Σημαντικά οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη θα εξασφάλιζε η Ελλάδα σε περίπτωση ανακάλυψης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, για τα οποία υπάρχουν σοβαρότατες ενδείξεις, επισημαίνει το Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σε ειδική έκθεση για τις δυνατότητες εκμετάλλευσης του δυναμικού τους.
Σημειώνεται ότι επίκεινται κυβερνητικές ανακοινώσεις για τη διευκόλυνση των επενδυτών και την επιτάχυνση των ερευνών στις περιοχές που έχουν ήδη παραχωρηθεί για έρευνα, με έμφαση στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου και της Κρήτης.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΙΕΝΕ «υπάρχουν σοβαρότατες ενδείξεις για ύπαρξη γεωλογικών δομών, ικανών να περιέχουν σημαντικότατες ποσότητες – κυρίως φυσικού αερίου, οι οποίες, στην περίπτωση που επιβεβαιωθούν από γεωτρήσεις, θα μπορούσαν να καλύψουν ένα σοβαρό ποσοστό ή και πλήρως τις ανάγκες μας, όσο και να λειτουργήσουν ως μοχλός συγκράτησης επερχόμενων αυξήσεων τιμών, με πολλαπλές θετικές συνέπειες για τη χώρα μας (γεωστρατηγικές)».
Το ΙΕΝΕ επικαλείται πρόσφατες μελέτες της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) και της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά και δημοσιεύσεις έγκριτων ακαδημαϊκών και εταιρειών, που συγκλίνουν στην διαπίστωση ότι υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες ύπαρξης πολύ σημαντικών αποθεμάτων φυσικού αερίου στη χώρα (δυτικά και νότια της Κρήτης, Θερμαϊκός, Θάσος, υδρίτες στη ΝΑ Μεσόγειο, βιογενές αέριο στη ΒΔ Πελοπόννησο και Ιόνιο πέλαγος).
- Διαβάστε την έκθεση του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης ΕΔΩ
«Στις θαλάσσιες περιοχές όπου έχουν διεξαχθεί αναγνωριστικές σεισμικές έρευνες, έχουν ήδη προδιαγραφεί πάνω από 30 πιθανοί ερευνητικοί στόχοι, οι οποίοι, με συμπληρωματικές έρευνες θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε στόχους ερευνητικών γεωτρήσεων για ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Αν λάβουμε υπόψη ότι θα είναι επιτυχημένο το 1/4 των γεωτρήσεων στις γεωλογικές δομές που έχουν εντοπιστεί στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου και νοτίως και δυτικώς της Κρήτης, τότε οι δομές αυτές θα μπορούσαν να φιλοξενούν δυνητικά αποθέματα της τάξης των 70-90 τρισ. κυβικών ποδιών αερίου, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΔΕΥ20, ικανών να καλύψουν το 15%-20% των καταναλώσεων της ΕΕ», αναφέρει το Ινστιτούτο.
Στην έκθεση επαναλαμβάνονται εξάλλου οι εκτιμήσεις της ΕΔΕΥ, σύμφωνα με τις οποίες, η δυνητική αξία των αποθεμάτων φυσικού αερίου της Ελλάδας υπερβαίνει τα 250 δισ. ευρώ. Ως προς τα οφέλη, επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι με την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, η Ελλάδα:
• Αποδεσμεύεται σε μεγάλο βαθμό από την χειραγώγηση των ροών φυσικού αερίου
• Σε περίπτωση γεωπολιτικών κρίσεων, δεν θα εξαρτάται ενεργειακά από τρίτες χώρες και εν δυνάμει αρνητικά διακείμενες στην Ελλάδα
• Μπορεί να γίνει προμηθευτής της ΕΕ, η οποία σήμερα είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από το ρωσικό φυσικό αέριο
• Μπορεί να αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία και να διαθέτει περισσότερα διαπραγματευτικά «όπλα» στις διακρατικές συνομιλίες και διαβουλεύσεις
• Η ύπαρξη παραγωγικών θαλάσσιων κοιτασμάτων θα δώσει νέα ώθηση στις ελληνικές θέσεις αναφορικά με τα θέματα θαλάσσιων ζωνών, κλπ.
• Η παρουσία διεθνών εταιρειών σε ελληνικά ύδατα θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο την προβολή της Ελλάδας μεταξύ των χωρών, των οργανισμών για τα θέματα της περιοχής, την ασφάλειά της, την τήρηση του Δικαίου της Θάλασσας και την διατήρηση της ηρεμίας.
Στο ερώτημα τέλος, αν υπάρχει χρόνος για την ανακάλυψη και εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, δεδομένης της πολιτικής απανθρακοποίησης της ΕΕ, το ΙΕΝΕ απαντά θετικά, επικαλούμενο τις ταχείες διαδικασίες που εφήρμοσε η Αίγυπτος για την έναρξη παραγωγής από τα κοιτάσματα Zohr και Tuna.