Quantcast

Δούρου: Άθλιας αισθητικής βίντεο, σύγχρονη κατήχηση – προσβολή της Δημοκρατίας

Άρθρο της Ρένας Δούρου στο tvxs

Άρθρο έγραψε η Ρένα Δούρου για την προβολή του βίντεο στο κτίριο της Βουλής.

 

 

Στο άρθρο της αναφέρει:

 

«Κακοποίηση του θρησκευτικού συναισθήματος. Κυνική εκμετάλλευση, που προσβάλλει τους πιστούς, του ιερού συμβόλου της Ορθοδοξίας, της Παναγίας. Εργαλειοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων.

 

 

Η πανάκριβη προβολή στην πρόσοψη της Βουλής, το άθλιας αισθητικής βίντεο, που παραπέμπει σε αντίστοιχα «διδακτικά» και «εθνοπατριωτικά» στη γείτονα Τουρκία του Ερντογάν, δεν στοίχισε μόνο πολλά χρήματα σε μέρες που η Θεσσαλονίκη ζει εφιαλτικές ώρες, που λεφτά δεν υπάρχουν για τους 6.000 υγειονομικούς που λείπουν από τον αγώνα ζωής ή θανάτου που δίνουν τα δημόσια νοσοκομεία σε όλη τη χώρα.

 

 

Στοιχίζει πολλά σε μια Δημοκρατία που πλήττεται, γιατί δυστυχώς κάποιοι, στη συντηρητική παράταξη θέλουν σήμερα να ανοίξουν ξανά τις πληγές του διχασμού. Να τελειώνουν πια όχι με ένα κόμμα, αλλά με ένα κομμάτι της κοινωνίας.

 

 

Στον λοιμό, προσθέτουν και το κυνήγι μαγισσών… Για να συνεχίσουν να λειτουργούν ως οι μόνιμοι, κληρονομικώ δικαιώματι, διαχειριστές της εξουσίας.

 

 

Φαίνεται ότι η Δεξιά του Κυριάκου Κ. Μητσοτάκη, εν έτει 2020, στη δυστοπία του covid-19, με μια κοινωνία που δοκιμάζεται, αγωνιά, φοβάται δικαιολογημένα για το παρόν και το μέλλον της, έχει άλλες προτεραιότητες. Όχι τις ζωές των ανθρώπων.

 

 

Αλλά την ιδεολογική και πολιτική ρεβάνς που πιστεύει ότι έχει μείνει ημιτελής. Σαν το πρόβλημα του τόπου σήμερα να ήταν τα δήθεν «άβατα» της Αριστεράς, η οποία πρέπει επιτέλους δια βίου να εξοριστεί όχι μόνο από την εξουσία αλλά και από την πολιτική σκηνή. Να μπει στο περιθώριο, σιωπηλή, να πληρώνει τις «ελαττωματικές» της ιδέες.

 

 

Η περιφρόνηση που εκπέμπει η σημερινή κυβέρνηση προς την Αξιωματική αντιπολίτευση, που τηρεί υποδειγματική στάση ευθύνης ανταποκρινόμενη στις κρίσιμες περιστάσεις, υπερβαίνει κατά πολύ τις θεμιτές πολιτικές διαφορές. Εκπέμπει την τοξικότητα του Διχασμού.

 

Και λέει πολλά για το ότι μετά από την επίδειξη βίας και καταστολής στην επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι «εγκέφαλοι» της εξουσίας επέλεξαν τον ιερό χώρο της Βουλής για να προβάλλουν, όχι απλά ένα βίντεο, αλλά τη σύγχρονη κατήχηση, την εκδοχή του «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» version Κυριάκου Μητσοτάκη.

 

 

Πρόκειται για άκρως επικίνδυνη εκτροπή, που δεν προοιωνίζεται τίποτε θετικό για έναν τόπο που ο λαός του έχει πληρώσει ακριβά το Διχασμό, από την εποχή της Μικρασιατικής Καταστροφής ως την Τραγωδία της Κύπρου. Σύμπτωση; Στην εξουσία ήταν πάντα η συντηρητική παράταξη στα νάματα της οποίας επιλέγει να αναβαπτιστεί σήμερα η Δεξιά.

 

 

Οι κήρυκες της πατριδοκαπηλίας, του εθνολαϊκισμού, του διχασμού, οι υπεύθυνοι για τις εθνικές τραγωδίες. Η παράταξη που ανακάλυψε / κατασκεύασε τον «εσωτερικό εχθρό», για παράδειγμα στο πρόσωπο του Βενιζέλου και που στοχοποίησε τη μεγάλη, δημοκρατική παράταξη, για να αποποιηθεί των βαριών, δικών της ευθυνών. Και να μονοπωλήσει την εξουσία.

 

 

Μας θυμίζει κάτι αυτό;

 

 

Το στρίβειν δια της εκτόξευσης λάσπης, επικίνδυνων συμψηφισμών και όχι μόνο: ειδικότης της υποκριτικά θρησκόληπτης Δεξιάς της ναφθαλίνης με ψηφιακό (τρομάρα τους) περιτύλιγμα…

 

 

ΥΓ: Βλέποντας τις εικόνες επίπεδου παραγωγής Τζέιμς Πάρις, που ξεχειλίζουν εθνικισμό και μιλιταρισμό, να προβάλλονται στην πρόσοψη της Βουλής, συνειδητοποίησα το πόσο βαθύ είναι χάσμα που χωρίζει το σήμερα από το χθες. Έχουν περάσει μόλις 18 μήνες από τον Μάιο του 2019 όταν η Βουλή, με προεδρία του Νίκου Βούτση (που ήταν ο πρώτος ΠτΒ που επισκέφθηκε το Άουσβιτς), προχωρούσε σε μια οφειλόμενη εδώ και δεκαετίες στους έλληνες εβραίους απόφαση. Τη χρηματοδότηση της δημιουργίας Μόνιμης Ελληνικής Έκθεσης στο Άουσβιτς, με τη συνεργασία του Ελληνικού Εβραϊκού Μουσείου – μια προσπάθεια που ξεκίνησε από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας -, βάζοντας τέλος σε μια απουσία της Ελλάδας που κράτησε 70 ολόκληρα χρόνια… Τότε, η Βουλή έκλεινε πληγές, εκπέμποντας μήνυμα υψηλού ανθρωπισμού, καταλαγής. Σήμερα αναδύει την ταγκίλα της συντηρητικής υποκρισίας, ένα είδος «χουντίλας», ψηφιακά αναβαθμισμένης. Συγκρίσεις…»