«Οι Ελληνες τα έχετε πάει αξιοθαύμαστα καλά στην αντιμετώπιση της πανδημίας σε σχέση με την Ευρώπη και την Αμερική. Οταν θα τελειώσουν τα περιοριστικά μέτρα, θα ξανανοίξουν τα εθνικά σύνορα και θα ξεκινήσουν οι πτήσεις, εσείς θα είστε στην πλειονότητά σας ανέγγιχτοι από τον ιό, ενώ οι ξένοι θα προέρχονται από χώρες με μεγάλη έκταση της μόλυνσης απ’ αυτόν.
Εχετε σκεφτεί ότι ενδεχομένως να ζήσετε μια στιγμή αμηχανίας που θα τους βλέπετε περίπου όπως έβλεπαν παλαιότερα τους λεπρούς;», μου λέει η Βικτόρια Χίσλοπ.
Απομονωμένη στη βρετανική εξοχή, ζει τις τελευταίες εβδομάδες και η ίδια στο πετσί της την ατμόσφαιρα που τόσο καλά περιέγραψε στο μπεστ σέλερ της «Το νησί». Το βιβλίο και το σίριαλ αγαπήθηκαν όσο λίγα όχι μόνον για την πλοκή αλλά για την ανθρωπιά και τη συμπόνια με την οποία η Χίσλοπ αποτύπωσε τους άλλοτε στιγματισμένους κατοίκους της Σπιναλόγκας.
Η πανδημία συνέπεσε με τον θάνατο της αγαπημένης της μητέρας Μέρι, που πέθανε σε ηλικία 92 ετών. «Νομίζω ότι κουράστηκε και πήρε την απόφαση να φύγει. Την ημέρα που αποτεφρώθηκε ένα τεράστιο φτερό από κάποιο πουλί προσγειώθηκε στον φράχτη του σπιτιού και είπα από μέσα μου: “Αυτό ήταν, πέταξε…”. Το πήρα σαν μήνυμα αποχαιρετισμού, σαν σημάδι. Ξέρετε, δεν μπορούσαμε να πάμε στην τελετή της αποτέφρωσής της. Ετσι όλα τα μέλη της οικογένειας, όπου και αν βρίσκονταν γεωγραφικά, συνδέθηκαν στην πλατφόρμα τηλεδιάσκεψης Ζoom. Βρεθήκαμε όλοι μαζί και είπαμε αυτά που θα λέγαμε αν θα μπορούσαμε να πάμε στην κηδεία της. Είναι παράξενο πως η τεχνολογία υποκαθιστά την ανθρώπινη επαφή. Οι Ελληνες φίλοι μου στην Κρήτη, για να μου απαλύνουν τον πόνο του πένθους, έκαναν κάτι τρομερά συγκινητικό: πέταξαν –στη μνήμη της– λουλούδια στη θάλασσα στο Μιραμπέλο. Η μάνα μου λάτρευε τον τόπο αυτόν και πιστεύω ότι, όπου και αν είναι τώρα, αυτή η χειρονομία την έκανε να αγαλλιάσει. Της είχα άλλωστε αφιερώσει το βιβλίο μου “Το νησί”».
Ιστορική στιγμή
«Ζούμε σε μια αλλόκοτη περίοδο, μια ιστορική στιγμή για την ανθρωπότητα. Σκέφτομαι τους Ιταλούς, τους Ισπανούς, τους Γάλλους, τους Αμερικανούς που δεν θα μπορέσουν να πάνε στην κηδεία των δικών τους, που δεν θα μπορέσουν να είναι κοντά στους αγαπημένους τους που νοσηλεύονται για να τους συμπαρασταθούν. Οι άρρωστοι, με τη σειρά τους, αντί να έχουν τα παιδιά τους στο πλάι τους, έχουν νοσοκόμους που φοράνε ολόσωμες στολές και δεν μπορούν να δουν παρά μόνον τα μάτια τους. Σκέφτομαι την Ελλάδα που δεν μπορώ να επισκεφθώ. Είχα κλείσει εισιτήρια για τα μέσα Μαρτίου, μιας και ετοιμάζαμε με την ΕΡΤ την τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου μου “Καρτ ποστάλ”, τα οποία αναγκάστηκα να ακυρώσω. Μου συνέβη κάτι ακόμα πιο περίεργο. Προτού ξεσπάσει η πανδημία, είχα υπογράψει ένα συμβόλαιο για ένα νέο βιβλίο που θα ήταν σαν συνέχεια του “Νησιού”, οπότε σίγουρα θα περιγράψω με έναν τρόπο καταστάσεις που τώρα βιώνουμε».
«Η Ελλάδα έχει υιοθετήσει από πολύ νωρίς ιδιαιτέρως δύσκολα μέτρα. Καταλαβαίνω πως δεν μπορείτε να χαρείτε την άνοιξη, τη θάλασσα, την παρέα σας. Μιλάω με φίλους μου και μου περιγράφουν την κατάσταση. Ομως ας σκεφτείτε πως η συμμόρφωση αποδίδει καρπούς. Η στάση σας προστατεύει και σώζει ανθρώπινες ζωές, αυτό πρέπει να είναι η μεγαλύτερή σας παρηγοριά όταν κάμπτονται οι αντιστάσεις σας και θέλετε να βγείτε έξω. Οπως ξέρετε, εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα μέτρα καθυστέρησαν πολύ να έρθουν και βλέπετε τα αποτελέσματα. Μου φάνηκε ακατανόητη η απόφαση της κυβέρνησης να μην επιβάλει –τουλάχιστον σε αρχικό στάδιο– την κοινωνική αποστασιοποίηση, όπως οι περισσότερες χώρες. Οσο εσείς ήσασταν κλεισμένοι σπίτι, εμείς μπορούσαμε να πάμε σε παμπ, εστιατόρια, πάρκα. Τι κρίμα να μην έχουμε και εμείς έναν Τσιόδρα! Θα τον βλέπετε σαν θεό του Ολύμπου, φαντάζομαι».
Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Βρετανούς πάντως, η κ. Χίσλοπ, μαθαίνοντας τι γίνεται στην Ελλάδα, ήταν πολύ περισσότερο προσεκτική. Εμεινε σπίτι και ακολουθούσε αυστηρή προσωπική υγιεινή. Στο μεταξύ, η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων και των νεκρών στην πατρίδα της άλλαξε άρδην την πολιτική της κυβέρνησης. Πώς αντιμετωπίζει την ασθένεια του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον; «Αισθάνομαι περίεργα. Από τη μια υπήρξα από τους ανθρώπους που του έχουν ασκήσει κατά καιρούς σκληρή κριτική για το Brexit και την πολιτική που έχει ακολουθήσει. Από την άλλη τυγχάνει να γνωρίζω την αδελφή του, είναι φίλη μου. Ξέρω πόσο ανησυχεί για εκείνον. Καταλαβαίνω πως η κατάσταση στην οποίαν βρίσκεται είναι πολύ δύσκολη αλλά σταθερή. Ελπίζω και εύχομαι ότι θα αναρρώσει γρήγορα ο πρωθυπουργός και όλοι προσευχόμαστε γι’ αυτό. Προς το παρόν είμαστε στην αναμονή…».
Προσμονή για το εμβόλιο
Τη ρωτώ αν υπάρχει κάποιος παραλληλισμός μεταξύ της ανθρωπότητας του 2020 και της κοινότητας της Σπιναλόγκας: «Ναι, νομίζω ότι βιώνουμε την ίδια απομόνωση και παράλληλα την ίδια προσμονή για μια αποτελεσματική θεραπεία ή για ένα εμβόλιο που θα μας προφυλάσσει από τον ιό. Και τότε οι κάτοικοι ήλπιζαν στην πρόοδο της ιατρικής επιστήμης για να μπορέσουν να υπάρξουν ανάμεσα στους άλλους και να μη χωρίζονται οι άνθρωποι σε αρρώστους και υγιείς. Το εμβόλιο τούς χάρισε την ελευθερία. Νομίζω ότι μέχρι τότε θα πρέπει να βασιστούμε στα τεστ αντισωμάτων που τώρα αναπτύσσονται εργαστηριακά για να ξέρουμε αν και πώς θα μπορέσουμε σταδιακά να επιστρέψουμε σε μια κανονικότητα».
Η Βρετανίδα συγγραφέας συνεχίζει: «Πιστεύω ότι αυτή η εμπειρία θα μας αλλάξει βαθιά. Είτε ζούμε μόνοι, είτε με τον σύντροφό μας, είτε με την οικογένεια, όταν αυτό τελειώσει θα επιζητούμε μια πιο ουσιαστική σχέση με τους αγαπημένους μας. Επίσης κάτι ακόμα. Κοιτάζω τις παλαιότερες γενιές, ειδικά των Ελλήνων, και βλέπω με πόση υπομονή, αντοχή και στωικότητα αντιμετώπιζαν σοβαρότατες δυσκολίες. Εμείς, αντιθέτως, είχαμε εθιστεί στην ταχύτητα, τα θέλαμε όλα και τα θέλαμε γρήγορα, ζούσαμε σε καθεστώς στιγμιαίας ευχαρίστησης. Τώρα πια, εκτιμάμε τα μικρά πράγματα».
«Σε όσους χάνουν το κουράγιο τους, θέλω να τους πω ότι και αυτό θα περάσει. Ολα περνούν. Και θα ξανασυναντηθούμε με τους αγαπημένους μας, θα ξαναπάμε στα μέρη που λατρεύουμε, θα ξανακολυμπήσουμε στα νερά του Αιγαίου. Θεέ μου, δεν μπορώ να σκεφτώ τι θα πρωτοκάνω όταν έρθω στην Ελλάδα, μου λείπουν τα πάντα. Καμιά φορά με πιάνει ο φόβος, τι θα γίνει αν δεν μπορώ να έρθω γιατί δεν θα αφήνετε ανθρώπους από το εξωτερικό να μπουν για να μη σας κολλήσουν. Θα περνούσα με πολλή χαρά καραντίνα στο σπίτι μου στην Κρήτη για δύο ή και παραπάνω βδομάδες, αρκεί να μπορέσω να ταξιδέψω στη χώρα σας. Πάντως θέλω να σας πω ότι τις τελευταίες τρεις εβδομάδες βρετανικά μέσα μού ζήτησαν να γράψω τρία ταξιδιωτικά άρθρα για την Ελλάδα. Ακόμη και όταν δεν μπορούμε να έρθουμε, την ονειρευόμαστε! Και δεν ξέρω τι θα γίνει το καλοκαίρι του 2020, αλλά το 2021 θα είστε η πρώτη χώρα σε αφίξεις».
Πηγή: Καθημερινή