Quantcast

Ηλίας Μόσιαλος: Οι ερευνητές του Imperial College London επιβεβαιώνουν τη στρατηγική που ακολούθησε η Ελλάδα

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ

Για πλήρη επιβεβαίωση της στρατηγικής που ακολούθησε η Ελλάδα στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού μιλά ο εκπρόσωπος της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς για την πανδημία, Ηλίας Μόσιαλος με ανάρτησή του στο Facebook.

Μάλιστα ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο London School of Economics παραθέτει τα ευρήματα μιας πρόσφατης έκθεσης που εκπόνησε το COVID-19 Response Team του Imperial College London. Όπως εξηγεί ο κ. Μόσιαλος στην ανάρτησή του η εν λόγω έκθεση εξετάζει τις επιπτώσεις των μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων διαφόρων χωρών έναντι της πανδημίας.

Αναλυτικά η ανάρτηση του Ηλία Μόσιαλου:

«Εκτίμηση του αριθμού των λοιμώξεων και των επιπτώσεων των μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων της νόσου COVID-19 σε 11 ευρωπαϊκές χώρες. Πλήρης επιβεβαίωση της στρατηγικής που ακολουθήσαμε στην Ελλάδα.

Στις 30 Μαρτίου, το COVID-19 Response Team του Imperial College London, παρουσίασε μια έκθεση αναφορικά με τις επιπτώσεις των μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων διαφόρων χωρών, έναντι της πανδημίας. Για τους υπολογισμούς χρησιμοποίησαν ως εργαλείο ένα προγνωστικό μοντέλο για την ερμηνεία του αντίκτυπου (semi-mechanistic Bayesian hierarchical model).

Η μέθοδος υπέθετε πως οι αλλαγές στον αριθμό αναπαραγωγής κρουσμάτων (ένα μέτρο αναμετάδοσης) αντικατοπτρίζουν τις εφαρμοζόμενες παρεμβάσεις, και όχι οι ευρύτερες σταδιακές αλλαγές στη συμπεριφορά. Το μοντέλο εκτίμησε αυτές τις μεταβολές υπολογίζοντας το χρόνο αναδρομικά. Δηλαδή πηγαίνοντας προς τα πίσω, υπολόγισαν τους θανάτους που καταγράφηκαν με την πάροδο του χρόνου για να εκτιμήσουν τη μετάδοση που συνέβη αρκετές εβδομάδες πριν, και το μοντέλο συνυπολόγιζε την χρονική καθυστέρηση μεταξύ της αρχικής μόλυνσης από τον ιό και του θανάτου.

Μία από τις βασικές παραδοχές του μοντέλου είναι ότι κάθε παρέμβαση έχει το ίδιο αποτέλεσμα στον αριθμό αναπαραγωγής κρουσμάτων και μεταξύ των χωρών αλλά και με την πάροδο του χρόνου. Αυτό τους επέτρεψε να αξιοποιήσουν περισσότερα δεδομένα σε όλη την Ευρώπη ώστε να εκτιμήσουν αυτές τις επιπτώσεις.

Αυτό επίσης σημαίνει πως τα αποτελέσματά κατευθύνονταν από τα δεδομένα χωρών με πιο προηγμένες χρονικά επιδημίες και προηγούμενες παρεμβάσεις, όπως η Ιταλία και η Ισπανία.

Διαπιστώθηκε πως η επιβράδυνση της αύξησης των καθημερινών θανάτων στην Ιταλία συνδεόταν με τις σημαντικές επιπτώσεις των παρεμβάσεων που εφαρμόστηκαν αρκετές εβδομάδες νωρίτερα. Στην Ιταλία, υπολογίστηκε ότι ο πραγματικός αριθμός αναπαραγωγής (Rt) έπεσε κοντά στο 1 περίπου όταν εφαρμόστηκαν τα καθολικά μέτρα απαγόρευσης (lockdown – 11 Μαρτίου).

Να σημειωθεί όμως πως τα αποτελέσματα παρουσιάζουν υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας / αποκλίσεων. Συνολικά, η εκτίμηση της έκθεση είναι πως οι χώρες κατάφεραν να μειώσουν τον αριθμό αναπαραγωγής κρουσμάτων. Οι εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων της ομάδας είχαν ευρεία διαστήματα αξιοπιστίας θέτοντας ‘1’ για τις χώρες που εφάρμοσαν όλες τις παρεμβάσεις που λαμβάνονταν υπόψιν στην ανάλυσή. Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός αναπαραγωγής μπορούσε να είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος από την τιμή 1.

Δεδομένου ότι οι τρέχουσες παρεμβάσεις παρέμειναν σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι το τέλος Μαρτίου, η εκτίμηση της έκθεσης είναι ότι οι παρεμβάσεις στις 11 χώρες απέτρεψαν 59.000 θανάτους μέχρι τις 31 Μαρτίου [και θεωρείται πως το πραγματικό νούμερο κυμαίνεται μεταξύ 21.000-120.000].

Πολλοί περισσότεροι θάνατοι θα αποφευχθούν, συνεχίζει η έκθεση, εξασφαλίζοντας ότι οι παρεμβάσεις θα παραμείνουν σε ισχύ μέχρις ότου η μετάδοση πέσει σε χαμηλά επίπεδα. Εκτιμούν επίσης ότι στις 11 χώρες είχαν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2 έως τις 28 Μαρτίου, από 7 έως 43 εκατομμύρια άνθρωποι, νούμερο το οποίο αντιπροσωπεύει μεταξύ 1,88% και 11,43% του συνολικού τους πληθυσμού. Το ποσοστό του μολυσμένου πληθυσμού μέχρι σήμερα – το ‘ποσοστό επίθεσης’ – εκτιμάται ότι είναι υψηλότερο στην Ισπανία ακολουθούμενο από την Ιταλία, ενώ και το χαμηλότερο είναι στη Γερμανία και στη Νορβηγία, αντανακλώντας φυσικά τα σχετικά στάδια των επιδημιών.

Δεδομένης της καθυστέρησης 2-3 εβδομάδων μεταξύ της εμφάνισης των μεταβολών της μετάδοσης και του αντίκτυπου που παρατηρείται στις τάσεις της θνητότητας, για τις περισσότερες από τις χώρες που εξετάζονται, επισημαίνουν πως είναι πολύ νωρίς για να επιβεβαιωθεί ότι οι πρόσφατες παρεμβάσεις ήταν αποτελεσματικές. Να θυμίσουμε πως οι αρχικές εκτιμήσεις για την μοντελοποίηση, βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στις χώρες με προηγμένες επιδημίες.

Άρα, εάν οι παρεμβάσεις σε χώρες σε πρώιμα στάδια της επιδημίας τους, όπως η Γερμανία ή το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματικές από ότι στις χώρες με προηγμένες επιδημίες, ή εάν οι παρεμβάσεις έχουν βελτιωθεί ή επιδεινωθεί με την πάροδο του χρόνου, τότε οι εκτιμήσεις της έκθεσης για τον αριθμό αναπαραγωγής και τους θανάτους που θα μπορούσαν να είχαν αποτραπεί, θα άλλαζαν αντιστοίχως. Επομένως, καταλήγει η έκθεση, είναι κρίσιμο οι τρέχουσες παρεμβάσεις να παραμείνουν σε ισχύ και οι τάσεις στα κρούσματα και στους θανάτους να παρακολουθούνται στενά στις προσεχείς ημέρες και εβδομάδες, για να εξασφαλιστεί ότι η μετάδοση του SARS-Cov-2 επιβραδύνεται».