Ο γάμος του δισεκατομμυριούχου και της στρίπερ που έγινε μοντέλο συγκλόνισε τα μέσα ενημέρωσης το 1994 – και τελικά οδήγησε σε υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Στις 27 Ιουνίου 1994, ο Τζ. Χάουαρντ Μάρσαλ παντρεύτηκε την Άννα Νικόλ Σμιθ. Ο δισεκατομμυριούχος ήταν 89 ετών και η Σμιθ ήταν 26 ετών. Ο γάμος τους προκάλεσε εντύπωση – και ο θάνατος του Μάρσαλ μόλις 14 μήνες αργότερα έριξε τη Σμιθ και την οικογένεια του Μάρσαλ σε μια δεκαετή διαμάχη για την περιουσία του.
Αλλά τόσο ο Μάρσαλ όσο και η Σμιθ επέμεναν επί μακρόν ότι ο γάμος τους δεν είχε καμία σχέση με τα χρήματα. Αντίθετα, περιέγραψαν τη σύνδεσή τους τον Οκτώβριο του 1991 σε ένα στριπτιτζάδικο του Χιούστον ως τη συνάντηση δύο μοναχικών, χαμένων ψυχών.
Ποιος ήταν λοιπόν ο δισεκατομμυριούχος που ερωτεύτηκε την Άννα Νικόλ Σμιθ πριν γίνει διάσημη; Τι τους οδήγησε και τους δύο σε ένα κλαμπ που λεγόταν Gigi’s εκείνη τη μοιραία ημέρα; Και πώς ο θάνατος του Μάρσαλ μετά από μόλις 14 μήνες γάμου οδήγησε σε έναν από τους μεγαλύτερους δικαστικούς αγώνες στην αμερικανική ιστορία;
Πώς ο Τζ. Χάουαρντ Μάρσαλ έγινε δισεκατομμυριούχος μεγιστάνας του πετρελαίου
Γεννημένος στις 24 Ιανουαρίου 1905, ο Τζέιμς Χάουαρντ Μάρσαλ ο δεύτερος έζησε μια πολύχρωμη ζωή πολύ πριν συναντηθεί με την Άννα Νικόλ Σμιθ. Σύμφωνα με το New York Magazine, εργάστηκε για το Υπουργείο Εσωτερικών μετά την αποφοίτησή του από τη Νομική Σχολή του Γέιλ και διαδραμάτισε εξέχοντα ρόλο στις διοικήσεις Τρούμαν και Αϊζενχάουερ. Αλλά τα δισεκατομμύριά του τα έβγαλε από το πετρέλαιο.
Το US News ανέφερε ότι ο Μάρσαλ είχε ασχοληθεί από καιρό με τις επιχειρήσεις πετρελαίου. Έγραψε για τους νόμους περί πετρελαίου για το Yale Law Journal, έγραψε τον νόμο Connally Hot Oil Act του 1935 και εργάστηκε ως δικηγόρος για την Standard Oil. Η μεγάλη ευκαιρία του Μάρσαλ, ωστόσο, ήρθε από τη συνεργασία του με τους επιχειρηματίες αδελφούς Κοχ, οι οποίοι στη συνέχεια έχτισαν μία πανίσχυρη οικονομική αυτοκρατορία.
Σύμφωνα με το New York Magazine, ο Μάρσαλ ήταν φίλος με τον Φρεντ Κοχ, ο οποίος του προσέφερε ένα μειοψηφικό μερίδιο στην εταιρία Koch Industries. Ο Μάρσαλ κατέληξε να γίνει διευθυντής της εταιρείας και μεγαλύτερος μέτοχος ενώ είδε την περιουσία του να ανθίζει μεγαλειωδώς ως αποτέλεσμα.
Στην πορεία, παντρεύτηκε επίσης δύο φορές και απέκτησε δύο γιους, τον Τζ. Χάουαρντ Μάρσαλ τον τρίτο και τον E. Πιερς Μάρσαλ. Όμως η προσωπική ζωή του Μάρσαλ ήταν επίσης διάστικτη από τραγωδίες. Ο πρώτος του γάμος κατέληξε σε διαζύγιο και η δεύτερη σύζυγός του πέθανε από τη νόσο Αλτσχάιμερ το 1991 μετά από 30 χρόνια γάμου. Την ίδια χρονιά, η μακροχρόνια ερωμένη του πέθανε επίσης μετά από επέμβαση λίφτινγκ.
