικονομία.
Ο ρυθμός και η έναρξη του αναμενόμενου περιορισμού των μέτρων στήριξης της οικονομίας θα αποτελέσει και το βασικό τεστ για την πολιτική του Πάουελ, ενώ έχει ξεκινήσει ήδη στις ΗΠΑ η σπέκουλα για το αν ο πρόεδρος Μπάιντεν θα κρατήσει τον -διορισμένο από τον προκάτοχό του, Ντόναλντ Τραμπ- αξιωματούχο στο τιμόνι της Fed. Με επικρατέστερο σενάριο, εκείνο που λέει πως ο κ. Πάουελ θα ανανεώσει τη θητεία του, μετά τη λήξη αυτής τον Φεβρουάριο του 2022, όπως αναφέρει σε ανάλυσή του ο Economist.
Ο κ. Πάουελ στάθηκε στο τιμόνι της Fed, κρατώντας τα ηνία της νομισματικής πολιτικής της στη διάρκεια της κρίσης στην αμερικανική οικονομία που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού. Στη διάρκεια της πανδημίας, η Fed απέκτησε περιουσιακά στοιχεία άνω των 4 τρισ. δολαρίων (πρόκειται για ποσό ισοδύναμο με το 18% του αμερικανικού ΑΕΠ), επεκτείνοντας τον ισολογισμό της στα 8,3 τρισ. δολάρια.
Ο κ. Πάουελ εξευγένισε τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνεί η Fed, στοχεύοντας την απεύθυνσή της όχι μόνο στους οικονομολόγους, αλλά και στους Αμερικανούς πολίτες και σηματοδότησε μία νέα, πιο ευέλικτη πολιτική για τα επιτόκια, διατηρώντας χαλαρή νομισματική πολιτική ακόμη και εν όψει της αύξησης του πληθωρισμού. Σύμφωνα με τους υποστηρικτές του, υπήρξε ο άνθρωπος που διέσωσε τις ΗΠΑ από την οικονομική καταστροφή.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αναμένεται να ανακοινώσει εντός των επόμενων εβδομάδων, αν θα ανανεώσει τη θητεία του Τζερόμ Πάουελ ή θα ορίσει αντικαταστάτη, ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος χρόνος προσαρμογής των αγορών στις αποφάσεις του, αν και εφόσον θα απαιτηθεί μία τέτοια προσαρμογή. Η «αριστερή» πτέρυγα των Δημοκρατικών θα προτιμούσε έναν «πιο σκληρό με τις τράπεζες» πρόεδρο για την Fed, με την Λαέλ Μπέιναρντ, την οικονομολόγο, πρώην υφυπουργό Οικονομικών και μέλος του ΔΣ της Fed -και μέλος επίσης του Δημοκρατικού Κόμματος- να θεωρείται η πιθανότερη αντικαταστάτρια.
Παρ’όλα αυτά, οι περισσότεροι ειδήμονες θεωρούν πως ο κ. Πάουελ θα διασφαλίσει μία δεύτερη θητεία, με τα σχετικά στοιχήματα να του αποδίδουν πιθανότητα της τάξης του 85%.
Η πλειοψηφία άλλωστε των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών θεωρούν πως έκανε πολύ καλή δουλειά υπό δύσκολες συνθήκες και πως δεν υπάρχει κανένας λόγος για αναταράξεις στις αγορές, καθώς η οικονομία ανακάμπτει και οι μετοχές βρίσκονται σε ανοδικό ράλι. Άλλωστε, θα ήταν και πολιτικά σοφό εκ μέρους του προέδρου Μπάιντεν, να διατηρήσει ένα πρόσωπο που επέλεξαν οι Ρεπουμπλικανοί, τουλάχιστον εώς ότου να καρποφορήσουν όλες οι επιλογές πολιτικής που έχει θέσει επί τάπητος ο κ. Πάουελ.
