Quantcast

Σε ρηχά νερά η εμπορευματική κίνηση στο λιμάνι του Πειραιά

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε στο τέλος της εβδομάδας η Cosco Shipping Ports

Σε «ρηχά νερά» εξακολουθεί να κινείται η διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων στο λιμάνι του Πειραιά, καθώς τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι καθυστερήσεις στην εξυπηρέτηση των πλοίων σε άλλα λιμάνια, συνεχίζουν να πλήττουν και το ελληνικό λιμάνι φέτος.

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε στο τέλος της εβδομάδας η Cosco Shipping Ports, μητρική της Σταθμός Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά (ΣΕΠ), κατά τον μήνα Σεπτέμβριο, διακινήθηκαν 419,8 χιλιάδες εμπορευματοκιβώτια, αριθμός που ήταν 4,2% χαμηλότερος από τον αντίστοιχο μήνα του 2020.

Αντίστοιχα, σε επίπεδο εννιαμήνου (Ιανουάριος-Σεπτέμβριος), έχουν διακινηθεί 3,66 εκατ. εμπορευματοκιβώτια από τις Προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ του ΟΛΠ, που διαχειρίζεται η ΣΕΠ, στο πλαίσιο της σχετικής συμφωνίας παραχώρησης. Πρόκειται για μέγεθος που συνιστά υποχώρηση της τάξεως του 1% σε σχέση με το περσινό εννεάμηνο.

Το τρίτο τρίμηνο η υψηλότερη επίδοση του έτους
Από την άλλη πλευρά, θετικό κρίνεται το γεγονός ότι κατά το τρίτο τρίμηνο καταγράφηκε η υψηλότερη επίδοση που σημειώνει σε επίπεδο τριμήνου για το τρέχον έτος η Cosco. Ειδικότερα, συνολικά κατά το τρίτο τρίμηνο διακινήθηκαν 1,29 εκατ. εμπορευματοκιβώτια, έναντι 1,22 εκατ. ευρώ κατά το δεύτερο τρίμηνο και 1,14 κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021.

Ακόμα κι έτσι βέβαια, τα παραπάνω μεγέθη δεν αντανακλούν τις πραγματικές δυνατότητες του λιμανιού, καθώς οι καθυστερήσεις των δρομολογίων των πλοίων που εξυπηρετούνται στον Πειραιά, βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη.

Μέχρι να φτάσει ένα πλοίο στο ελληνικό λιμάνι, υφίσταται σημαντικές καθυστερήσεις ακόμα και εβδομάδων σε άλλα λιμάνια, απ’ όπου θα πρέπει να περάσει, με το πρόβλημα να ξεκινά ακόμα και στην αφετηρία, δηλαδή σε κάποιο από τα λιμάνια της Κίνας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πλειονότητα των κινεζικών λιμενικών εγκαταστάσεων που διαχειρίζεται η Cosco Shipping Ports καταγράφονται υποχωρήσεις στην διακίνηση φορτίων, σε σχέση με το 2020, που ας μην λησμονείται, ήταν έτος κορύφωσης της πανδημικής κρίσης.

Στον Πειραιά δεν παρατηρούνται ελλείψεις οδηγών φορτηγών και χώρου
Αντίστοιχα, σε άλλα λιμάνια απ’όπου καλούνται να περάσουν τα πλοία, παρατηρούνται σημαντικές ελλείψεις οδηγών φορτηγών και αποθηκευτικού χώρου, με αποτέλεσμα να καθυστερεί το άδειασμα των κοντέινερ από τους χώρους των λιμανιών και κατά συνέπεια να καθυστερεί η εξυπηρέτηση των πλοίων, που παραμένουν αγκυροβολημένα επί μέρες.

Αυτό το πρόβλημα δεν παρατηρείται στον Πειραιά, ωστόσο η Cosco δεν μπορεί να διασφαλίσει την ταχύτερη άφιξη των πλοίων, ακόμα κι αν πρόκειται για πλοία συμφερόντων του κινεζικού ομίλου.

Το έργο νέας προβλήτας εμπορευματοκιβωτίων
Στο μεσοδιάστημα και μέχρις ότου αρχίσει να αποκαθίσταται η ροή των πλοίων, η εταιρεία έχει στρέψει μεγάλο μέρος της ενέργειάς της, στην προώθηση της επένδυσης των 300 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη μιας νέας προβλήτας διαχείρισης εμπορευματοκιβωτίων.

Πρόκειται για ένα έργο, το οποίο δεν έχει συμπεριληφθεί στο αρχικό επιχειρησιακό σχέδιο (master plan) των επενδύσεων, που έχει δεσμευτεί να πραγματοποιήσει ο κινεζικός όμιλος, στο πλαίσιο της ανάληψης του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών του ΟΛΠ.

Στο πλαίσιο αυτό, μετά την πρόσφατη επίλυση των ζητημάτων που άπτονταν του χρονοδιαγράμματος υλοποίησης του master plan και την απόκτηση του επιπλέον 16% των μετοχών του ΟΛΠ από την Cosco, υπάρχει αισιοδοξία ότι θα καταστεί εφικτή και η λήψη των απαιτούμενων εγκρίσεων και αδειών για την ανάπτυξη της νέας προβλήτας. Προς το παρόν διεξάγονται συζητήσεις με κυβερνητικούς φορείς, χωρίς βέβαια να υπάρχει κάποιο χρονοδιάγραμμα.

Η Cosco έθεσε το ζήτημα για την νέα αυτή προβλήτα ήδη από το 2019, θεωρώντας πως είναι κρίσιμο έργο για την ευόδωση του επενδυτικού της σχεδίου στον Πειραιά, αλλά και την ευρύτερη περιοχή.

Στόχος είναι να αυξηθεί η ετήσια δυναμικότητα του ελληνικού λιμανιού από τα 7,2 εκατ. στα 10 εκατ. εμπορευματοκιβώτια ετησίως, εξέλιξη που θα φέρει τον Πειραιά στην «αφρόκρεμα» των ευρωπαϊκών λιμανιών, καθιστώντας τον ικανό να ανταγωνίζεται ακόμα και «μεγαθήρια», όπως τα λιμάνια του Αμβούργου (όπου πρόσφατα απέκτησε μερίδιο η Cosco) στη Γερμανία και της Αμβέρσας στο Βέλγιο.