Σαν κεραυνός εν αιθρία αντιμετωπίστηκε ο μίνι-προϋπολογισμός, που ανακοίνωσε την Παρασκευή ο υπουργός Οικονομικών της Μεγάλης Βρετανίας Κουάζι Κουάρτενγκ, καθώς καταργεί αυξήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές και μειώνει τη φορολογία στα ανώτερα εισοδήματα, εκτός ενός πακέτου στήριξης 60 δισ. στερλινών για την καταπολέμηση της ενεργειακής κρίσης στη χώρα για το επόμενο εξάμηνο. Οι φόβοι για τον εκτροχιασμό του πληθωρισμού και του δημοσίου χρέους οδήγησαν την απόδοση του 10ετούς βρετανικού ομολόγου στο 3,69%, καταγράφοντας εβδομαδιαία άνοδο μισής ποσοστιαίας μονάδας που είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί από το 1998.
Εκτός των οριζόντιων επιδοτήσεων στις δαπάνες ενέργειας των νοικοκυριών, ο Κουάρτενγκ ανακοίνωσε τη μείωση του ανώτατου συντελεστή στη φορολογία των εισοδημάτων από το 45% στο 40%. Δρομολογεί επίσης τη μείωση του βασικού συντελεστή στη φορολόγηση των εισοδημάτων στο 19% από τον Απρίλιο του 2023, δηλαδή έναν χρόνο νωρίτερα απ’ ό,τι είχε αρχικά δρομολογηθεί. Επίσης, ματαίωσε την πρόσφατη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και καταργεί την καταβολή χαρτόσημου για την αγορά κατοικίας στις 250.000 στερλίνες και πάνω αντί των 125.000 στερλινών που ισχύουν σήμερα.
Η Ρέιτσελ Ριβς του κόμματος των Εργατικών και σκιώδης υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας χαρακτήρισε τον μίνι-προϋπολογισμό του Κουάρτενγκ ως «την ολοκληρωτική κατεδάφιση» του ιστορικού των Συντηρητικών εδώ και μια 12ετία. «Αυτή η κατάθεση είναι μια παραδοχή της οικονομικής αποτυχίας εδώ και μια 12ετία» είπε η Ριβς μετά την παρουσίαση των νέων μέτρων που ανακοινώθηκαν την Παρασκευή. Κατηγόρησε η νέα κυβέρνηση των Συντηρητικών για την αδυναμία της να φορολογήσει τα υπερκέρδη των εταιρειών ενέργειας που επωφελούνται από το ράλι των τιμών στα ορυκτά καύσιμα που έχει ενταθεί μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
«Οι παραγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου θα κάνουν πρόποση» στον μίνι-προϋπολογισμό» δήλωσε η Ρις. Μίνι-προϋπολογισμός είναι το πακέτο των πρόσθετων μέτρων που προωθεί η κυβέρνηση της Λιζ Τρας, η οποία αντικατέστησε αυτόν τον μήνα τον Μπόρις Τζόνσον αφού υπερίσχυσε του Ρίσι Σούνακ στις έκτακτες εκλογές για την ηγεσία των Συντηρητικών. Επιφυλάξεις ως τις επιπτώσεις των νέων μέτρων έχουν επίσης διατυπωθεί από οικονομικούς αναλυτές. Μετά τις πρωτοφανείς δημοσιονομικές δαπάνες εν μέσω της πανδημίας, οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη προσπαθούν να χρηματοδοτήσουν τα νέα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης από την έκτακτη φορολόγηση όσων εταιρειών επωφελούνται από την ανεπανάληπτη αύξηση των τιμών στα ορυκτά καύσιμα.
Περιορίζεται το δικαίωμα στην απεργία
Ο νέος υπουργός Οικονομικών ανακοίνωσε, επίσης, πως η κυβέρνηση θα περιορίσει το δικαίωμα της απεργίας που θα επιτρέπεται μόνο όταν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα συνδικάτα και τους εργαζομένους έχουν «αληθινά αποτύχει».
Καθώς οι απεργιακές κινητοποιήσεις για μισθολογικές αυξήσεις πολλαπλασιάζονται τους τελευταίους μήνες στη χώρα που αντιμετωπίζει ρεκορ πληθωρισμού, αξιωματούχοι των Συντηρητικών καταγγέλλουν συχνά τον αντίκτυπο των απεργιών στη βρετανική οικονομία.
«Θα νομοθετήσουμε ώστε να αναγκάσουμε τα συνδικάτα να υποβάλλουν τις προτάσεις για τους μισθούς (που καταθέτουν οι εργοδότες) σε ψηφοφορία των μελών τους» προτού μπορέσουν να καλέσουν σε απεργία, είπε ο Κουαρτένγκ. «Θα διασφαλίσουμε πως οι απεργίες δεν θα μπορούν να προκηρύσσονται, αν οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν αληθινά αποτύχει» διευκρίνισε.
Ο υπουργός Οικονομικών ανακοίνωσε επίσης την πρόθεση της κυβέρνησης να θέσει σε εφαρμογή μια «ελάχιστη υπηρεσία», ώστε να μην μπορούν τα συνδικάτα «να παραλύουν το δίκτυο μεταφορών», όπως κάνουν ήδη «άλλες ευρωπαϊκές χώρες» είπε.
Σιδηροδρομικοί, ταχυδρομικοί, ναυτεργάτες, ποινικολόγοι, εργαζόμενοι στην αποκομιδή απορριμμάτων έχουν πολλαπλασιάσει από τον Ιούνιο τις απεργιακές κινητοποιήσεις, όμως πολλά συνδικάτα κήρυξαν μια παύση στις κινητοποιήσεις τους στη διάρκεια της περιόδου εθνικού πένθους για τον θάνατο της βασίλισσας Ελισάβετ.
Οι κινητοποιήσεις αναμένεται να επαναληφθούν απέναντι σε έναν πληθωρισμό που είναι ο μεγαλύτερος των τελευταίων 40 ετών, στο 9,9% τον Αύγουστο σε ετήσια βάση, ο μεγαλύτερος στην Ομάδα των Επτά πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικών χωρών (G7).