Πληγωμένος από την απώλεια, ο Μάρσαλ έπεσε σε βαθιά κατάθλιψη. Τότε, μια μοιραία μέρα του Οκτωβρίου του 1991, ο οδηγός του πρότεινε να επισκεφθούν ένα τοπικό στριπτιτζάδικο.
Η μοιραία συνάντηση με την Άννα Νικόλ Σμιθ ένα πρωινό
Το New York Magazine ανέφερε ότι η διπλή απώλεια της συζύγου και της ερωμένης του είχε αφήσει τον μεγιστάνα του πετρελαίου ένα σκοτεινό σημάδι στην ψυχή του. Το προσωπικό του ανησυχούσε ότι ο 86χρονος είχε τάσεις αυτοκτονίας, οπότε ο οδηγός του πρότεινε να πάνε σε ένα στριπτιτζάδικο στο Χιούστον, το Gigi’s, σε αναζήτηση μιας «νεαρής κοπέλας».
Εκεί, μια χυμώδης ξανθιά τράβηξε την προσοχή του Μάρσαλ. Το όνομά της ήταν Βίκι Λιν Χόγκαν, και ο κόσμος σύντομα θα τη γνώριζε ως Άννα Νικόλ Σμιθ.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, η Σμιθ είχε ζήσει μια ζωή πολύ διαφορετική από εκείνη του Μάρσαλ. Γεννημένη στο Τέξας από έφηβη μητέρα, είχε εγκαταλείψει το λύκειο και είχε περάσει τα τελευταία χρόνια δουλεύοντας σε περιστασιακές δουλειές για να συντηρεί τον εαυτό της και τον γιο της. Αλλά η Σμιθ είχε μεγάλα όνειρα για τον εαυτό της και φιλοδοξούσε να γίνει μοντέλο.
Εκείνη τη μοιραία μέρα, η Σμιθ είχε αναλάβει να δουλέψει στην πρωινή βάρδια επειδή ήταν μέτρια ως χορεύτρια, σύμφωνα με το Forbes. Ο Μάρσαλ, εν τω μεταξύ, δεν μπορούσε να βγει έξω τη νύχτα. Στο κατάλληλο μέρος, την κατάλληλη στιγμή, τα βρήκαν.
«Δεν είχε θέληση να ζήσει και τον πλησίασα», δήλωσε η Σμιθ το 2000, αποκαλώντας τον Μάρσαλ «πραγματικά, πραγματικά αστείο» και «ζωηρό τύπο». «Είχε μια μικρή λάμψη στα μάτια του, μου ζήτησε να χορέψω γι’ αυτόν, και το έκανα».
Την επόμενη ημέρα, κατά τη διάρκεια γεύματος σε τοπικό ξενοδοχείο, η Σμοθ είπε στον Μάρσαλ ότι έπρεπε να επιστρέψει στη δουλειά της. Το New York Magazine ανέφερε ότι ο Μάρσαλ απάντησε δίνοντάς της έναν φάκελο με δέκα χαρτονομίσματα των εκατό δολαρίων μέσα, λέγοντάς της: «Μην πας στη δουλειά, Lady Love μου. Δεν χρειάζεται να επιστρέψεις ποτέ στη δουλειά».Στη συνέχεια, κατέκλυσε την Σμιθ με ακριβά δώρα, όπως ένα κόκκινο κάμπριο Mercedes. Άρχισε επίσης να την κατακλύζει με προτάσεις γάμου – αλλά η Σμιθ τον απέρριψε πολλές φορές. Είπε στον δισεκατομμυριούχο ότι ήθελε να επικεντρωθεί στην καριέρα της.
Πράγματι, η καριέρα της Σμιθ είχε αρχίσει να απογειώνεται. Περίπου την ίδια εποχή που γνώρισε τον μεγιστάνα του πετρελαίου πόζαρε επίσης για έναν ανιχνευτή του Playboy που έψαχνε για υποψήφια μοντέλα. Στους συντάκτες του Playboy στο Λος Άντζελες άρεσε αυτό που είδαν, την φώναξαν στο Λος Άντζελες και την έβαλαν στο εξώφυλλο του Playboy για τον Μάρτιο του 1992. Εκείνο τον Μάιο, η Άννα Νικόλ Σμιθ πόζαρε για το κεντρικό εξώφυλλο.
