Μια διεθνής επιστημονική ομάδα πιστεύει ότι έχει πλησιάσει περισσότερο από κάθε άλλη φορά στο να προσδιορισθεί η πιθανότερη χρονολογία για την τεράστια έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας (Σαντορίνης) πριν τουλάχιστον 3.500 χρόνια.
Οι ερευνητές από τις ΗΠΑ (πανεπιστήμια Αριζόνα, Νότιας Ντακότα και Μέιν), την Ελβετία (Πανεπιστήμιο Βέρνης), τη Βρετανία (πανεπιστήμια Σεντ ‘Αντριους και Σουάνσι) και την Ιταλία (Πανεπιστήμιο Φλωρεντίας), με επικεφαλής την ειδική στη δενδροχρονολόγηση αναπληρώτρια καθηγήτρια Σάρλοτ Πίρσον του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “PNAS Nexus”, ανακοίνωσαν ότι ενώ η ακριβής ημερομηνία της έκρηξης παραμένει ακόμη αβέβαιη, τρεις είναι πλέον οι πιθανότερες χρονολογίες: 1611 π.Χ., 1562-1555 π.Χ. και 1538 π.Χ.
«Μία από αυτές είναι η Θήρα. Δεν μπορούμε ακόμη να επιβεβαιώσουμε ποια από τις τρεις, αλλά τουλάχιστον ξέρουμε τώρα πού ακριβώς να κοιτάξουμε», δήλωσε η Πίρσον.
Οι επιστήμονες (γεωχημικοί, ειδικοί στη χρονολόγηση, στην ανάλυση πυρήνων πάγου κ.α.) ανέφεραν ότι τα ίχνη μιας ηφαιστειακής έκρηξης που είχε συμβεί το 1628 π.Χ. και είχε προηγουμένως θεωρηθεί ότι επρόκειτο για τη Θήρα, στην πραγματικότητα προερχόταν από μια κολοσσιαία έκρηξη στο ηφαίστειο Ανιακτσάκ ΙΙ στην Αλάσκα.
Η λεγόμενη “μινωική” καταστροφική έκρηξη της Θήρας εκτόξευσε τεράστιες ποσότητες τέφρας, η οποία, μεταξύ άλλων, σκέπασε την πόλη Ακρωτήρι του νησιού. Όπως συμβαίνει στις ισχυρές ηφαιστειακές εκρήξεις, η τέφρα και το διοξείδιο του θείου που αυτή περιείχε, εκτιμάται ότι έφθασαν στη στρατόσφαιρα και ταξίδεψαν σε μακρινά μέρη της Γης, “μπλοκάροντας” την ηλιακή ακτινοβολία, μειώνοντας τις παγκόσμιες θερμοκρασίες και προκαλώντας κλιματική αλλαγή, κάτι που έγινε αισθητό και αποτυπώθηκε στα δέντρα και στη μειωμένη ανάπτυξη των δακτυλίων τους.
Παράλληλα, το θείο και η τέφρα έφθασαν στους πόλους του πλανήτη και διατηρήθηκαν στο “αρχείο” των πάγων, κάτι που μπορεί να ανιχνευθεί στη σημερινή ανάλυση των πυρήνων πάγου. Η τέφρα καθεμιάς έκρηξης έχει ένα μοναδικό γεωχημικό αποτύπωμα κι έτσι είναι δυνατό να συσχετισθεί με μια συγκεκριμένη ηφαιστειακή πηγή.
Οι επιστήμονες συνδύασαν δεδομένα από δακτυλίους δένδρων με στοιχεία από πυρήνες πάγου της Ανταρκτικής και της Γροιλανδίας, δημιουργώντας ένα ολοκληρωμένο “αρχείο” όλων των ισχυρών ηφαιστειακών εκρήξεων στη Γη μεταξύ 1680-1500 π.Χ., δηλαδή κατά την περίοδο της έκρηξης της Θήρας. Με αυτό τον τρόπο απέκλεισαν το 1628 π.Χ. ως πιθανή χρονολογία, συσχετίζοντας το συγκεκριμένο έτος με την έκρηξη στο Ανιακτσάκ ΙΙ, αλλά προσδιόρισαν τρεις άλλες χρονολογίες (1611 π.Χ., 1562-1555 π.Χ. και 1538 π.Χ) ως τις πιθανότερες για τη “μινωική” έκρηξη.
Δύο προηγούμενες μελέτες ξένων επιστημόνων είχαν βρει “ανωμαλίες” σε δακτυλίους δέντρων στην Καλιφόρνια και στην Ιρλανδία που αντιστοιχούσαν στα έτη 1627 π.Χ. και 1628 π.Χ., τις οποίες είχαν τότε συσχετίσει με την έκρηξη της Θήρας, αλλά η νέα μελέτη δείχνει ότι τελικά αφορούσαν την έκρηξη στην Αλάσκα.
Η Πίρσον ανέφερε ότι τα έως τώρα αρχαιολογικά ευρήματα “δείχνουν” μια ημερομηνία για την έκρηξη της Θήρας πιο κοντά στο 1500 π.Χ., ενώ αντίθετα η ραδιοχρονολόγηση πιο κοντά στο 1600 π.Χ. “Προσωπικά υποστηρίζω μια ενδιάμεση χρονολογία. Αλλά πραγματικά βρισκόμαστε πια κοντά στο να έχουμε την τελική λύση σε αυτό το πρόβλημα”, δήλωσε.
«Η συλλογή στοιχείων γι’ αυτή την έρευνα συγκρίνεται με τις περιπτώσεις εγκλημάτων όπου οι ύποπτοι πρέπει να δειχτεί ότι συνδέονται τόσο με τον τρόπο όσο και με τον χρόνο του εγκλήματος. Μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση τα ίχνη έχουν ήδη ηλικία άνω των 3.500 ετών», δήλωσε ο ερευνητής Μίκαελ Σιγκλ του ελβετικού Πανεπιστημίου της Βέρνης.
Το επόμενο βήμα θα είναι η πιο εξονυχιστική ανάλυση των πολικών πυρήνων πάγου, ώστε να εντοπιστεί μια τέφρα με χημικό “προφίλ” που θα ταιριάζει σίγουρα με εκείνο της Θήρας. “Αυτό είναι το όνειρο. Προς το παρόν, είναι ωραίο που έχουμε φθάσει πιο κοντά σε αυτό από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν”, ανέφερε η Πίρσον.
Η νέα μελέτη συμπέρανε επίσης ότι η όποια κλιματική επίπτωση από την έκρηξη της Θήρας θα ήταν σχετικά μικρή, αρκετά μικρότερη από την έκρηξη του ηφαιστείου Ταμπόρα στην Ινδονησία το 1815 μ.Χ.