Το ζήτημα του tapering
Πώς θα κλείσει -όταν τελικά γίνει αυτό- η κάνουλα της χρηματοδότησης οικονομίας και τραπεζών, το λεγόμενο «tapering»; Στις 27 Αυγούστου, στη διάρκεια της ομιλίας του με τίτλο «Οι προοπτικές της οικονομίας» («The economic outlook»), ο κ. Πάουελ αναμένεται -σύμφωνα με κάποιες αναλύσεις- να εξαγγείλει πως το tapering (το κλείσιμο του προγράμματος «ποσοτικής χαλάρωσης» ή QE των ΗΠΑ) θα μπορούσε να ξεκινήσει αργότερα εντός του έτους.
Πολλοί αναλυτές αναμένουν πως αυτό θα γίνει σε τρείς φάσεις: Πρώτα, μέσω προαναγγελίας που θα αφορά στα επιτόκια της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, το Σεπτέμβριο. Δεύτερον, μέσω αναγγελίας αυτής καθεαυτής της μείωσης του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και τρίτον, το Δεκέμβριο, με την οριστική πυροδότηση αυτής.
Σύμφωνα με τον ελβετικό οίκο UBS, πάντως, η κίνηση προς το tapering δεν αναμένεται να προκαλέσει παρομοίου βαθμούς αρνητική αντίδραση των αγορών με εκείνη του 2013 για τρείς λόγους: Γιατί η Fed είναι πλέον πολύ προσεκτική στην επικοινωνιακή της στρατηγική. Γιατί οι αρνητικές αποδόσεις των ομολόγων θα παραμείνουν, κάνοντας τις μετοχές να φαίνονται ελκυστικές. Και γιατί η αγορά υποστηρίζεται από την επιτάχυνση της αύξησης των εταιρικών κερδών.
Οι τρεις περίοδοι Πάουελ
Η θητεία του Τζερόμ Πάουελ θα μπορούσε, σύμφωνα με τους αναλυτές, να διακριθεί σε τρείς περιόδους. Η πρώτη περίοδος είναι το διάστημα πριν την πανδημία, κατά το οποίο τα κέρδη για τον κ. Πάουελ ήταν πρωτίστως πολιτικά, καθώς απειλήθηκε η ανεξαρτησία της πολιτικής της από τον πρόεδρο Τραμπ. Ο κ. Τραμπ αντέδρασε σφοδρά στην αύξηση των επιτοκίων, αλλά ο επικεφαλής της Fed παρέμεινε αμετακίνητος, αποφεύγοντας παράλληλα να εμπλακεί σε μία λεκτική αντιπαράθεση. Με την πτώση του πληθωρισμού το 2019, η Fed μείωσε τελικά τα επιτόκια και τα διατήρησε σε χαμηλά επίπεδα ακόμη και παρά την υποχώρηση της ανεργίας που ακολούθησε. «Οδήγησε την οικονομία να πιέσει όλο και πιο μακριά, περισσότερο απ’ ό,τι θα σκεφτόταν δυνατό κανείς πως θα μπορούσε να φτάσει» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Τζέισον Φέρμαν, οικονομικός σύμβουλος του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.
Η δεύτερη περίοδος ήρθε με την έλευση της πανδημίας, που άρχισε να δείχνει τα «δόντια» της στην οικονομία των ΗΠΑ τον Μάρτιο του 2020. Ο κ. Πάουελ δεν έχασε καθόλου χρόνο, προχωρώντας σε μία επικών διαστάσεων διάσωση, ισοπεδώνοντας στο μηδέν τα επιτόκια και προχωρώντας στην απόκτηση περιουσιακών στοιχείων. Τον Ιούνιο του 2020, η Fed προχώρησε στην αγορά, εκτός των διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, και μεμονωμένων εταιρικών ομολόγων στην δευτερεύουσα αγορά, με υπολειπόμενη ωρίμανση 5 ετών ή και λιγότερο. Η κίνηση είχε στόχο να στηρίξει την αγορά και να διευκολύνει τη ροή πιστώσεων στην οικονομία, ενώ μέσα σε τρείς μήνες, τα περιουσιακά στοιχεία της Fed αυξήθηκαν κατά 3 τρισ. δολάρια.