Προς μεγάλη χαρά και ικανοποίηση του Μάρσαλ η Σμιθ ανακηρύχθηκε το 1993 playmate της χρονιάς. Της έκανε κι άλλα δώρα, όπως διαμονή στο μπανγκαλόου της Μέριλιν Μονρόε στο Λος Άντζελες και κα΄ποια ακίνητα. Και της έκανε πρόταση γάμου ξανά – και ξανά – μέχρι που η Σμιθ είπε τελικά το «ναι» την άνοιξη του 1994.
Ο θάνατος του Μάρσαλ και η δραματική μήνυση
Παντρεύτηκαν στο παρεκκλήσι White Dove στο Χιούστον το καλοκαίρι του 1994. Οι νεόνυμφοι και η διαφορά ηλικίας 63 ετών χλευάστηκαν ευρέως από τα μέσα ενημέρωσης, με το People να γράφει:
«Η νύφη φορούσε ντεκολτέ. Ο 89χρονος γαμπρός, μιλώντας από την αναπηρική του καρέκλα, διαβεβαίωσε τους 11 παρευρισκόμενους ότι σίγουρα λάτρευε τη νέα 26χρονη σύζυγό του, για την οποία είχε ήδη αγοράσει κοσμήματα αξίας 1 εκατομμυρίου δολαρίων».
Αλλά η γαμήλια ευτυχία τους ήταν σύντομη. Μόλις 14 μήνες αργότερα, ο Μάρσαλ αρρώστησε.
Στις 4 Αυγούστου 1995, ο μεγιστάνας του πετρελαίου πέθανε σε ηλικία 90 ετών, μετά από μάχη με τον καρκίνο του στομάχου. Σχεδόν αμέσως, η Άννα Νικόλ Σμιθ και ο μικρότερος γιος του, E. Πιρς Μάρσαλ, άρχισαν να τσακώνονται για την περιουσία του.
Παρά την αφοσίωση του στη σύζυγό του, ο Μάρσαλ δεν της είχε αφήσει τίποτα στη διαθήκη του. Σύμφωνα με το New York Magazine, αυτό συνέβη επειδή ο E. Πιρς φρόντισε να μην πάρει η Σμιθ ούτε ένα σεντ από την οικογενειακή περιουσία, βάζοντας μάλιστα τον πατέρα του -που δεν μπορούσε να διαβάσει χωρίς τα γυαλιά του- να υπογράψει διάφορα έγγραφα που παραιτούνταν από τον έλεγχο της περιουσίας του.
Οι νομικές τους διαμάχες συνεχίστηκαν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, που ξεπέρασαν και τους δύο. Ο Ε. Πιρς Μάρσαλ πέθανε το 2006 από μια «σύντομη και εξαιρετικά επιθετική» λοίμωξη και η Άννα Νικόλ Σμιθ πέθανε τον επόμενο χρόνο από υπερβολική δόση, κατά λάθος. Στο τέλος, δεν πήρε ούτε δεκάρα από την περιουσία των 1,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων που άφησε πίσω του ο δισεκατομμυριούχος.
Αν και η Άννα Νικόλ Σμιθ χλευάστηκε για το γάμο της με τον Τζ. Χάουαρντ Μάρσαλ, επέμεινε ότι ήταν ένας γάμος αγάπης. Στο ABC είπε: «Ο γάμος μου ήταν ένας γάμος με μία οικογένεια του Χάρβαρντ. Αυτό είναι που δεν καταλαβαίνει ο κόσμος, και δεν θέλω να με αποκαλούν χρυσοθήρα γιατί δεν είμαι. Θα μπορούσα να τον είχα παντρευτεί μια εβδομάδα μετά τη γνωριμία μας ή δύο εβδομάδες μετά τη γνωριμία μας. Θα μπορούσα να τον είχα παντρευτεί χρόνια πριν, και δεν το έκανα. Ό,τι έκανα το έκανα για τον εαυτό μου».