Η τρίτη περίοδος μορφοποιείται αυτό το διάστημα, με κάποιους να αρχίζουν να αμφισβητούν τις μηνιαίες αγορές περιουσιακών στοιχείων της τάξης των 120 δισ. δολαρίων, ενώ εντείνονται οι ανησυχίες για τον υψηλό πληθωρισμό. Ειδικότερα, ο δείκτης τιμών καταναλωτή στην αμερικανική οικονομία αυξήθηκε κατά 5,4% τον μήνα Ιούλιο, κάτι που αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο επίπεδο ετήσιου πληθωρισμού στις ΗΠΑ από την οικονομική κρίση του 2008. Πάντως αναλυτές αποδίδουν τον πληθωρισμό σε «παροδικούς παράγοντες» (ή παράγοντες που ευελπιστούν πως θα είναι παροδικοί), όπως η παρατεταμένη κρίση στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Γεγονός αποτελεί πως κανείς δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει την ακανόνιστη πορεία της πανδημίας τους τελευταίους μήνες. Σύμφωνα πάντως με τον Ντέιβιντ Γουίλκοξ, πρώην ερευνητικό διευθυντή της Fed, όσο οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό παραμένουν κοντά στο 2% (η πρόβλεψη της Fed είναι πως θα επιστρέψει στο 2% εντός του επόμενου έτους), η Fed θα μπορούσε να περιμένει όσον αφορά την πολιτική της για τα επιτόκια. «Μία απότομη κίνηση θα μπορούσε να αποδειχθεί ένα λάθος που θα κοστίσει» σημείωσε. Αυτό φυσικά θα χρειαστεί να αλλάξει, αν ο πληθωρισμός επιμείνει για ακόμη έναν χρόνο, αλλά η Fed έχει τα εργαλεία για να το διαχειριστεί, επισημαίνει ο διαχειριστής κεφαλαίων, Άλαν Λέβενσον,
Η κριτική από τα αριστερά
Πάντως ίσως η πιο ισχυρή κριτική απέναντι στο πρόσωπο του Τζερόμ Πάουελ προέρχεται από την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών και αφορά στη στάση του κ. Πάουελ απέναντι στην Wall Street και τις τράπεζες. «Βλέπω κινήσεις, τη μία μετά την άλλη, για να αδυνατίσει τον έλεγχο προς τις τράπεζες της Wall Street», δήλωσε τον Ιούλιο η Γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν, που είχε διεκδικήσει το χρίσμα των Δημοκρατικών.
Οι υποστηρικτές του Πάουελ, θεωρούν αυτή την κριτική άδικη. Αναφέρουν πως μπορεί η Fed να εξάλειψε στο τέλος Ιουνίου τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στις τράπεζες λόγω πανδημίας για τις εξαγορές μετοχών και τις πληρωμές μερισμάτων, όμως αυτό έγινε μόνο αφότου υποβλήθηκαν σε τρία stress tests. Νωρίτερα, τον Μάρτιο, είχε αρνηθεί το τραπεζικό αίτημα για την παράταση της εξαίρεσης των καταθέσεων που έχουν στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα από τον συντελεστή μόχλευσης.
Σε περίπτωση που ο πρόεδρος Μπάιντεν θα θελήσει να διατηρήσει τον κ. Πάουελ στη θέση του, αλλά ταυτόχρονα να δώσει ένα μήνυμα όσον αφορά τον έλεγχο των τραπεζών, έχει μία ακόμη επιλογή: Η θητεία του αντιπροέδρου της Fed Ράνταλ Κιθ Κουάρλς λήγει τον Οκτώβριο. Οπότε θα μπορούσε να διορίσει σε αυτή τη θέση την Δημοκρατική Λαέλ Μπέιναρντ.
Πηγή: powergame.gr